Ιντερμέδιο
Μεταξύ των βιβλίων που υπομονετικά «με περίμεναν» εδώ και λίγους μήνες ήταν και Οι πόλεμοι της μνήμης του Χάγκεν Φλάισερ (εκδόσεις «Νεφέλη»), με τον χαρακτηριστικό πλάγιο τίτλο «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος στη δημόσια Ιστορία», Ευτυχώς, οι ολιγοήμερες διακοπές, των Χριστουγέννων μού επέτρεψαν να το πιάσω στα χέρια μου και να το διαβάσω (σχεδόν απνευστί, μάλιστα).
«Μύθοι», λοιπόν, σχετικοί με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και έμφαση στον τρόπο με τον οποίο κράτη, κυβερνήσεις και ΜΜΕ (δια)χειρίζονται μνήμες, καθώς και ιστορικές «εκκρεμότητες» κάθε είδους. Αλλά και αρκετά άγνωστα (σε μένα, τουλάχιστον) στοιχεία, σχετικά με το πρόσφατο παρελθόν των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών. Πολύτιμες πληροφορίες και επισημάνσεις, επίσης, για «ιδρυτικούς μύθους» του μεταπολέμου σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ολλανδία, η Ιταλία κ.ά. Μύθους που παρουσιάζουν αυτές τις χώρες, αλλά και άλλες, σαν θύματα, και μόνο θύματα, των Γερμανών. Και βέβαια, αποσιώπηση του εκτεταμένου φιλογερμανικού και φιλοναζιστικού ρεύματος σε αρκετές περιπτώσεις, με αντίστοιχο εξωραϊσμό και υπερτονισμό των αντιστασιακών διαθέσεων και ενεργειών του τοπικού πληθυσμού.
Ακόμα και οι Αυστριακοί διεκδίκησαν μετά το 1945 την ιδιότητα των «θυμάτων» του Γ' Ράιχ, προσπαθώντας να «σβήσουν» το γεγονός ότι οι Γερμανοί έγιναν ενθουσιωδώς δεκτοί το 1938 στην Αυστρία, όπως άλλωστε και το γεγονός ότι ο ίδιος ο Χίτλερ ήταν Αυστριακός.
Μιλώντας, λοιπόν, για ιδρυτικούς μύθους μεταπολεμικών ευρωπαϊκών δημοκρατιών, οι Γάλλοι καλλιέργησαν τον μύθο της παλλαϊκής αντίστασης, λες και το καθεστώς του Βισύ ξεφύτρωσε «από το πουθενά», ή λες και ο στρατάρχης Πεταίν δεν είχε εκατομμύρια υποστηρικτές. Οι Ιταλοί, πάλι, έγιναν όλοι το 1945 αντιφασίστες που ποτέ δεν συμπαθούσαν τον Μουσολίνι, λες και δεν υπήρξαν τα ενθουσιώδη πλήθη που αποθέωναν τον Ντούτσε στην Πιάτσα Βενέτσια, ή λες και εκατοντάδες χιλιάδες Ιταλοί (πολίτες της λεγόμενης Δημοκρατίας του Σαλό) δεν εξακολούθησαν να πολεμούν στο πλευρό των Γερμανών έως την άνοιξη του 1945. Αντίστοιχα, σε ό,τι αφορά τις διώξεις των Εβραίων της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, ευσχήμως αποσιωπήθηκε ο ρόλος αρκετών «τοπικών κοινωνιών», τα μέλη των οποίων με ιδιαίτερη προθυμία κατέδωσαν -ή και εξόντωσαν τα ίδια- τους «μη άριους» γείτονές τους και συμπολίτες τους.
