της Ιωάννας Σουφλέρη, ΒΗΜΑ, 26/8/2012
Εdward Ο. Wilson: The social conquest of earth, Εκδόσεις Liveright, 202, σελ. 352
τιμή 28 ευρώ, στο βιβλιοπωλειο Διαδρομές
Στα τέλη του 1897 ο Πολ Γκογκέν άρχισε να ζωγραφίζει το τελευταίο έργο του. Βρισκόταν στην Πολυνησία και η ζωή δεν του φερόταν και τόσο καλά: υπέφερε από σύφιλη και η νόσος είχε ήδη πλήξει την καρδιά του, η κόρη του που ζούσε στη Γαλλία είχε μόλις πεθάνει από πνευμονία και η οικονομική κατάστασή του ήταν σχεδόν δραματική. Ο ζωγράφος είχε σχεδιάσει να δώσει τέλος στη ζωή του μετά την ολοκλήρωση του έργου, αλλά ποτέ δεν έφτασε να πιει το αρσενικό που είχε προμηθευτεί για τον σκοπό αυτόν.
Το έργο, χαρακτηριστικό της πολυνησιακής περιόδου του Γκογκέν, περιγράφει τη διαδρομή ενός ανθρώπου από τη βρεφική ηλικία ως τα γηρατειά, ενώ κεντρική θέση κατέχει στον πίνακα το άγαλμα ενός θεού. Πάνω αριστερά, αποκαλύπτοντας τα υπαρξιακά προβλήματα που τον βασάνιζαν, ο ζωγράφος σημείωσε: «Από πού ερχόμαστε;/ Τι είμαστε;/Πού πάμε;» (D'ou Venons Nous?/ Que Sommes Nous?/ Ou Αllons Nous?).
Προφανώς ο Γκογκέν δεν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος άνθρωπος που βασάνιζε το μυαλό του με αυτά τα ερωτήματα, τα τόσο απλά στη διατύπωσή τους, αλλά τόσο δύσκολο να απαντηθούν. Η ανθρώπινη ιστορία βρίθει μύθων που έχουν στόχο να καθησυχάσουν το πνεύμα που μάταια πάσχει να τοποθετήσει τον άνθρωπο στον χώρο, στον χρόνο, στο Σύμπαν. Οι θρησκείες κάνουν ακριβώς το ίδιο. Ακόμη θυμάμαι την πάγια ερώτηση SOS του συμπαθέστατου θεολόγου μας στα θρησκευτικά της Γ' Γυμνασίου: «Από πού έρχομαι, για ποιο σκοπό ζω και πού πηγαίνω;» με σωστή απάντηση ότι δημιουργηθήκαμε κατ' εικόνα και ομοίωση του Θεού και πως στόχος της ζωής μας θα ήταν να πραγματώσουμε αυτό το δυναμικό.
Διαχρονικά ερωτήματα
Ως άλλος Γκογκέν, ο 82χρονος εξελικτικός βιολόγος και «πατέρας» της Κοινωνιοβιολογίας Εντουαρντ Γουίλσον (Edward O. Wilson) στη δύση της ζωής του επιχειρεί να απαντήσει στα ίδια ερωτήματα, χρησιμοποιώντας μάλιστα ως έναυσμα τον μεγαλειώδη πίνακα. Φυσικά, ο καθένας στον τομέα του! Στη θέση του πίνακα ο Γουίλσον έχει να επιδείξει το προσφάτως εκδοθέν, πολυαναμενόμενο και ήδη αμφιλεγόμενο βιβλίο του «The social conquest of Earth». («Η κοινωνική κατάληψη της Γης»).
