Συνέντευξη στον Γιώργο Γάτο, ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 8/8/2015
Επί πολλά
χρόνια ως επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ ΓΣΕΕ εκπονούσατε ετήσιες εκθέσεις
για την πορεία της οικονομίας και της απασχόλησης. Σήμερα με δεδομένες τις
παραδοχές του «υπό διαμόρφωση» τρίτου Μνημονίου και τις νέες συνθήκες που
επικρατούν στην αγορά, μετά τα capital controls και την επιδείνωση στο επτάμηνο
όλων των βασικών δεικτών, πώς προβλέπετε ότι θα κινηθούν έως το τέλος του
χρόνου αλλά και το 2016 η οικονομία και η απασχόληση;
Με τα
σημερινά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας, όπως αυτά διαμορφώθηκαν μετά από
έξι χρόνια πολιτικών λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης και επιδεινώθηκαν κατά
το 2015, είναι πλέον φανερό ότι, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, η
ανάκαμψη θα εμφανιστεί μετά το 2016. Συνακόλουθα θα επιδεινωθεί και η κατάσταση
στην αγορά εργασίας και ιδιαίτερα το επίπεδο της ανεργίας το οποίο εκτιμούμε
ότι από 25,6% (Ιούνιος 2015) ή 1,3 εκατ. άτομα θα διαμορφωθεί στο τέλος του
2016 στο 28% ή 1,4 εκατ. άτομα.
Κάτω από ποιες
προϋποθέσεις και με ποιες ενδεχόμενες διορθωτικές κινήσεις θα μπορούσε να γίνει
η «επανεκκίνηση» της οικονομίας και να υποστηριχθεί η διατήρηση και η
δημιουργία νέων θέσεων εργασίας;
Η
επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας προϋποθέτει το... αντίθετο της λιτότητας,
δηλαδή αναζωογόνηση της ανάπτυξης και σταδιακή δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Το τρίτο πρόγραμμα (Μνημόνιο) στην Ελλάδα που προβλέπει αυξήσεις στη φορολογία,
μειώσεις στις συντάξεις, αυτόματες περικοπές δαπανών αν δεν επιτευχθούν οι
δημοσιονομικοί στόχοι, πλήττουν, εκτός των άλλων, και το χαμηλού εισοδήματος
τμήμα του πληθυσμού εξ αιτίας της μείωσης των κοινωνικών και προνοιακών
δαπανών, καθώς και της αύξησης του ΦΠΑ, με αποτέλεσμα να ενισχύονται οι
αρνητικές επιπτώσεις στην αναπτυξιακή διαδικασία. Στις συνθήκες αυτές, σύμφωνα
με τη διεθνή έρευνα, οι δημόσιες επενδύσεις αποτελούν το αποτελεσματικότερο
εργαλείο τόνωσης της ανάπτυξης και επανεκκίνησης της οικονομίας δεδομένου ότι η
απόδοση για κάθε ευρώ που επενδύει το κράτος κυμαίνεται από 1,3 μέχρι 1,8 ευρώ
(Γερμανικό Ινστιτούτο ΙΜΚ, 2015). Στην κατεύθυνση αυτή, το περιεχόμενο ενός
τέτοιου προγράμματος προϋποθέτει τη χαλάρωση της λιτότητας, τις διαρθρωτικές
αλλαγές, την αναδιάρθρωση του χρέους και τη χρηματοδότηση ενός ισχυρού
επενδυτικού σχεδίου. Με άλλα λόγια, μια τέτοια αναπτυξιακή προοπτική απαιτεί
σχεδιασμένη παρέμβαση. Αυτό σημαίνει ότι στις 13 γεωγραφικές περιφέρειες της
χώρας απαιτείται να εκπονηθούν 13 master plans την ανάπτυξης και παραγωγικής
ανασυγκρότησης. Επιβάλλεται να απαντηθούν ποιες είναι οι αναπτυξιακές
δυνατότητες κάθε περιφέρειας και κάθε κλάδου, προκειμένου να πραγματοποιηθούν
συγκεκριμένες επενδύσεις με όρους καινοτομικής και αναπτυξιακής
επιχειρηματικότητας και όχι, όπως στο παρελθόν, με όρους επιδοματικής
επιχειρηματικότητας.