Και ακόμα, μιλώντας για επιλεκτική μνήμη, ποιος ξέρει ή ποιος θυμάται πως οι μεραρχίες που πολεμούσαν λυσσαλέα κατά των Ρώσων στις παρυφές του Βερολίνου, τον Απρίλιο του 1945, ήταν επανδρωμένες όχι με Γερμανούς, αλλά κυρίως με εθελοντές από άλλες χώρες της Ευρώπης; Ποιος γνωρίζει ότι λίγο πριν από την Απόβαση στη Νορμανδία περίπου 1.000 στρατιώτες των Συμμάχων σκοτώθηκαν στη νότια Αγγλία από φίλια πυρά, λόγω λάθους κατά τη διάρκεια άσκησης; Ποιος θέλει να θυμάται ότι οι Σοβιετικοί άφησαν σκόπιμα (σταματώντας αναίτια την προέλασή τους) την πολωνική αντίσταση να αποδεκατιστεί στους υπονόμους της Βαρσοβίας, ώστε να έχουν «το πάνω χέρι» στη μεταπολεμική Πολωνία;
Ακόμα και οι τόσο έντονα χαραγμένες στη συλλογική μνήμη φωτογραφίες των Αμερικανών να καρφώνουν τη σημαία τους στον λόφο της Ιβοζίμα ή των Σοβιετικών να την υψώνουν στο Ράιχσταγκ, είναι σήμερα γνωστό ότι τραβήχτηκαν λίγες μέρες μετά τα γεγονότα, με σκοπό να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της πολεμικής προπαγάνδας, αλλά και των ΜΜΕ της εποχής.
Συμπερασματικά, ένα βιβλίο που αξίζει, νομίζω, να διαβαστεί απ' όποιον ενδιαφέρεται για τον τόσο μακρινό αλλά και τόσο πρόσφατο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, και κυρίως για τον τρόπο με τον οποίο αυτός έχει «αξιοποιηθεί» από διάφορους κατά καιρούς, και «αξιοποιείται» έως σήμερα. Οσο για κάποιες επικαλύψεις και επαναλήψεις που υπάρχουν, υποθέτω πως οφείλονται στο ότι τα κείμενα γράφτηκαν σε διάφορες εποχές και με διάφορες αφορμές και ευκαιρίες (συνέδρια, δημοσιεύσεις κ.ά.) Μια καλύτερη «οργάνωση» του πλούσιου υλικού θα είχε μειώσει ίσως τον όγκο του βιβλίου, κάνοντάς το πιο «ευκολοδιάβαστο» από τον μέσο αναγνώστη. Ας μη γινόμαστε όμως μίζεροι, ιδιαίτερα όταν έχουμε να κάνουμε με τόσο αξιόλογες και χρήσιμες δουλειές και εκδόσεις.
«Μύθοι», λοιπόν, σχετικοί με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και έμφαση στον τρόπο με τον οποίο κράτη, κυβερνήσεις και ΜΜΕ (δια)χειρίζονται μνήμες, καθώς και ιστορικές «εκκρεμότητες» κάθε είδους. Αλλά και αρκετά άγνωστα (σε μένα, τουλάχιστον) στοιχεία, σχετικά με το πρόσφατο παρελθόν των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών. Πολύτιμες πληροφορίες και επισημάνσεις, επίσης, για «ιδρυτικούς μύθους» του μεταπολέμου σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ολλανδία, η Ιταλία κ.ά. Μύθους που παρουσιάζουν αυτές τις χώρες, αλλά και άλλες, σαν θύματα, και μόνο θύματα, των Γερμανών. Και βέβαια, αποσιώπηση του εκτεταμένου φιλογερμανικού και φιλοναζιστικού ρεύματος σε αρκετές περιπτώσεις, με αντίστοιχο εξωραϊσμό και υπερτονισμό των αντιστασιακών διαθέσεων και ενεργειών του τοπικού πληθυσμού.
Ακόμα και οι Αυστριακοί διεκδίκησαν μετά το 1945 την ιδιότητα των «θυμάτων» του Γ' Ράιχ, προσπαθώντας να «σβήσουν» το γεγονός ότι οι Γερμανοί έγιναν ενθουσιωδώς δεκτοί το 1938 στην Αυστρία, όπως άλλωστε και το γεγονός ότι ο ίδιος ο Χίτλερ ήταν Αυστριακός.
