11 June 2009

Perjalanan 19

Στη ζούγκλα μιας μεγαλουπόλεως

Jakarta, Κυριακή 29.7.90






Καθισμένοι σε μία βεράντα ενός ισογείου σπιτιού στην οδό Cibeber I/37, στο προάστιο της Jakarta Kebajoran Βaru, απολαμβάνουμε τον απογευματινό καφέ και μία γαβάθα με τροπικά φρούτα. Η βεράντα είναι κλεισμένη με λεπτό συρμάτινο πλέγμα σαν κουνουπιέρα για τα έντομα και έχει θέα ένα ωραίο κήπο με ένα άγνωστο δέντρο στη μέση, στολισμένο με ροζ και λευκές ορχιδέες, που φυτρώνουν στον κορμό του. Είμαστε στο σπίτι του Μπάμπη.

Πριν δύο ώρες, ήρθαμε με ταξί από το κεντρικό, πολυτελές ξενοδοχείο Wisata International, όπου είχαμε πάει, κατ' ευθείαν από το αεροδρόμιο, για να κανονίσουμε τα δωμάτια, στα οποία θα μέναμε, όταν έρχονταν η Νανά και η Έφη. Είχαμε προηγουμένως τηλεφωνήσει και μας περίμεναν ο Μπάμπης και η Tari με τον άντρα της, ζευγάρι Ινδονησίων οικιακών βοηθών που είχε ο φίλος μου. Ο Μπάμπης μας αγκάλιασε με ενθουσιασμό και οι βοηθοί έτρεξαν να μας ξαλαφρώσουν από τις αποσκευές μας. Μπήκαμε στην κλειστή βεράντα, όπου είχε τρεις αναπαυτικές πολυθρόνες και ένα τραπέζι. Εκεί βομβαρδιστήκαμε από ερωτήσεις. Και τι δεν είχαμε να διηγηθο
ύμε από μία εβδομάδα περιπλάνηση στη Σουμάτρα...


Στο αεροδρόμιο του Padang, φάνηκε άλλη μία φορά, πόσο χαλαροί είναι στην Ινδονησία οι κανονισμοί, ακόμη και για την εναέρειο κυκλοφορία. Φαίνεται για να διατηρείται ζωντανή η επαφή μεταξύ τόσων νησιών, που συχνά απέχουν μεταξύ τους εκατοντάδες μέχρι και χιλιάδες χιλιόμετρα, έχουν αναγάγει την σύντομη, αεροπορική επικοινωνία σε αυτονόητη καθημερινότητα. Το αεροδρόμιο απλό και οι έλεγχοι υποτυπώδεις. Ακόμη και μέσα στο αεροπλάνο, λείπει η αυστηρή τυπικότητα που ξέρουμε. Η καμπίνα του πιλότου χωρίζεται από εμάς μόνο με ένα μπερντέ στις εσωτερικές πτήσεις.

Αυτό που μας συνέβη όμως κατά την αναχώρηση, ήταν ακόμη πιο απίθανο. Το εισιτήριο το είχαμε βγάλει στη Σιγκαπούρη στο πρακτορείο του κυρίου Lee και πρόβλεπε από το Padang να πετάξουμε στη Σιγκαπούρη και από εκεί, αφού αλλάξουμε αεροπλάνο, να φύγουμε για τη Jakarta. Είχαμε ήδη δώσει τα πράγματά μας, όταν στον έλεγχο εισιτηρίων, ένας απλός υπάλληλος του αεροδρομίου, μας ρώτησε για τον προορισμό μας και έγινε ο εξής διάλογος:

• Γιατί κάνετε τέτοιο κύκλο, πρώτα Σιγκαπούρη και μετά Jakarta ;
• Μα έτσι έχει κανονίσει το εισιτήριό μας το πρακτορείο
• Εσείς δηλαδή δεν θέλετε να πάτε Σιγκαπούρη ;
• Οχι βέβαια! Αλλά γίνεται αλλοιώς ;
• Βεβαίως, μπήτε στο διπλανό αεροπλάνο, φεύγει σε δέκα λεπτά.
• Και τα πράγματά μας ;
• Μη σας νοιάζει.