Πολύ γρήγορα ο συγγραφέας απορρίπτει τη θρησκεία ως προς τη δυνατότητά της να δώσει πειστικές εξηγήσεις στα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα ενώ το ίδιο επικριτικός είναι και με τη φιλοσοφία. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο πρώτο κεφάλαιο (σελίδα 8) «Το μεγάλο αίνιγμα της ανθρώπινης κατάστασης δεν μπορεί να επιλυθεί καταφεύγοντας στη θεμελιωμένη σε μύθους θρησκεία, ούτε μπορεί να επιλυθεί μέσω της ενδοσκόπησης. Χωρίς βοήθεια, η λογική διερεύνηση δεν έχει τρόπο να συλλάβει τις ίδιες τις διεργασίες της. Οι περισσότερες από τις δραστηριότητες του εγκεφάλου δεν γίνονται καν αντιληπτές από το συνειδητό. Οπως το τοποθέτησε κάποτε ο Δαρβίνος, ο εγκέφαλος είναι ένα προπύργιο το οποίο δεν μπορεί να καταληφθεί με κατά μέτωπον επίθεση».
Αλλά, κατά τον Γουίλσον και οι τέχνες είναι ανεπαρκείς για την κατάκτηση του μεγάλου στόχου: «Η σκέψη για τη σκέψη αποτελεί διαδικασία ζωτικής σημασίας για τις δημιουργικές τέχνες αλλά μας λέει πολύ λίγα σχετικά με τον τρόπο που σκεφτόμαστε όπως σκεφτόμαστε και τίποτε για την αιτία της αρχικής προέλευσης των δημιουργικών τεχνών. Η συνείδηση, έχοντας εξελιχθεί κατά τη διάρκεια ενός αγώνα ζωής και θανάτου εκατομμυρίων ετών, και ακόμη περισσότερο εξαιτίας αυτού του αγώνα, δεν σχεδιάστηκε για αυτοεξέταση. Σχεδιάστηκε για επιβίωση και αναπαραγωγή».
Επιστημονικές απαντήσεις
Πώς προτίθεται λοιπόν ο Γουίλσον να δώσει απαντήσεις στα διαχρονικά θεμελιώδη ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης; Φυσικά μέσω της επιστήμης! Αλλά γνωρίζοντας και τους περιορισμούς της: «Μέσα στην επόμενη γενιά, πιθανότατα θα έχουμε προοδεύσει αρκετά ώστε να εξηγήσουμε τη φυσική βάση της συνείδησης. Αλλά όταν η φύση της συνείδησης αποκαλυφθεί, θα γνωρίζουμε τότε τι είμαστε και από πού προήλθαμε; Οχι!.. θα χρειαστούμε γνώση συγκεντρωμένη τόσο από τις κλασικές όσο και από τις ανθρωπιστικές επιστήμες για να αντιληφθούμε πώς και γιατί ο εγκέφαλος εξελίχθηκε με τον τρόπο που εξελίχθηκε».
Ο Γουίλσον θεωρεί ότι τώρα που έχουν γίνει τεράστιες πρόοδοι σε μια σειρά επιστημών (όπως η Μοριακή Γενετική, η Νευροβιολογία, η Εξελικτική βιολογία, η Οικολογία, η Αρχαιολογία, η Ιστορία), ο δρόμος για να απαντηθούν τα δύο πρώτα ερωτήματα της προέλευσης και της ταυτότητάς μας περνά μέσα από την απάντηση δύο διαφορετικά διατυπωμένων ερωτημάτων: «Το πρώτο είναι γιατί υφίσταται εξελιγμένη κοινωνική ζωή και γιατί έχει συμβεί τόσο σπάνια στην ιστορία της ζωής. Το δεύτερο αφορά την ταυτότητα των κινητηρίων δυνάμεων που την γέννησαν».
Πράγματι, αν το σκεφτεί κανείς σε βάθος θα δει ότι οι άνθρωποι μοιραζόμαστε με πολύ λίγα άλλα είδη την ικανότητα ανάπτυξης πολύπλοκων κοινωνικών δομών. Μυρμήγκια, μέλισσες, σφήκες, τερμίτες και άνθρωποι έχουν αναπτύξει αυτό που ο Γουίλσον ονομάζει «eusociality» (ευ-κοινωνικότητα), έχουν δηλαδή δημιουργήσει κοινωνίες στις οποίες συμβιούν αρμονικά περισσότερες από μία γενιές και στις οποίες υπάρχει σαφής καταμερισμός εργασίας. Ακόμη περισσότερο, πρόκειται για κοινωνίες τα μέλη των οποίων πολλές φορές δρουν αλτρουιστικά, θυσιάζουν το δικό τους καλό ή ακόμη και τον ίδιο τους τον εαυτό για το καλό του συνόλου.
