Ιδεοληψίες ως πολιτικό πρόγραμμα
Οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 είχαν ήδη γίνει, και οι βενιζελικοί είχαν τσακιστεί. Θριαμβευτές είχαν αναδειχθεί οι αντιβενιζελικοί, προτάσσοντας σαφή επιχειρήματα: απόρριψη της παρέμβασης των «ξένων» που είχαν επιφέρει το 1917 την επικράτηση του «ξενόδουλου» Ελευθερίου Βενιζέλου· την ανάγκη να αποκατασταθεί η πληγείσα εθνική κυριαρχία και η «αξιοπρέπεια» του ελληνικού λαού· την επάνοδο του μάρτυρα βασιλιά Κωνσταντίνου. Στην παρατήρηση των βενιζελικών ότι η χώρα όφειλε να προστατεύσει τη σχέση της με τους Συμμάχους, υπήρχε μια απλή απάντηση: «Εμείς τον θέλουμε και θα τον φέρουμε».
Στις 22 Νοεμβρίου 1920, ημέρα του δημοψηφίσματος για την επάνοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου, η κορυφαία αντιβενιζελική εφημερίδα «Σκριπ» δημοσίευε στο πρωτοσέλιδό της φωτογραφία του και ολοσέλιδο άρθρο, χαρακτηριστικό της δύναμης των συναισθημάτων που προκαλούσε το μεγάλο αντιβενιζελικό σύμβολο. «Η Μεγαλειότης ενός ελευθέρου λαού προσκαλεί τον βασιλέα Κωνσταντίνον εις τον Θρόνον», δήλωνε ο τίτλος. Το όνομα του βασιλιά, γραμμένο στο άρθρο πέντε φορές με κεφαλαία πλάγια γράμματα, πλαισίωνε τη φωτογραφία: «Τα βουνά της Ηπείρου, αι Μακεδονικαί πεδιάδες αντήχησαν από τον παιάνα της Νίκης και ο παιάν αυτός ήτο εν όνομα: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ». Η εικόνα του στρατηλάτη που έμπαινε έφιππος στη Θεσσαλονίκη και στα Ιωάννινα μπορούσε να κάνει τον μέσο άνθρωπο του 1920 να αναλυθεί σε δάκρυα.
Κατόπιν ερχόταν η μνήμη των περιπετειών του βασιλιά μετά την αγγλογαλλική παρέμβαση εναντίον του το 1916-17: «Και μίαν ημέραν κατά την οποίαν ετέλει την μνήμην της θυσίας ενός άλλου ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ [η αποχώρηση έγινε στις 30 Μαΐου 1917], ο Βασιλεύς, υποχωρών χάριν της σωτηρίας του λαού Του εις την βίαν την ξένην, άφινεν ορφανήν την Ελλάδα, καμφθείσαν υπό μίαν μακράν τυραννίαν. […] Και μόλις [ο λαός] απέσεισε τα δεσμά του και το φίμωτρον, μία και μόνη φωνή ανεπήδησεν ως ευχαριστία προς τον Μέγαν θεόν της Δικαιοσύνης: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ». Και υψωνόταν τώρα, τόνιζε το «Σκριπ», «κυριαρχική και παντοκράτειρα της Ελλάδος η φωνή. Φωνή απευθυνομένη προς τους ισχυρούς της γης. Προς τους λαούς, οι οποίοι εγνώρισαν πώς οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι. Προς την ηθικήν της Ανθρωπότητος. Προς την Δικαιοσύνην. Προς την Ιστορίαν. Προς τους παρελθόντας Ελληνικούς αιώνας και προς το αγέννητον Μέλλον. Και η φωνή αυτή – φωνή λαού – Κυρίου φωνή – δονείται από εν όνομα».
Την ίδια ώρα, βέβαια, οι βενιζελικοί τόνιζαν ότι λόγω της επίδοσης κοινής διακοίνωσης από τους Συμμάχους, που τάσσονταν εναντίον της επιστροφής του βασιλιά, το δημοψήφισμα έπρεπε να αναβληθεί. Στη δεύτερη σελίδα, το «Σκριπ» δημοσίευε σχετική ανάλυση με την υπογραφή «Ο παλαιός». Δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας, τόνιζε ο αναλυτής. Μία από τις Δυνάμεις δυσανασχετούσε για τη Συνθήκη των Σεβρών: «Η Ελληνική πολιτική μεταβολή ήτο το πρόσχημα διά να θέσουν επί τραπέζης το ψητό, το οποίον ήτο η αναθεώρησις της Συνθήκης». Αλλά μία άλλη Δύναμη διαφωνούσε, και έτσι προέκυψε μια διακοίνωση «στρυφνή», που δεν έλεγε κάτι συγκεκριμένο και επομένως δεν είχε σημασία: «Διότι και ο Βασιλεύς έρχεται και η συνθήκη δεν αναθεωρείται και δάνεια θα κάμουν εις την Ελλάδα διά την εφαρμογήν της Συνθήκης».