Πήγε, είπε κάτι στις αεροσυνοδούς κι εμείς, πάντα αμφιβάλλοντας, επιβιβαστήκαμε γρήγορα-γρήγορα στο αεροπλάνο, ένα DC-9, λες και ανεβαίναμε σε λεωφορείο της γραμμής. Εδώ πρέπει να σημειώσω, ότι στη Σιγκαπούρη προσπαθήσαμε να βρούμε κατ' ευθείαν πτήση, αλλά, αφού ρώτησαν, μας είπαν ότι δεν γίνεται.


Σε λίγα λεπτά, πετούσαμε πάνω από τις κορυφογραμμές των βουνών της Σουμάτρα, που βλέπουν στον Ινδικό ωκεανό. Καθώς η μηχανή παίρνει ύψος, βλέπουμε όλο και μεγαλύτερο μέρος της θάλασσας, και στο βάθος φαίνονται κάποια νησιά, τα οποία κατά το χάρτη θα πρέπει να είναι τα Sipora, Pagai utara, Pagai selatan καθώς και άλλα μικρότερα ακατοίκητα.

Μετά από δύο ώρες πτήση, αφού περάσαμε πάνω από το σώμα της νοτίου Σουμάτρα, φάνηκαν οι βόρειες ακτές της Ιάβα. Στη δεξιά πλευρά, στο βάθος, πάλι μια ομάδα από νησάκια. Ένα από αυτά καπνίζει. Ξέρω ότι είναι το φοβερό Krakatau. Αυτό έκανε κάποτε, την περιοχή να τρέμη και ούτε σήμερα έπαψε να είναι υπαρκτή απειλή. Η τελευταία έκρηξη έγινε το 1883 και αποτελεί την μεγαλύτερη ιστορικώς καταγραμμένη ηφαιστειακή έκρηξη στον κόσμο. Αυτή είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία γιγαντιαίων τσουνάμι, μέχρι 40 μέτρα ύψος, που ερήμωσαν τα παράλια χωριά της νοτίου Σουμάτρα και της βορειοδυτικής Ιάβα και εξόντωσαν 36.000 ανθρώπους.

Πότε πέρασαν δυόμισυ ώρες; Tο μεγάφωνο είπε ότι ετοιμαζόμαστε για προσγείωση. Αριστερά μας εκτείνεται η θάλασσα της Ιάβα κατάσπαρτη από νησιά, τα Pulau Seribu (σημαίνει χίλια νησιά). Η Jakarta, από κάτω μας πλέον, ένας ωκεανός από σπίτια και κτίσματα...
Το Sukarno Hatta -διεθνές αεροδρόμιο της πρωτεύουσας- χωρίς να μπορή να συγκριθή με αυτό της Σιγκαπούρης, είναι αρκετά αξιοπρεπής αερολιμένας. Πιστεύω ότι είναι πολύ καλύτερος από το "Ελληνικό". Ιδίως έχει πολύ τοπικό χρώμα. Παντού βλέπεις σκαλιστές κολόνες, που δίνουν ανατολίτικη χροιά. Παντού καταφανής η ινδουϊστική-βουδιστική επίδραση στην τέχνη.

Όπως και άλλες φορές έτσι και εδώ, μας περικυκλώνουν διάφοροι θέλοντας να μας εξυπηρετήσουν, άλλοι περιμένοντας αμοιβή και άλλοι μη περιμένοντας τίποτε. Ιδίως δεκάδες ταξιτζήδες, μας περιβάλλουν και μας ρωτούν, πού θέλουμε να πάμε. Εμείς όμως χαιρόμαστε πλέον να χειριζόμαστε, τα μέσα που διαθέτει η χώρα και όχι μόνο για οικονομία, τα προτιμάμε. Έτσι βρίσκουμε το κατάλληλο λεωφορείο και φεύγουμε για το κέντρο της πόλεως.