Ανθρωποι και έντομα
Εχοντας αφιερώσει την επαγγελματική ζωή του στην μελέτη των κοινωνικών εντόμων, ο Γουίλσον χρησιμοποιεί εξαιρετικά παραδείγματα για να καταδείξει την ευ-κοινωνικότητά τους. Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή των μυρμηγκιών-φυλλοκοπτών τα οποία «κόβουν τμήματα φύλλων, λουλουδιών και κλαδιών, τα κουβαλούν στις φωλιές τους και μασάνε αυτό το υλικό δημιουργώντας έναν πολτό τον οποίο στη συνέχεια γονιμοποιούν με τα ίδια τους τα περιττώματα. Πάνω σε αυτό το πλούσιο υλικό καλλιεργούν το κυρίως φαγητό τους, έναν μύκητα που ανήκει σε είδος που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στη φύση. Η κηπουρική τους είναι οργανωμένη σαν μια γραμμή παραγωγής, όπου το υλικό περνά από τη μία εξειδικευμένη κάστα στην άλλη».
Αλλά η συνέργεια των εντόμων δεν περιορίζεται σε ειρηνικά έργα. Ομοίως εντυπωσιακές είναι και οι περιγραφές συνεργειών οι οποίες εξασφαλίζουν τη δημιουργία αμυντικών οχυρωματικών έργων καθώς επίσης και οι πολεμικές και κυνηγητικές τακτικές που χρησιμοποιούν. Παραδείγματος χάριν, πληροφορούμαστε ότι ένα είδος μυρμηγκιών της Αφρικής επελαύνουν κατά εκατομμύρια το ένα πίσω από το άλλο και κατασπαράσσουν τα μικρά ζώα που βρίσκουν στον δρόμο τους.
Αν η γεωργία και ο πόλεμος είναι τα κοινά χαρακτηριστικά των ανθρώπων και των κοινωνικών εντόμων, υπάρχουν και διαφορές οι οποίες κατά τον Γουίλσον εκπηγάζουν από τη διαφορετική εξελικτική ιστορία μας. Τα κοινωνικά έντομα εξελίχθηκαν πριν από 100 εκατομμύρια χρόνια, ενώ εμείς είμαστε πρόσφατες προσθήκες στην ιστορία της Γης. Η ευ-κοινωνικότητα των εντόμων αυτών λοιπόν μπορεί να εξηγηθεί με βάση τις εξελικτικές πιέσεις που υπέστησαν και οι οποίες είχαν ως συνέπεια, μεταξύ άλλων, οι εργάτριες μιας κυψέλες να μην είναι παρά οι ρομποτικές προεκτάσεις του μητρικού γονιδιώματος.
Υπό αυτό το πρίσμα μια κυψέλη μπορεί να θεωρηθεί ως ένας οργανισμός. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να ισχύει για τους ανθρώπους. Σαφώς τα μέλη μιας κοινωνίας δεν μπορούν να θεωρηθούν ένας και μοναδικός οργανισμός! Οι άνθρωποι διαθέτουμε πολύπλοκους εγκεφάλους, δεν κινούμαστε από καθαρό ένστικτο και ανεξάρτητα από την κοινωνία στην οποία ανήκουμε ανταγωνιζόμαστε μεταξύ μας για τροφικές πηγές και αναπαραγωγική επιτυχία.
Αλτρουιστικά διλήμματα
Πώς λοιπόν εξηγείται εξελικτικά η ανάπτυξη της δικής μας κοινωνικότητας; Και ακόμη περισσότερο, πώς εξηγούνται οι αλτρουιστικές συμπεριφορές; Αν η μεταφορά των γονιδίων μας στην επόμενη γενιά είναι το μεγάλο ζητούμενο, πώς έχουν επιλεγεί και παραμείνει στον πληθυσμό τα γονίδια των ατόμων που θυσιάζονται για το καλό του συνόλου;
Η πρώτη πειστική απάντηση σε αυτόν τον γρίφο δόθηκε από τον ίδιο τον Γουίλσον πριν από τέσσερις και πλέον δεκαετίες. Βασισμένος σε μαθηματικά μοντέλα τα οποία είχε αναπτύξει ο βρετανός εξελικτικός βιολόγος W.D. Hamilton , ο Γουίλσον εξήγησε την παραμονή των γονιδίων της αλτρουιστικής συμπεριφοράς στον πληθυσμό μέσω της επιλογής συγγενών (kin selection).