Εντός ή εκτός
ευρώ, όπως ορισμένοι ζητούν;
Η πορεία
επανεκκίνησης και ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας σε συνθήκες εθνικού
νομίσματος με τα σημερινά δεδομένα και χαρακτηριστικά της ελλειμματικής
παραγωγικής διάρθρωσης της χώρας, όπου τα 2/3 των αναγκών της ικανοποιούνται με
την εισαγωγή πρώτων υλών, ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων και υπηρεσιών, θα
επιφέρει σημαντικές συνέπειες στο ήδη συρρικνωμένο βιοτικό επίπεδο της μεγάλης
πλειοψηφίας του πληθυσμού, καθώς και σημαντικά ελλείμματα στην οικονομική και
παραγωγική λειτουργία που θα εκφραστούν με υποτιμήσεις, πληθωριστικές πιέσεις,
κλείσιμο επιχειρήσεων, ανεργία, φτωχοποίηση κ.ά.
Έχετε
αναλάβει να επικαιροποιήσετε τις μελέτες για τη βιωσιμότητα του Ασφαλιστικού.
Τι ελλείμματα προβλέπετε στον κλάδο των συντάξεων σε βάθος χρόνου;
Η
επικαιροποίηση των μελετών για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του Ασφαλιστικού και
ειδικότερα για τον κλάδο των συντάξεων (κύριων και επικουρικών) αναδεικνύει ότι
το ετήσιο έλλειμμα της κύριας ασφάλισης κατά την περίοδο 2015 ? 2016 ανέρχεται
στο επίπεδο των 2,4 δισ. ευρώ και το ετήσιο έλλειμμα της επικουρικής ασφάλισης
σε 1,3 δισ. ευρώ.
Στη δεκαετία
του 2020, η πορεία των ελλειμμάτων της κύριας και της επικουρικής ασφάλισης, σε
συνθήκες baby booming (2023 ? 2028), υψηλής ανεργίας και γήρανσης του πληθυσμού
είναι πολλαπλάσια αυξητική. Αξίζει να σημειωθεί ότι η γήρανση του πληθυσμού
συμβάλλει σήμερα στην αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών κατά 15% και το 2050 η
επιβάρυνση αυτή θα προσεγγίζει το 27%. Επίσης είναι ενδιαφέρον να τονιστεί ότι,
εάν οι περικοπές των συντάξεων και η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης
την περίοδο 2010 ? 2015 δεν συνοδεύονταν από τις συνθήκες ύφεσης και εκρηκτικής
αύξησης της ανεργίας, το οριακό έτος για την εξέλιξη των αποθεματικών θα ήταν
περίπου στο τέλος του 2025 και όχι στο τέλος του 2015. Με τα δεδομένα αυτά, το
ερώτημα είναι πώς τελικά θα καλύπτονται στο μέλλον τα προκύπτοντα ελλείμματα
λόγω γήρανσης του πληθυσμού και υψηλού επιπέδου ανεργίας; Με συνεχείς μειώσεις
συντάξεων και συνεχείς αυξήσεις εισφορών, όπως για παράδειγμα στη Γερμανία,
όπου το 2015 με ποσοστό εισφορών για κύρια σύνταξη 18,3% το ποσοστό αναπλήρωσης
που αντιστοιχεί είναι 48% του μισθού, ενώ το 2027 με ποσοστό εισφορών 20,8% το
ποσοστό αναπλήρωσης που θα αντιστοιχεί θα είναι 45,4% του μισθού; Η όπως, για
παράδειγμα, στην Ελλάδα όπου, σύμφωνα με τη μελέτη των δανειστών προβλέπεται
μείωση των συνταξιοδοτικών δαπανών από 16,2% του ΑΕΠ (2015) στο 15,5% το 2060
με ποσοστό αναπλήρωσης κύριας και επικουρικής σύνταξης, σε σχέση με το μισθό,
από 64,5% (2015) σε 56,8% (2060), ή με άλλους πιο σύνθετους ? κοινωνικούς,
αναπτυξιακούς και αποτελεσματικούς τρόπους;
Οι
παραμετρικές αλλαγές που ήδη ψηφίστηκαν ή αναμένεται να ψηφιστούν, με βάση τη
γνωστή συμφωνία της κυβέρνησης με τους εταίρους - δανειστές, αρκούν για να
στηρίξουν το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης;
Οι
παραμετρικές αλλαγές που ήδη ψηφίστηκαν ή αναμένεται να ψηφιστούν δεν αρκούν,
όπως αποδεικνύεται από την ελληνική και ευρωπαϊκή έρευνα, να υποστηρίξουν τη
μακροχρόνια οικονομική βιωσιμότητα και την κοινωνική αποτελεσματικότητα των
συνταξιοδοτικών συστημάτων στα κράτη - μέλη της Ε.Ε.
