03 February 2009

Βιβλία, βιβλία

Αναζητώντας τις Πινακοθήκες



Την ενοχή του γιατί αγνοούσε την ύπαρξη πολλών και σημαντικών πινακοθηκών στην Ελλάδα, που φιλοξενούν πραγματικούς θησαυρούς, ένας πολιτικός με μακρόχρονη σταδιοδρομία, ο Ιωάννης Βαρβιτσιώτης, την έκανε βιβλίο. Και μάλιστα ένα πολυτελές, έγχρωμο βιβλίο, με τίτλο «Αναζητώντας την τέχνη. Περιφερειακές Πινακοθήκες» (εκδόσεις «Μέλισσα»).

«
Το ενδιαφέρον μου για τις περιφερειακές πινακοθήκες της χώρας ξεκίνησε από ένα τυχαίο περιστατικό», αφηγείται ο ίδιος. «Βρισκόμουν στη Λάρισα, σε μια εκδήλωση μετά το πέρας της οποίας με πλησίασε μια κυρία και με πολύ ευγενικό τρόπο μου είπε: «Ασφαλώς δεν γνωρίζετε την πινακοθήκη μας, ελάτε, σας παρακαλώ να τη δείτε». Η ευγένειά της με έκανε να την ακολουθήσω. Και έμεινα κατάπληκτος. Ενας πλούτος έργων τέχνης κορυφαίων Ελλήνων ζωγράφων εκτίθετο εκεί».

Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι του σε όλες τις πινακοθήκες που παρουσιάζει, από το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Γουλανδρή στην Ανδρο ώς το Μουσείο Χαρακτικής «Βάσω Κατράκη» στο Αιτωλικό. Παρουσιάζει συνολικά 19 περιφερειακές πινακοθήκες-μουσεία με την ιστορία καθεμιάς, τον ιδρυτή της, την περιγραφή του κτιρίου της και των συλλογών της. Από την επιλογή των έργων που δημοσιεύονται στον τόμο αυτό, με την άριστη ποιότητα χρωμάτων που εγγυάται η «Μέλισσα», προσφέρεται ένα πανόραμα Νεοελληνικής Τέχνης, όπως επισημαίνει προλογικά ο ζωγράφος Παναγιώτης Τέτσης.

«Στον τόπο μας δεν ξεχειλίζουμε από ζωγραφική ατυχώς», σύμφωνα με τον κ. Τέτση, και δεν υπάρχουν «προοπτικές μεγάλων δωρεών συλλογών, γιατί προοπτική δομήσεως καλυτέρων συνθηκών για την Εθνική στέγη τέχνης δεν διαφαίνεται». Ετσι δημιουργήθηκαν πολλά περιφερειακά μουσεία, τα οποία «στεγάζουν όχι λίγα αριστουργήματα». «Πολλά εξ αυτών παρέμεναν άγνωστα για πολλούς από εμάς γιατί έλειπε η ευρεία δημοσιότητα και η εκδοτική παρουσίαση». Αυτή την έλλειψη προσπαθεί να καλύψει ο τόμος αυτός, ο οποίος «επιπλέον ωθεί το φιλότεχνο και ενδιαφερόμενο κοινό σε γνωριμία μετ' επισκέψεων σ' αυτά τα μικρά απομακρυσμένα ιδρύματα από την άπληστη αλλά ακόμη φτωχή κι αυτή, πρωτεύουσα».

Το βιβλίο παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση στο Μέγαρο Μουσικής από τους Π. Τέτση, Μάγια Τσόκλη, Ολίνκα Μηλιαρέση-Βαρβιτσιώτη και Αντώνη Παπαδημητρίου. Τη συζήτηση συντόνισε η Εύη Κυριακοπούλου.

(Ν.Κ.-Ρ., Ελευθεροτυπία, 31/1/2009)

02 February 2009

Επιλεκτική και καθαρτήρια (;) λήθη

Ιντερμέδιο



Μεταξύ των βιβλίων που υπομονετικά «με περίμεναν» εδώ και λίγους μήνες ήταν και Οι πόλεμοι της μνήμης του Χάγκεν Φλάισερ (εκδόσεις «Νεφέλη»), με τον χαρακτηριστικό πλάγιο τίτλο «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος στη δημόσια Ιστορία», Ευτυχώς, οι ολιγοήμερες διακοπές, των Χριστουγέννων μού επέτρεψαν να το πιάσω στα χέρια μου και να το διαβάσω (σχεδόν απνευστί, μάλιστα).

«Μύθοι», λοιπόν, σχετικοί με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και έμφαση στον τρόπο με τον οποίο κράτη, κυβερνήσεις και ΜΜΕ (δια)χειρίζονται μνήμες, καθώς και ιστορικές «εκκρεμότητες» κάθε είδους. Αλλά και αρκετά άγνωστα (σε μένα, τουλάχιστον) στοιχεία, σχετικά με το πρόσφατο παρελθόν των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών. Πολύτιμες πληροφορίες και επισημάνσεις, επίσης, για «ιδρυτικούς μύθους» του μεταπολέμου σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ολλανδία, η Ιταλία κ.ά. Μύθους που παρουσιάζουν αυτές τις χώρες, αλλά και άλλες, σαν θύματα, και μόνο θύματα, των Γερμανών. Και βέβαια, αποσιώπηση του εκτεταμένου φιλογερμανικού και φιλοναζιστικού ρεύματος σε αρκετές περιπτώσεις, με αντίστοιχο εξωραϊσμό και υπερτονισμό των αντιστασιακών διαθέσεων και ενεργειών του τοπικού πληθυσμού.

