του Σ.Φρ.
Στο σπίτι ήμασταν πολλά αδέλφια
και είχα την τύχη να με έχει βαφτίσει ένας ευκατάστατος γείτονας. Όποτε τον
επισκεπτόμουν, έπαιρνα δωράκια, καραμέλες και άλλα καλά. Έναν αδελφό μου τον είχε
βαφτίσει κάποιος επώνυμος μεγαλοδικηγόρος, ο κ. Κώστας Θ., ο οποίο φαίνεται ότι
βάφτιζε μαζικά, κάθε Κυριακή 2-3 μωρά, αλλά μετά τίποτα, τα ξέχναγε! Ούτε ένα τηλεφώνημα
δεν έκανε για τον βαφτισιμιό! Έτσι ο αδελφός μου είχε παράπονο ότι δεν είχε δει
από το νονό του ούτε μια καραμέλα, ούτε και τον ίδιο συνάντησε ποτέ!
Θα ήταν 7-8 ετών ο στερημένος από
νονό αδελφός μου, όταν μια μέρα έπεσε τηλεφώνημα από το γραφείο του μεγαλοδικηγόρου.
Λέει στη μητέρα μας η γραμματέας: «Ο κ. Θ. θα ήθελε να δει τον βαφτισιμιό του,
τόσα χρόνια δεν κατάφερε, γιατί είχε πάρα πολλές δουλειές… Να τον φέρετε μεθαύριο
στις 12 το μεσημέρι στο γραφείο, στην οδό Αιόλου…»
Ντύνει η μητέρα μας τον αδελφό
μου με το ναυτικό κοστουμάκι, να κάνει καλή εντύπωση το παιδί, του έπλυνε τα αυτιά και το λαιμό που είχαν μαζέψει τις σκόνες όλης της γειτονιάς, του έφτιαξε και
μια χωρίστρα στο άτακτο μαλλί και φεύγουν όλο χαρά και ελπίδες για την οδό Αιόλου. Όταν επέστρεψαν σε 1-2 ώρες κατάκοποι, μας διηγήθηκαν τα συμβάντα.
Πηγαίνουν στο κτίριο με το γραφείο του μεγαλοδικηγόρου,
ανεβαίνουν στον τέταρτο όροφο και βλέπουν εκεί μια συγκέντρωση 30-40 ανθρώπων, όλοι
με παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Ρωτάει η μητέρα μας, πώς θα δει τον κ. Θ.
και της απαντούν, όλοι για τον κ. Θ. περιμένουν. Πόσην ώρα περιμένετε; Άλλος 2 ώρες,
άλλος 1 ώρα, άλλος λιγότερο… Και τα παιδιά είχαν αρχίσει να βαριούνται, άλλα πάλευαν
μεταξύ τους, άλλα γκρίνιαζαν, άλλα έπαιζαν με το ασανσέρ…
Περίμενε και η μητέρα μας με τον
αδελφό μου κανένα τέταρτο, είδε κι απόειδε αφού όλο έρχονταν νέοι επισκέπτες
αλλά οι παλιοί δεν λιγόστευαν και σηκώθηκε να φύγει. Κέρασε στο δρόμο ένα παγωτό τον
αδελφό μου για να μην γκρινιάζει και γύρισαν σπίτι χωρίς άλλες φασαρίες.