Απλουστευμένα, η επιλογή συγγενών προϋποθέτει ότι το άτομο με αλτρουιστική συμπεριφορά, αν και δεν περνά τα γονίδιά του στην επόμενη γενιά, στην ουσία η θυσία του δεν πάει χαμένη εφόσον γίνεται για συγγενείς του οι οποίοι μοιράζονται τα ίδια γονίδια με αυτόν. Τα κλασικά παραδείγματα του άτεκνου εύπορου θείου που φροντίζει να εξασφαλίσει τις σπουδές των ανιψιών του ή της ανύπαντρης θείας που συμβάλλει στην ανατροφή των παιδιών των αδελφών της εξηγούν πώς η φροντίδα για μέλη που ανήκουν στην επόμενη γενιά της οικογένειάς μας δεν είναι παρά φροντίδα για το έμμεσο πέρασμα των γονιδίων μας σε αυτή. Και φυσικά μαζί με όλα τα γονίδια περνούν και εκείνα της αλτρουιστικής συμπεριφοράς.
Ο Γουίλσον εξέδωσε το 1975 το βιβλίο με τίτλο «Sociobiology: The new Synthesis» στο οποίο εξηγούσε με εξελικτικούς όρους την ανθρώπινη συμπεριφορά και στο οποίο η επιλογή συγγενών και τα μαθηματικά μοντέλα του Χάμιλτον κατείχαν κεντρικό ρόλο. Αν και το βιβλίο προκάλεσε αρχικά πολλές αντιδράσεις, στη συνέχεια όχι μόνο έγινε αποδεκτό, αλλά αποτέλεσε και τη βάση πάνω στην οποία θεμελιώθηκε το πεδίο της κοινωνιοβιολογίας.
Οικογένεια ή ομάδα;
Και εκεί όπου όλοι ήταν ευτυχείς με την επιλογή συγγενών, έρχεται ο πατέρας της κοινωνιοβιολογίας και αλλάζει τα πάντα!
Με άρθρο του στην επιθεώρηση «Nature» (24 Αυγούστου 2010), το οποίο συνυπογράφεται από τους συναδέλφους του στο Χάρβαρντ μαθηματικούς Μartin Νowak και Corina Τarnita, εξηγεί ότι η επιλογή συγγενών δεν αρκεί για να εξηγήσει την αλτρουιστική συμπεριφορά.
Θεωρεί ότι αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσω της επιλογής ομάδας (group selection). Για τους τρεις συγγραφείς το γεγονός ότι οι κοινωνικά ανεπτυγμένοι οργανισμοί συνηθίζουν να δείχνουν αβρότητα προς τους συγγενείς τους είναι ένα παραπροϊόν του γεγονότος ότι ανήκουν σε ομάδες, αλλά βάσει των μοντέλων τους, η συγγένεια δεν μπορεί να είναι η γενεσιουργός αιτία της παρατηρούμενης συγγενικής αβρότητας.
Την άποψη ότι για την επιβίωση της ομάδας είναι απαραίτητες η συνεργασία, η επικοινωνία και ο αλτρουισμός, τόσο για τα κοινωνικά έντομα όσο και για τους ανθρώπους, αναπτύσσει στο βιβλίο του ο Γουίλσον, που προκάλεσε την μήνιν των συναδέλφων του με το άρθρο του και συνεχίζει να την προκαλεί με το βιβλίο. Ολα δείχνουν ότι, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, το ερώτημα της αλτρουιστικής συμπεριφοράς θα παραμείνει ανοιχτό. Αλλά δεν μπορεί κανείς να αποφασίσει για την απάντηση χωρίς να λάβει υπόψη το βιβλίο του Γουίλσον.