της Ρίκας Βαγιάνη, 21/12/2011, protagon.gr
Η απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου επιβεβαιώνει με τον πιο θλιβερό τρόπο αυτό που τόσα στόματα ψιθύριζαν -ή φώναζαν- τόσο καιρό.
Από πού να το πιάσεις και να μη σε πνίξει;
Από το γεγονός ότι άνθρωποι ορκισμένοι να υπηρετήσουν τη χώρα, έπαιξαν στεγνό μπαρμπούτι με την άμυνά της; Από το ότι χρόνια σέρνονταν οι φήμες -αλλά τελικά το δικαστήριο για τη λήστευση της χώρας μας έγινε σε άλλη χώρα; Από το γεγονός ότι παρακολουθήσαμε αυτή τη δίκη σαν αμήχανοι θεατές;
Από το ότι εκατομμύρια ευρώ βγήκαν από τα ταμεία της Φεροστάλ για να τα τσεπώσουν οι διάφοροι (σκανδαλωδώς μη κατονομαζόμενοι) μιζοφάγοι;
Το τελευταίο χαστούκι –αυτό της απόφασης- είναι και το πιο οδυνηρό: Το έγκλημα αναγνωρίστηκε, άλλα μόνο το μισό: «Τιμωρήθηκαν» οι (προστατευμένα ανώνυμοι) μιζο-δότες. Κάτι καταδίκες της ντροπής, με αναστολή, κάτι προστιματάκια, για τα μάτια του κόσμου: Ποσά γελοία μπροστά σε όσα χλαπάκιασαν, σχεδόν λιγότερα από την ταρίφα που κόβουν σε μια ελληνική οικογένεια για να «τακτοποιήσει» τρεις ημιϋπαίθριους.
Το άλλο μισό έγκλημα –αυτό της δωροληψίας- μένει προς ώρας ατιμώρητο: Κανένας ένοχος. Κανένα όνομα. Μόνο μια εμετική αοριστία για «μεσάζοντες» και «άγνωστους παραλήπτες». Την ίδια ώρα το σπίτι μας καίγεται, μας διώχνουν από τις δουλειές, μας σφάζουν συντάξεις, μισθούς, σχολεία, νοσοκομεία, παροχές. Μας βγάζουν τεμπέληδες, φοροφυγάδες και «περισσευούμενους», μας ανακοινώνουν ότι δεν υπάρχουν λεφτά, δεν υπάρχουν δουλειές, και να μην περιμένουμε πια τίποτα, μάλλον να έχουμε και ενοχές, αφού «μαζί τα φάγαμε». Οι μισοί έχουμε τσιμπήσει. Σκοτωνόμαστε μεταξύ μας για ένα σκουληκιασμένο κόκαλο από αποφάγια του Μεγάλου Δείπνου. «Δίνουμε» τον περιπτερά μας επειδή δεν μας έκοψε μια απόδειξη για έξτρα-τυρογαριδάκια, αλλά δεν περιμένουμε καν να τιμωρηθεί κάποιος που έγινε πλούσιος αφήνοντάς μας να παλεύουμε με το χρέος, το κουτσό υποβρύχιο, τη ντροπή του ραγιά και τη ρετσινιά του κλέφτη.
Να δεις που κάποτε, θα μας πούνε και μαλάκες.
(Και να δεις που θα έχουν δίκιο.).