Την επομένη, στο κύριο άρθρο του, το «Σκριπ» εξηγούσε πώς σκέφτηκε ο Ελληνας που ψήφισε για την επιστροφή του βασιλιά, αγνοώντας τις πιέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων: «Ας υποθέσω προς στιγμήν ότι θα απεφάσιζαν να μετέλθουν μέσα πιεστικά εναντίον μου. Ποία θα είνε αυτά; Αποκλεισμός; Ο πόλεμος έληξε και εις το καταστατικόν της Κοινωνίας των Εθνών υπάρχει διάταξις απαγορευτική. Εμπορικός αποκλεισμός; Είμαι πελάτης των, καταναλωτής δηλαδή. […] Βεβαίως θα εζημιούμην εγώ, αλλά θα εζημιούντο άλλο τόσον και αυτοί. Οικονομικαί πιέσεις; Και αυταί θα ήσαν επιζήμιοι και δι’ αυτούς, εφ’ όσον είναι δανεισταί μου και εγώ οφειλέτης των. Αναθεώρησις της Συνθήκης των Σεβρών εις βάρος μου; Ανεξαρτήτως του ότι κρατώ διά του Στρατού μου την Θράκην και την Σμύρνην, αποφασισμένος να μη τας εγκαταλείψω […] προς ποίον θα έδιδον την Σμύρνην και την Θράκην αν μου τας αφήρουν;».
του Πάσχου Μανδραβέλη, Καθημερινή, 19/4/2015
[...]
Υπάρχουν κάποιοι ανατριχιαστικοί ιστορικοί παραλληλισμοί της σημερινής κατάστασης με το προοίμιο της Μικρασιατικής Καταστροφής. Στη διακοίνωση των συμμάχων το 1920 ότι η επαναφορά του Κωνσταντίνου θα σήμαινε ρήξη στις σχέσεις τους με την Ελλάδα, η εφημερίδα των αντιβενιζελικών Σκριπ (23.11.1920) απαντούσε: «Αι Δυνάμεις με προειδοποιούν ότι αν επαναφέρω τον Βασιλέα μου θα δημιουργηθούν μεταξύ μας σχέσεις όχι φιλικαί. Θα επαναφέρω λοιπόν ΕΓΩ τον βασιλέα μου διότι είμαι βέβαιος ότι αι Δυνάμεις... δεν θα έχουν λόγον να δυσπιστούν και να ανησυχούν, συνεπώς αι σχέσεις μας δεν θα ζημιωθούν... Ας υποθέσω προς στιγμήν ότι θα απεφάσιζαν να μετέλθουν μέσα πιεστικά εναντίον μου. Ποιά θα είνε αυτά; Αποκλεισμός; Ο πόλεμος έληξε και εις το καταστατικόν της Κοινωνίας των Εθνών υπάρχει διάταξις απαγορευτική. Εμπορικός αποκλεισμός; Είμαι πελάτης τους, καταναλωτής δηλαδή... Βεβαίως θα εζημιούμην εγώ, αλλά θα εζημιούντο άλλο τόσον κι αυτοί. Οικονομικαί πιέσεις; Και αυταί θα ήσαν επιζήμιοι και δι’ αυτούς εφόσον είνε δανειστές μου κι εγώ οφειλέτης των. Αναθεώρησις της Συνθήκης των Σεβρών εις βάρος μου; Ανεξαρτήτως του ότι κρατώ διά του στρατού μου την Θράκην και την Σμύρνην... προς ποίον θα έδιδον την Σμύρνην και την Θράκην αν μου τας αφήρουν; Από την Συνθήκη των Σεβρών ο κερδίσας είναι κυριώτατα η Αγγλία και κατόπιν οι άλλοι σύμμαχοι... Η συνθήκη δεν είναι καθόλου εύκολο να αναθεωρηθεί. Και πάλι λοιπόν θα επαναφέρω τον Βασιλέα μου...».