Και αυτό
γιατί η υπονόμευση της μακροχρόνιας οικονομικής βιωσιμότητας των συστημάτων
οφείλεται στο παρατεταμένο υψηλό επίπεδο της ανεργίας και στη γήρανση του πληθυσμού
και όχι στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, στα χρόνια ασφάλισης, στο ποσοστό
αναπλήρωσης κ.λπ. Η ερευνητική αυτή παρατήρηση σημαίνει ότι η ουσιαστική
αντιμετώπιση του προβλήματος προϋποθέτει την υλοποίηση αποτελεσματικών
πολιτικών ανάπτυξης, απασχόλησης και μιας ολοκληρωμένης δημογραφικής πολιτικής.
Διαφορετικά, θα είμαστε μάρτυρες περικοπών και φτωχοποίησης του ασφαλιστικού
και συνταξιοδοτικού πληθυσμού. Εξάλλου, οι παραμετρικές αλλαγές περισσότερο
προσαρμόζονται στις κατευθύνσεις του Συμφώνου Σταθερότητας παρά στην αναβάθμιση
του συστήματος κοινωνικής προστασίας.
Παραμένει ή
όχι στο τραπέζι η καθιέρωση νέων πηγών χρηματοδότησης για το Ασφαλιστικό; Το
ερώτημα προκύπτει καθώς η συμφωνία που όλοι γνωρίζουμε προβλέπει... καταργήσεις
πόρων που χρηματοδοτούν ακόμη και σήμερα τις συντάξεις.
Σε μια
περίοδο ύφεσης, πολιτικών εσωτερικής υποτίμησης και φορολογικής (άμεσης και
έμμεσης) επέκτασης, οι νέες πηγές χρηματοδότησης για το Ασφαλιστικό καθίστανται
εξ αντικειμένου συμπληρωματικές. Για παράδειγμα, η σχετική μελέτη εκτίμησε ότι
στις σημερινές συνθήκες και με τους προαναφερόμενους περιορισμούς, οι
προβλεπόμενοι πόροι από συμπληρωματικές πηγές χρηματοδότησης δεν υπερβαίνουν το
ποσό των 300 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι η
ενδεχόμενη κατάργηση πόρων που χρηματοδοτούν ακόμη και σήμερα συντάξεις,
προϋποθέτει ενδελεχή προκαταρκτική μελέτη, προκειμένου να διερευνηθούν και να
αντιμετωπιστούν οι προκαλούμενες σοβαρές συνέπειες στους ασφαλισμένους και τους
συνταξιούχους.
Ποιες
συγκεκριμένες πηγές χρηματοδότησης προκρίνετε;
Η σχετική
μελέτη, με αφετηρία τους προαναφερόμενους περιορισμούς, εξετάζει ως
συμπληρωματικές πηγές χρηματοδότησης την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας,
τις συμβάσεις παραχώρησης δημοσίων έργων, τις κρατικές προμήθειες, τις
φορολογικές και άλλες κατηγορίες προστίμων, τα κέρδη από τυχερά παιχνίδια και
το ΑΚΑΓΕ μετά το 2019. Η προσέγγιση της μελλοντικής αξιοποίησης υδρογονανθράκων
κατέστη ανενεργός δεδομένου ότι σήμερα τα αναμενόμενα έσοδα δεν μπορούν να
βεβαιωθούν και να εκτιμηθούν.
Με 1,3 εκατ.
ανέργους, τι μέλλον έχουν η μισθωτή εργασία και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις;
Πράγματι, με
1,3 εκατ. ανέργους το μέλλον της μισθωτής εργασίας, των συλλογικών
διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας θα είναι δυσμενές με την
έννοια της κυριαρχίας των ευέλικτων και εξατομικευμένων σχέσεων εργασίας. Στη
βάση αυτών των δυσμενών εξελίξεων στην αγορά εργασίας διαμορφώνονται οι
προτεραιότητες και οι στρατηγικές επιλογές των πολιτικών κοινωνικής προστασίας
με τη μετατόπιση του κέντρου βάρους του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος από το
διανεμητικό (κοινωνική αλληλεγγύη) στο κεφαλαιοποιητικό (εξατομικευμένο)
σύστημα κοινωνικής ασφάλισης (ιδιωτικά συνταξιοδοτικά σχήματα, βασική σύνταξη).
