22 July 2012

Πήραν την Πόλη, πήραν και το ωμέγα...


του Παντελή Μπουκάλα, Καθημερινή, 22/7/2012

Λήμμα «φωνήεν». Αντιγράφω προσεχτικά το ερμήνευμα που δίνει το λεξικό: «Κάθε ηχηρός φθόγγος που μπορεί να σχηματίσει μόνος του συλλαβή και που παράγεται με την ελεύθερη διέλευση (χωρίς πρόσκρουση σε φραγμό ή στενό) του εκπνεόμενου αέρα από τον λάρυγγα και τη στοματική κοιλότητα: η Ελληνική γλώσσα φωνητικώς έχει πέντε φωνήεντα (τα /α/, /e/, /i/, /o/, /u/) τα οποία δηλώνονται στη γραφή με 7 (φωνητικά) γράμματα (τα α, ε, η, ι, ο, υ, ω)». Ορίστε; Μόνο πέντε φωνήεντα έχει η ελληνική γλώσσα; Οχι εφτά; Ποιος αρνησίγλωσσος και αρνησίπατρις λέει όλα τούτα τα απίστευτα; Ποιο όργανο του κισινγκερισμού γράφει αυτά τα ανελλήνιστα και κερκοπορτικά, διευκολύνοντας τους πολέμιους του πολιτισμού και της γλώσσας μας να μας πλήξουν στο είναι μας, να διαλύσουν τις αντιστάσεις μας, να μας υποδουλώσουν πνευματικά;

Ο υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Διά Βίου Μάθησης επί πρωθυπουργίας Λουκά Παπαδήμου τα λέει όλα αυτά. Ο κ. Γιώργος Μπαμπινιώτης. Και τα λέει στο Λεξικό του με τις τόσες εκδόσεις και πωλήσεις, που χαρακτηρίζεται ευρέως εθνικό (πιθανότατα και από ανθρώπους που δεν το έχουν φυλλομετρήσει καν) και προβάλλεται σαν αναμφισβήτητη αξία, ακόμα και σίριαλ. Λοιπόν; Ολετήρας και ο κ. Μπαμπινιώτης; Ε, τι άλλο; Αφού δεν του έφταναν όσα λέει στο Λεξικό του, ούτε τα ίδια κι απαράλλαχτα που γράφει στη Γραμματική Κλαίρη - Μπαμπινιώτη, αλλά έσπευσε προχθές να γράψει και τα εξής στην ιστοσελίδα του: «Προσοχή! Είναι κρίμα -αν όχι ντροπή- να ξαναγυρίσουμε σήμερα, στον 21ο αιώνα, στα λάθη, δηλαδή στη σύγχυση φθόγγων και γραμμάτων ή, αλλιώς, στη σύγχυση προφοράς και γραφής, που γίνονταν στις παλαιότερες γραμματικές. Εχουμε τόσα άλλα προβλήματα να αντιμετωπίσουμε».

Και πράγματι έχουμε πολλά και σοβαρότατα προβλήματα να αντιμετωπίσουμε πριν χρειαστεί να κατασκευάσουμε (για τις ανάγκες της αγιάτρευτης ιδεοληψίας μας) ένα ψευτοπρόβλημα με τον σπαραξικάρδιο τίτλο «Μας κλέβουν τα φωνήεντα και τα σύμφωνά μας», τον παιδαριωδώς συνωμοσιολαγνικό υπότιτλο «Οργανωμένο σχέδιο εξόντωσης της ελληνικής γραμματικής» και τον επιστημονικώς έγκυρο επίτιτλο «Τρίζουν τα κόκαλα του Πλάτωνα». Εχουμε να αντιμετωπίσουμε το πραγματικό πρόβλημα της υποκλοπής της περιουσίας μας με τα αλλεπάλληλα χαράτσια και τις ατέλειωτες μειώσεις. Να πολεμήσουμε την υποκλοπή του αυτοσεβασμού μας, έτσι όπως φίλοι και πιστωτές μάς μεταχειρίζονται σαν τεμπέληδες της εύφορης Ελλάδας (το ελαφρότερο) ή σαν διεφθαρμένους μέχρις ενός και μέχρι το κόκαλο. Και να αναιρέσουμε την υποκλοπή της εθνικής μας κυριαρχίας,  ομολογημένη άλλωστε από την κ. Μέρκελ αλλά και από τους εν Ελλάδι παντοειδείς μερκελόφρονες.

Αλλά να που οι γλωσσαμύντορες ανακάλυψαν άλλη μία συνωμοσία εις βάρος του έθνους και της γλώσσας μας, η οποία, «ως γνωστόν», είναι γλώσσα «παμμήτειρα», η μοναδική «μαθηματική»,   «μουσική», «νοηματική» κ. λπ. Με πρώτη   «βολή» τη διαμαρτυρία μιας δασκάλας που, καταπώς φαίνεται, δεν είχε κατανοήσει τι διδάχτηκε στην Ακαδημία της, και, ως εκ τούτου, δεν κατανοούσε επί σειρά ετών και τι λαθεμένο δίδασκε στα παιδιά που περνούσαν από την τάξη της, ξέσπασε πόλεμος με πρωτοσέλιδα αναθέματα από όλες τις εκδοχές του «γαλάζιου» κιτρινισμού και με αβυσσαλέο φανατισμό (ισοβαθή της αμάθειας) από τα κατάμαυρα μπλογκ της επαγρυπνούσας εθνικοφροσύνης· αμέτρητα τα μπλογκ αυτά, σκέπασαν με τη χλαπαταγή τους τις επιστημονικά ενήμερες απόψεις που διατυπώθηκαν σε άλλα ιστολόγια, όπως στου Νίκου Σαραντάκου. 