Μιλώντας, λοιπόν, για ιδρυτικούς μύθους μεταπολεμικών ευρωπαϊκών δημοκρατιών, οι Γάλλοι καλλιέργησαν τον μύθο της παλλαϊκής αντίστασης, λες και το καθεστώς του Βισύ ξεφύτρωσε «από το πουθενά», ή λες και ο στρατάρχης Πεταίν δεν είχε εκατομμύρια υποστηρικτές. Οι Ιταλοί, πάλι, έγιναν όλοι το 1945 αντιφασίστες που ποτέ δεν συμπαθούσαν τον Μουσολίνι, λες και δεν υπήρξαν τα ενθουσιώδη πλήθη που αποθέωναν τον Ντούτσε στην Πιάτσα Βενέτσια, ή λες και εκατοντάδες χιλιάδες Ιταλοί (πολίτες της λεγόμενης Δημοκρατίας του Σαλό) δεν εξακολούθησαν να πολεμούν στο πλευρό των Γερμανών έως την άνοιξη του 1945. Αντίστοιχα, σε ό,τι αφορά τις διώξεις των Εβραίων της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, ευσχήμως αποσιωπήθηκε ο ρόλος αρκετών «τοπικών κοινωνιών», τα μέλη των οποίων με ιδιαίτερη προθυμία κατέδωσαν -ή και εξόντωσαν τα ίδια- τους «μη άριους» γείτονές τους και συμπολίτες τους.
Και ακόμα, μιλώντας για επιλεκτική μνήμη, ποιος ξέρει ή ποιος θυμάται πως οι μεραρχίες που πολεμούσαν λυσσαλέα κατά των Ρώσων στις παρυφές του Βερολίνου, τον Απρίλιο του 1945, ήταν επανδρωμένες όχι με Γερμανούς, αλλά κυρίως με εθελοντές από άλλες χώρες της Ευρώπης; Ποιος γνωρίζει ότι λίγο πριν από την Απόβαση στη Νορμανδία περίπου 1.000 στρατιώτες των Συμμάχων σκοτώθηκαν στη νότια Αγγλία από φίλια πυρά, λόγω λάθους κατά τη διάρκεια άσκησης; Ποιος θέλει να θυμάται ότι οι Σοβιετικοί άφησαν σκόπιμα (σταματώντας αναίτια την προέλασή τους) την πολωνική αντίσταση να αποδεκατιστεί στους υπονόμους της Βαρσοβίας, ώστε να έχουν «το πάνω χέρι» στη μεταπολεμική Πολωνία;
Ακόμα και οι τόσο έντονα χαραγμένες στη συλλογική μνήμη φωτογραφίες των Αμερικανών να καρφώνουν τη σημαία τους στον λόφο της Ιβοζίμα ή των Σοβιετικών να την υψώνουν στο Ράιχσταγκ, είναι σήμερα γνωστό ότι τραβήχτηκαν λίγες μέρες μετά τα γεγονότα, με σκοπό να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της πολεμικής προπαγάνδας, αλλά και των ΜΜΕ της εποχής.
Συμπερασματικά, ένα βιβλίο που αξίζει, νομίζω, να διαβαστεί απ' όποιον ενδιαφέρεται για τον τόσο μακρινό αλλά και τόσο πρόσφατο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, και κυρίως για τον τρόπο με τον οποίο αυτός έχει «αξιοποιηθεί» από διάφορους κατά καιρούς, και «αξιοποιείται» έως σήμερα. Οσο για κάποιες επικαλύψεις και επαναλήψεις που υπάρχουν, υποθέτω πως οφείλονται στο ότι τα κείμενα γράφτηκαν σε διάφορες εποχές και με διάφορες αφορμές και ευκαιρίες (συνέδρια, δημοσιεύσεις κ.ά.) Μια καλύτερη «οργάνωση» του πλούσιου υλικού θα είχε μειώσει ίσως τον όγκο του βιβλίου, κάνοντάς το πιο «ευκολοδιάβαστο» από τον μέσο αναγνώστη. Ας μη γινόμαστε όμως μίζεροι, ιδιαίτερα όταν έχουμε να κάνουμε με τόσο αξιόλογες και χρήσιμες δουλειές και εκδόσεις.
(ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΠΑΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/01/2009)