Με άλλα λόγια επιδιώκεται με τις νομοθετικές παρεμβάσεις στα κράτη - μέλη και
στην Ελλάδα, οι επιπτώσεις του δημογραφικού ελλείμματος καθώς και του
ελλείμματος της απασχόλησης - που διευρύνονται από τις ασκούμενες πολιτικές της
λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης - να χρηματοδοτηθούν από τη μείωση των
παροχών, την αύξηση των εισφορών, την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης κλπ
αντί η διαμόρφωση μιας αναπτυξιακής στρατηγικής, μιας αποτελεσματικής πολιτικής
απασχόλησης και μιας μακράς πνοής δημογραφικής πολιτικής να χρηματοδοτηθούν και
να θωρακιστούν με νέους πόρους από την αναπτυξιακή και αναδιανεμητική
λειτουργία της οικονομίας.
Υπάρχουν
περιθώρια και πόροι για να οικοδομηθεί στη χώρα ένα πραγματικό κράτος πρόνοιας,
ώστε να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη φτώχεια;
Η οργάνωση
και θεσμοποίηση εντός πραγματικού κράτους πρόνοιας αποτελεί τον πυρήνα μιας
στρατηγικής και πολιτικής κοινωνικής προστασίας, η οποία ουσιαστικά αποτυπώνει
τις κοινωνικές σχέσεις πάνω στην οικονομική δραστηριότητα του κράτους. Η
παρατήρηση αυτή συνιστά τη θεωρητική αφετηρία σύστασης και εξέλιξης του κράτους
πρόνοιας με την έννοια της ύπαρξης μηχανισμών κατανομής πόρων και απόδοσης
ορισμένων κοινωνικών πλευρών στην αναπαραγωγική λειτουργία της οικονομίας.
Στο θεωρητικό
και στρατηγικό αυτό πλαίσιο σύστασης και ανάπτυξης του κράτους πρόνοιας, η
αλλαγή για παράδειγμα του μεταπολεμικού μοντέλου οικονομικής και κοινωνικής
πολιτικής (εξαγωγές, σταθερότητα τιμών, κράτος πρόνοιας, κοινωνική δημοκρατία)
σε νεοφιλελεύθερο μοντέλο οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής (εξαγωγές,
ευελιξία/ανασφάλεια εργασίας, κοινωνικό dumping) από τα μέσα της δεκαετίας
του 1990 και μετά, περιορίζει τα περιθώρια και τους πόρους, απορυθμίζει και
μεταμορφώνει σταδιακά το κράτος - πρόνοιας σε κράτος - φιλανθρωπίας.
Κατά
συνέπεια, η στρατηγική οικοδόμησης ενός πραγματικού κράτους πρόνοιας που θα
αντιμετωπίζει, εκτός των άλλων, την αυξανόμενη φτώχεια, προϋποθέτει την
ανασύσταση του θεωρητικού πλαισίου, καθώς και την αλλαγή της ασκούμενης
κοινωνικής πολιτικής στην κατεύθυνση της διεύρυνσης των κοινωνικών δαπανών, των
κοινωνικών δικαιωμάτων και της εξασφάλισης των απαιτούμενων πόρων.
Η υπονόμευση
της μακροχρόνιας οικονομικής βιωσιμότητας των συστημάτων οφείλεται στο
παρατεταμένο υψηλό επίπεδο της ανεργίας και στη γήρανση του πληθυσμού και όχι
στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, στα χρόνια ασφάλισης, στο ποσοστό αναπλήρωσης
κ.λπ.
ΕΛΛΕΙΜΜΑ
- Αποκάλυψη -
βόμβα για το έλλειμμα στα ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης.
- 3,7 δισ. ευρώ
λείπουν για να πληρωθούν οι συντάξεις έως το 2016.
- 100.000 νέοι
άνεργοι θα προστεθούν στις λίστες ανεργίας έως το τέλος του 2016
ΔΗΜΟΣΙΕΣ
ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ
Σε συνθήκες
μνημονιακής προσαρμογής, σύμφωνα με τη διεθνή έρευνα, οι δημόσιες επενδύσεις
αποτελούν το αποτελεσματικότερο εργαλείο τόνωσης της ανάπτυξης και
επανεκκίνησης της οικονομίας, δεδομένου ότι η απόδοση για κάθε ευρώ που
επενδύει το κράτος κυμαίνεται από 1,3 μέχρι 1,8 ευρώ (Γερμανικό Ινστιτούτο ΙΜΚ,
2015). Στην κατεύθυνση αυτή, το περιεχόμενο ενός τέτοιου προγράμματος
προϋποθέτει τη χαλάρωση της λιτότητας, τις διαρθρωτικές αλλαγές, την
αναδιάρθρωση του χρέους και τη χρηματοδότηση ενός ισχυρού επενδυτικού σχεδίου.