της Χριστίνας Ταχιάου, protagon.gr, 29/8/2014
Πρόσφατα, δημόσιος υπάλληλος έστειλε μια αναφορά στην υπηρεσία του. Με αυτήν, καταγγέλλει σημεία και τέρατα: ανθρωποειδή που ελέγχουν τον κόσμο μέσω της τροφής, ζώα που έχουν μεταμφιεστεί σε ανθρώπους και κρύβουν την αληθινή καταστροφική τους φύση, συνωμοσίες που θα μας εξοντώσουν, ότι αυτά τα τέρατα τον χώρισαν από τη γυναίκα του και δεν τον αφήνουν να αναπνεύσει και να πιει νερό κ.λπ.
Η αναφορά πήρε αριθμό πρωτοκόλλου. Ο προϊστάμενός του ήθελε να τον πείσει να την ανακαλέσει. «Για να μη δοθεί έκταση, βρε παιδί μου. Πού να μπλέκουμε τώρα;».
Πριν καιρό, ο συγκεκριμένος υπάλληλος είχε δημιουργήσει πάλι μια ανάλογη κατάσταση και διενεργήθηκε ΕΔΕ από τα κεντρικά της υπηρεσίας. Τα αποτελέσματά της δεν έγινε δυνατό να τα μάθουν οι συνάδερφοί του, οι οποίοι είναι εξαιρετικά ανήσυχοι: να ζητήσουν μετάθεση; να πηγαίνουν οπλισμένοι στη δουλειά επειδή φοβούνται ότι ο άνθρωπος αυτός μπορεί και να τους σφάξει; να τον μπαγλαρώσουν και να τον πάνε οι ίδιοι στο κοντινότερο ψυχιατρείο;
Το ζήτημα είναι ότι εάν οι συνάδερφοι αντιδράσουν, κινδυνεύουν να βρεθούν οι ίδιοι μπλεγμένοι: να τους μηνύσει ο «κυνηγημένος» για συκοφαντική δυσφήμηση, να τους κάνει αναφορά, να γίνει ΕΔΕ και ουδείς γνωρίζει πόσο πιο μακριά μπορεί να πάει η βαλίτσα.
Το πράγμα είναι, στην πραγματικότητα, τρισχειρότερο: ο άνθρωπος στον οποίον αναφέρομαι εργάζεται σε νευραλγικό πόστο σε σημαντικότατη υπηρεσία, στην οποία -λόγω θέσης και αρμοδιότητας- έχει ο ίδιος ελεύθερη πρόσβαση χωρίς κανέναν έλεγχο και μπορεί, ανά πάσα ώρα και στιγμή, να προκαλέσει βλάβη σε μηχανήματα ή, ακόμη, και επίθεση σε κάποιον/κάποιους από τους χιλιάδες ανθρώπους με τους οποίους έχει τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή. Σημειωτέον ότι όλοι οι υπόλοιποι που δεν εργαζόμαστε σε ανάλογη υπηρεσία περνάμε σκληρούς ελέγχους για να μπούμε εκεί.
Το ότι ο συγκεκριμένος υπάλληλος έχει καλές σπουδές και μεταπτυχιακούς τίτλους του διασφαλίζει ένα εξαιρετικά υψηλό για τους χαλεπούς καιρούς μας εισόδημα έστω και χωρίς να εργάζεται και πολύ, διότι ουδείς τολμά να τα βάλει μαζί του, αναγνωρίζοντας ότι ίσως του είναι πάρα πολύ εύκολο να ξεπεράσει το όριο με απρόβλεπτες συνέπειες. Ωστόσο, το ζήτημα της ασφάλειας είναι το πρωταρχικό – για τη δική μου λογική, τουλάχιστον.
Αυτό είναι το σύστημα στο ελληνικό δημόσιο. Να μην τολμάς να πειράξεις τον συνάδερφο που δεν έχει και πολύ σώας τας φρένας. Επειδή ξέρεις ότι εάν τυχόν αρχίσει το ξήλωμα του κουβαριού, μπορεί η μπάλα να πάρει κι εσένα.
Κάποιοι συνάδερφοι του «κυνηγημένου», αποφασισμένοι να μην αφήσουν και πάλι το σύστημα να κάνει τα δικά του, κινήθηκαν παρασκηνιακά. Μίλησαν σε αστυνομικούς με τους οποίους έχουν τη δυνατότητα συνεννόησης κι εκείνοι σε δικαστικούς που ξέρουν ότι κάποιες φορές το σύστημα πρέπει να παρακαμφθεί. Περιμένουμε τα αποτελέσματα με αγωνία.
Αλλά όπως λέει φίλος δημόσιος υπάλληλος, «όταν γίνει το κακό, όταν ο τύπος πάρει ένα μαχαίρι και έρθει να μας σφάξει, τα media θα τσιρίζουν ότι τα βλέπαμε και δε μιλούσαμε. Πες τους σε παρακαλώ ότι βάζουν κι αυτοί το λιθαράκι τους, με τη λογική της προστασίας σε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους αδιακρίτως και χωρίς καμιά αξιολόγηση. Το σύστημα έχει άψογες δικλείδες ασφαλείας για να μην παρεκτρέπεται κανείς και να μην αλλάζει τίποτα.». Προσθέτει, επίσης, ότι για πολλές περιπτώσεις δημοσίων υπαλλήλων υπάρχουν ενδείξεις συμπεριφοράς για την οποία απαιτείται αντιμετώπιση ειδικού, αλλά ουδείς τολμά να το αναφέρει, διότι θα υπάρχει η ρετσινιά του «καλά, γιατρός είσαι και αποφαίνεσαι ότι είναι τρελός;» Μου φαίνεται, πάντως, ότι εάν κάποιος είναι σίγουρος ότι μιλά με ανθρωποειδή με φάτσα ανθρώπου και ψυχή ζώου που του δηλητηριάζουν το νερό και του παίρνουν τη γυναίκα της ζωής του, βάσιμα μπορεί να εγείρει υποψίες ότι πρόκειται περί κλινικής περίπτωσης.
Προτιμούμε να συντηρούμε άρρωστες καταστάσεις αντί να τις κοιτάζουμε κατάματα και να τις αντιμετωπίζουμε. Το ζήτημα είναι εάν θα καθίσουμε για πολύ ακόμη να τις βλέπουμε να κακοφορμίζουν και τη γάγγραινα να εξαπλώνεται ή εάν θα αντιδράσουμε, επιτέλους, ως πολιτισμένη κοινωνία που θέλει να προχωρήσει πληρώνοντας το κόστος που αναλογεί.
Διότι, μέχρι στιγμής, απλώς πληρώνουμε και δεν προχωρούμε προς μια πολιτισμένη κοινωνία. Πάντως, πληρώνουμε.