Είκοσι λεπτά διαδρομής μέσα από τρομερά υποβαθμισμένες περιοχές. Χιλιόμετρα ολόκληρα εκτείνεται μία περιοχή με παράγκες, που θύμιζουν την καλύβα του Καραγκιόζη. Σε μία μεγάλη διασταύρωση, στρίβουμε αριστερά και μπαίνουμε στην μεγάλη λεωφόρο την Jalan Thamrin. Δεν αργεί να φανή, η από 32 κιλά καθαρό χρυσάφι, "χρυσή φλόγα" του 132 μέτρων ύψους μνημείου της ελευθερίας (Merdeka Monument), το οποίο σηματοδοτεί, πού ευρίσκεται το κέντρο της πρωτεύουσας. Βρισκόμαστε πια στο μοντέρνο τμήμα της πόλεως. Τεράστια κτήρια υπερσύγχρονου ρυθμού και στις δύο πλευρές της φαρδιάς λεωφόρου, έχουν αντικαταστήσει τις παράγκες. Δεν έχω δει πουθενά τόσο δίπλα-δίπλα την αθλιότητα και τη χλιδή. Πάρκα και δρόμοι με μοντέρνα σηματοδότηση ολοκληρώνουν την εικόνα από την Jakarta του μέλλοντος.

Μόλις σταμάτησε το ταξί έξω από το Wisata International, τρέχει ένας, παραδοσιακά ντυμένος, θυρωρός και μας ανοίγει την πόρτα. Κάνοντας βαθειά υπόκλιση περιμένει να βγούμε, ενώ ένας άλλος, όμοια ντυμένος, μας ανοίγει την γυάλινη πόρτα του ξενοδοχείου. Μπαίνοντας και πηγαίνοντας στη Reception, ρίχνω λοξές ματιές στην "αφρόκρεμα" των ντόπιων που κυκλοφορούν εκεί μέσα, καθώς και στους πλούσιους αλλά ξεθωριασμένους λευκούς και σκέπτομαι, τι ζητούσαμε εμείς μεταξύ τους.

Πρέπει να πω βεβαίως ότι ο μέσος Ευρωπαίος, για την Ινδονησία, αμείβεται σαν μεγιστάνας. Αρκεί για σύγκριση να αναφέρω ότι ο μισθός ενός Ινδονήσιου μηχανικού, όπως πληροφορήθηκα, είναι γύρω στα 23 αμερικανικά δολάρια το μήνα. Και να σκεφθή κανείς ότι ο μηχανικός είναι σχετικώς καλοπληρωμένος! Όλη η αίθουσα υποδοχής, διαθέτει κλιματισμό και είναι στολισμένη με τροπικά λουλούδια, εκ των οποίων ξεχωρίζει η Heliconia Wagneriana (lobster claw), ένα πολύ εντυπωσιακό φυτό με μεγάλα, γυαλιστερά φύλλα, όμοια με τα φύλλα της Canna Indica. Όμως σε αντίθεση μ' αυτήν, έχει μία ταξιανθία από μεγάλα σαρκώδη λουλούδια, που παντρεύουν το κόκκινο το κίτρινο και το πράσινο χρώμα, με ένα περίεργο σχήμα που μοιάζει περισσότερο με διακοσμητικό μόρφωμα. Ήταν τόσο ζωηρά και γυαλιστερά, που θάλεγες ότι είναι ψεύτικα. Δεν άντεξα στον πειρασμό και πήγα και τ' άγγιξα, για να βεβαιωθώ, πως δεν είναι πλαστικά.

Αφού κανονίσαμε τα δωμάτια και κάναμε και τα τηλεφωνηματά μας, πήραμε το ταξί που μας παρήγγηλε ο θυρωρός και ήρθαμε στου Μπάμπη. Ο Μπάμπης, όπως είπαμε, είναι ήδη κάμποσους μήνες στη Jakarta και έχει προσαρμοσθή στην εδώ ζωή και τις συνήθειες. Με τον, βάσει αμερικανικών προτύπων, μεγάλο του μισθό, το ωραίο του σπίτι στο μοντέρνο προάστειο και τους δύο ιθαγενείς οικιακούς βοηθούς, έμοιαζε να ζη σαν Άγγλος αποικιοκράτης. Εμείς ασυνήθιστοι σ' αυτά, ντρεπόμασταν να ζητήσουμε ακόμη και ένα ποτήρι νερό από την κοπέλα. Η Tari -το όνομά της σημαίνει χορός- είναι δεσμευτικά περιποιητική. Σε κοιτάει στα μάτια, σαν να θέλη να μαντέψη, τι θα μπορούσε να κάνη ακόμη για σένα και συνεχώς χαμογελάει. Ο Μπάμπης μας λέει να της δώσουμε τα άπλυτα μας να τα πλύνη και εμείς συμφωνήσαμε, μόνο εφόσον θα της κάναμε μετά κάποιο δώρο.