Ποια τα όπλα των γλωσσαμυντόρων; Τα συνήθη: η ημιμάθεια ή και η πλήρης άγνοια, η ελληνοκαπηλεία, η χυδαία διαστρέβλωση των δεδομένων, η δημαγωγία, η απύθμενης επιπολαιότητας συνωμοσιολογία, το μίσος κατά των επιστημόνων, ή τέλος πάντων η λαϊκιστική εχθρότητα κατά των ειδικών. Την εχθρότητα αυτή κήρυξε και ο λογιοφέρνων Βύρων Πολύδωρας· είτε πεισμωμένος επειδή δεν έγινε πρόεδρος της Βουλής είτε για να προλάβει τους άλλους ψηφοθηρούντες γλωσσομάχους του χώρου του, Αδώνιδες και λοιπούς, έσπευσε να ξιφουλκήσει πρώτος. Να καταθέσει ερώτηση στη Βουλή (στο στυλ που είχε εκείνο το ανεπανάληπτο «Πού πάμε βρε, πού πάμε!» του Βασίλη Αυλωνίτη) και, σαν κάτι ανάμεσα σε Τυρταίο και Ρήγα Φεραίο, να σαλπίσει: «Ελληνες, γρηγορείτε!».

Φυσικά και πρέπει να γρηγορούμε. Ωστε ν’ ακούμε με ευλάβεια όχι τις φαντασιώσεις μας αλλά την Ιστορία, που έχει λ. χ. να μας πει ότι η προσωδία άρχισε να χάνεται πριν εμφανιστεί επί Γης ο Ιησούς Χριστός, και μόνο ο Διονύσης Σαββόπουλος πίστεψε κάποια στιγμή ότι συλλαβίζουμε ακόμα τα μακρά και τα βραχέα δίχως καν να το καταλαβαίνουμε. Ν’ ακούμε και τους όντως ειδήμονες, γλωσσολόγους, φιλολόγους, γραμματολόγους εν γένει, που βουτάνε τη γλώσσα τους στο μυαλό τους πριν πουν οτιδήποτε. 

Ετούτη μάλιστα τη φορά, και αντίθετα με ότι συνέβη σε άλες φάσεις του άλυτου καταπώς φαίνεται γλωσσικού μας προβλήματος, δεν υπάρχει η παραμικρή ενδοφιλολογική διχογνωμία, όπως έδειξε και το κείμενο των 140 απελπισμένων (από την επέλαση του ανορθολογισμού) γλωσσολόγων. Ολοι πρεσβεύουν και υποστηρίζουν το ίδιο, αυτονόητο άλλωστε: Αυτό που ακούνε τα αυτιά μας, το όμικρον δηλαδή σαν /ο/ και το ωμέγα πάλι σαν /ο/ και όχι σαν /οο/, όπως το ακούει ίσως ο κ. Βύροον. Αυτό που έγραψε στη δική του Γραμματική, το 1940, ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης - ένας εθνοπροδότης κι αυτός, όπως δείχνει το όμικρον του μικρού του ονόματος.

Το ότι όλοι διαθέτουμε γλώσσα και μιλάμε δεν μας καθιστά γλωσσολόγους, ακριβώς όπως δεν μας καθιστά πνευμονολόγους το ότι διαθέτουμε πνευμόνια και ανασαίνουμε. Το ότι κάποτε καθίσαμε σε θρανία και κάτι μάθαμε δεν μας εξασφαλίζει τη διά βίου κατοχυρωμένη γνώση· και όχι μόνο επειδή η μνήμη ατονεί και αστοχεί, αλλά και επειδή οι επιστήμες δεν μένουν καθηλωμένες· εξελίσσονται και ενίοτε αυτοανατρέπονται· οφείλουμε λοιπόν να ανανεώνουμε τη γνώση μας αν θέλουμε να ’χει κάποιο έρεισμα η γνώμη μας. Το ότι είμαστε πολιτικοί και διαθέτουμε υπέρογκη «πολιτική βούληση» δεν σημαίνει ότι δικαιούμαστε να δηλώνουμε και αυθεντίες της γλωσσολογίας, αποστομώνοντας είκοσι Σωσύρηδες και τριάντα Τριανταφυλλίδηδες. 

Τέλος, το ότι είμαστε «έγκριτοι δημοσιογράφοι» (και) του ραδιοφώνου δεν σημαίνει ότι είμαστε σπεσιαλίστες της φωνολογίας. Πριν χτυπήσουμε εθνικό συναγερμό λοιπόν, χρήσιμο και αυτοπροστατευτικό θα ήταν να ανοίξουμε μια Γραμματική, να μάθουμε τι εστί δίγραμμα. Χρήσιμο θα ήταν δηλαδή να προσκρούουν σε κάποιο φραγμό μέσα μας οι λέξεις πριν ξεφύγουν αγριεμένες ή απλώς ανόητες.