Ακόμα και οι Αυστριακοί διεκδίκησαν μετά το 1945 την ιδιότητα των «θυμάτων» του Γ' Ράιχ, προσπαθώντας να «σβήσουν» το γεγονός ότι οι Γερμανοί έγιναν ενθουσιωδώς δεκτοί το 1938 στην Αυστρία, όπως άλλωστε και το γεγονός ότι ο ίδιος ο Χίτλερ ήταν Αυστριακός.

Μιλώντας, λοιπόν, για ιδρυτικούς μύθους μεταπολεμικών ευρωπαϊκών δημοκρατιών, οι Γάλλοι καλλιέργησαν τον μύθο της παλλαϊκής αντίστασης, λες και το καθεστώς του Βισύ ξεφύτρωσε «από το πουθενά», ή λες και ο στρατάρχης Πεταίν δεν είχε εκατομμύρια υποστηρικτές. Οι Ιταλοί, πάλι, έγιναν όλοι το 1945 αντιφασίστες που ποτέ δεν συμπαθούσαν τον Μουσολίνι, λες και δεν υπήρξαν τα ενθουσιώδη πλήθη που αποθέωναν τον Ντούτσε στην Πιάτσα Βενέτσια, ή λες και εκατοντάδες χιλιάδες Ιταλοί (πολίτες της λεγόμενης Δημοκρατίας του Σαλό) δεν εξακολούθησαν να πολεμούν στο πλευρό των Γερμανών έως την άνοιξη του 1945. Αντίστοιχα, σε ό,τι αφορά τις διώξεις των Εβραίων της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, ευσχήμως αποσιωπήθηκε ο ρόλος αρκετών «τοπικών κοινωνιών», τα μέλη των οποίων με ιδιαίτερη προθυμία κατέδωσαν -ή και εξόντωσαν τα ίδια- τους «μη άριους» γείτονές τους και συμπολίτες τους.

Και ακόμα, μιλώντας για επιλεκτική μνήμη, ποιος ξέρει ή ποιος θυμάται πως οι μεραρχίες που πολεμούσαν λυσσαλέα κατά των Ρώσων στις παρυφές του Βερολίνου, τον Απρίλιο του 1945, ήταν επανδρωμένες όχι με Γερμανούς, αλλά κυρίως με εθελοντές από άλλες χώρες της Ευρώπης; Ποιος γνωρίζει ότι λίγο πριν από την Απόβαση στη Νορμανδία περίπου 1.000 στρατιώτες των Συμμάχων σκοτώθηκαν στη νότια Αγγλία από φίλια πυρά, λόγω λάθους κατά τη διάρκεια άσκησης; Ποιος θέλει να θυμάται ότι οι Σοβιετικοί άφησαν σκόπιμα (σταματώντας αναίτια την προέλασή τους) την πολωνική αντίσταση να αποδεκατιστεί στους υπονόμους της Βαρσοβίας, ώστε να έχουν «το πάνω χέρι» στη μεταπολεμική Πολωνία;

Ακόμα και οι τόσο έντονα χαραγμένες στη συλλογική μνήμη φωτογραφίες των Αμερικανών να καρφώνουν τη σημαία τους στον λόφο της Ιβοζίμα ή των Σοβιετικών να την υψώνουν στο Ράιχσταγκ, είναι σήμερα γνωστό ότι τραβήχτηκαν λίγες μέρες μετά τα γεγονότα, με σκοπό να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της πολεμικής προπαγάνδας, αλλά και των ΜΜΕ της εποχής.

Συμπερασματικά, ένα βιβλίο που αξίζει, νομίζω, να διαβαστεί απ' όποιον ενδιαφέρεται για τον τόσο μακρινό αλλά και τόσο πρόσφατο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, και κυρίως για τον τρόπο με τον οποίο αυτός έχει «αξιοποιηθεί» από διάφορους κατά καιρούς, και «αξιοποιείται» έως σήμερα. Οσο για κάποιες επικαλύψεις και επαναλήψεις που υπάρχουν, υποθέτω πως οφείλονται στο ότι τα κείμενα γράφτηκαν σε διάφορες εποχές και με διάφορες αφορμές και ευκαιρίες (συνέδρια, δημοσιεύσεις κ.ά.) Μια καλύτερη «οργάνωση» του πλούσιου υλικού θα είχε μειώσει ίσως τον όγκο του βιβλίου, κάνοντάς το πιο «ευκολοδιάβαστο» από τον μέσο αναγνώστη. Ας μη γινόμαστε όμως μίζεροι, ιδιαίτερα όταν έχουμε να κάνουμε με τόσο αξιόλογες και χρήσιμες δουλειές και εκδόσεις.

(ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΠΑΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/01/2009)

01 February 2009

Άλλη μια υπόθεση έτοιμη για ευτελισμό

...
Ο Τούρκος ηθοποιός Αττίλας Ολγκάτς σήκωσε μπροστά στην κάμερα ψηλά το χέρι του, σημάδεψε με τον αντίχειρά του και προσποιήθηκε τον θόρυβο που κάνει το όπλο την ώρα που εκπυρσοκροτεί. Με αυτή την κίνησή του έδειξε παραστατικότατα στους τηλεθεατές πώς δολοφόνησε το καλοκαίρι του 1974 έναν 19χρονο, αφοπλισμένο και δεμένο, Ελληνοκύπριο αιχμάλωτο πολέμου στη διάρκεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Και από την ώρα εκείνη άνοιξε ο ασκός του Αιόλου σε Άγκυρα, Λευκωσία, Αθήνα και Βρυξέλλες.

Ο ασκός του Αιόλου άνοιξε όμως με ανέξοδες πατριωτικές δηλώσεις και σε όλο το μικρόκοσμο του εθνικισμού και παλικαρισμού στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σε εφημερίδες, ραδιο-τηλεοράσεις, blogs και καφενεία. Πάνω δε στην αναταραχή βγήκε από το ράφι και ο (ξεχασμένος) κ. Παπαθεμελής και υπέβαλε στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών μηνυτήρια αναφορά κατά του Τούρκου ηθοποιού Ολγκάτς.

Νομικός δεν είμαι, αλλά τις τελείως αναγκαίες, απλές νομικές έννοιες τις κατέχουμε όλοι επαρκώς, ήδη από το σχολείο που διδασκόμασταν κάποιο μάθημα αγωγής του καλού πολίτη κτλ. Αναρωτιέμαι λοιπόν, τί μπορεί να σημαίνει η μηνυτήρια αναφορά του κ. Παπαθεμελή. Έγινε το εγκληματικό περιστατικό σε ελληνικό έδαφος ώστε να έχει αρμοδιότητα η ελληνική δικαιοσύνη; Ουχί! Εμπλέκεται ως θύμα ή ως δράστης Έλληνας πολίτης ώστε να αφορά το περιστατικό αυτό το ελληνικό δικαστικό σύστημα; Ουχί! Το θύμα ήταν Κύπριος και από την Κύπρο θα έπρεπε να κινηθούν οι δικαστικές ενέργειες. Ο δράστης είναι Τούρκος και, εννοείται, εκεί πρέπει να ξεκινήσουν ανακριτικές ενέργειες. Ήταν το θύμα, έστω μακρινός, συγγενής του κ. Παπαθεμελή; Ουχί! Από τη Μακεδονία είναι ο συγκεκριμένος αρχηγός κόμματος κι εκεί εκλεγόταν βουλευτής. Κατοικούσε ή κατοικεί ο δράστης στο ελληνικό έδαφος, ώστε να τίθεται θέμα έκδοσής του σε κάποια χώρα για να δικαστεί; Ουχί! Και ούτε πρόκειται να βάλει ποτέ στο μέλλον πόδι ο Ολγκάτς σε ελληνικό έδαφος ή σε έδαφος χώρας-μέλους της Ε.Ε.

Τότε γιατί υπέβαλε μηνυτήρια αναφορά ο κ. Παπαθεμελής; Επειδή οι Κύπριοι είναι Έλληνες και ελληνόφωνοι; Με την ίδια λογική θα έπρεπε οι Γερμανοί να επεμβαίνουν και να υπερασπίζονται τους Αυστριακούς ή τα περίπου 2/3 των Ελβετών που είναι επίσης γερμανόφωνοι - και αντίστροφα. Να μην επεκταθώ τώρα σε Βρετανούς, Αυστραλούς, Καναδούς και πολίτες των ΗΠΑ, γιατί θα πάει πολύ μακριά η βαλίτσα.

Προφανώς, ο κ. Παπαθεμελής παρενέβη στη συγκεκριμένη υπόθεση για να υπενθυμίσει την ύπαρξή του, να κάνει τα απαραίτητα περάσματα από ραδιόφωνα και τηλεοράσεις και να διεκδικήσει, όποτε στηθούν κάλπες, καμιά ψήφο από εθνοπρεπείς πατριώτες. Χωρίς να έχω πληροφορίες, είμαι βέβαιος ότι το θέμα θα παιχτεί κι από όλους τους ομοϊδεάτες του κ. Παπαθεμελή, από πολιτικά βήματα και εκκλησιαστικούς άμβωνες. Θα αναπτυχθεί δε μέχρι βαρεμάρας, ώστε να ευτελιστεί κι αυτό μαζί με όλα τα υπόλοιπα όμοια θέματα που κατέληξαν σε αερολογίες, κατάρες και απειλές μεταξύ (κατά βάσιν συμφωνούντων) Ελλήνων.