Ένας θεατρικός μονόλογος
της Αδαμαντίας Ξηρίδου
Ξύπνησα μ’ ένα κεφάλι να! Η πιτζάμα στάζει ιδρώτα. Να τη διπλώσω μη τη δει η μαμά. Χτες εκεί που έκανε χαρά Θεού, λιακάδα, βλέπω μια λευκή ουρά κι ύστερα άπλωσε ομίχλη, Ιριδίζοντα σύννεφα. Τίγκα στο τοξικό. Τι θα μας ξημερώσει πάλι. Να πιω το γάλα μου.
Η μαμά παράγγειλε να βγω να ψωνίσω. Πω, πω πρέπει να βγω! Να πάρω τη μάσκα. Ψωμάκι, πορτοκάλια, ντομάτες και σκόρδο να φτιάξει φακές. Φακούλες! Μου είπε σκόρδο, για, δε μου είπε; Να πάρω ή να μην πάρω; Αυτά παθαίνω. Εδώ (δείχνει το μυαλό του) κάθεται. Η σκόνη αλουμινίου. Κολλάει το σύστημα και ξεχνάω. Κι εσείς ξεχνάτε, ε; Δεν είμαι μόνο εγώ. Όλους μας ψεκάζουν. Το δελτίο ενημέρωσε για άμμο από την Αφρική. Ε, καλά παραμύθια για μικρά παιδιά. Η Καιτούλα είπε θα έρθει σήμερα. Δεν πρέπει να φάω σκόρδο. Κι αν η μαμά είπε να πάρω; Αχ! Τι τραβάω κάθε μέρα.
Να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Να συγκεντρωθώ. Ησυχία! Εισπνοή. Πάμε! Χτες, Κυριακή, η Καιτούλα ήταν… δεν ήταν στα καλά της, ξέρετε, από αυτό (δείχνει το πιπί του- εννοεί ότι η Καιτούλα είχε περίοδο). Απαγορευόταν να μπει στο μοναστήρι. Δεν ήρθε. Μου έλειψε. Λ-ο-γ-ι-κ-ά , θα περάσει σήμερα. Να πάρω σκόρδο; τι είπε η μαμά; Θα λέει πως είμαι χαζός. Πάλι χαζό θα με λέει.
Η μαμά παράγγειλε να βγω να ψωνίσω. Πω, πω πρέπει να βγω! Να πάρω τη μάσκα. Ψωμάκι, πορτοκάλια, ντομάτες και σκόρδο να φτιάξει φακές. Φακούλες! Μου είπε σκόρδο, για, δε μου είπε; Να πάρω ή να μην πάρω; Αυτά παθαίνω. Εδώ (δείχνει το μυαλό του) κάθεται. Η σκόνη αλουμινίου. Κολλάει το σύστημα και ξεχνάω. Κι εσείς ξεχνάτε, ε; Δεν είμαι μόνο εγώ. Όλους μας ψεκάζουν. Το δελτίο ενημέρωσε για άμμο από την Αφρική. Ε, καλά παραμύθια για μικρά παιδιά. Η Καιτούλα είπε θα έρθει σήμερα. Δεν πρέπει να φάω σκόρδο. Κι αν η μαμά είπε να πάρω; Αχ! Τι τραβάω κάθε μέρα.
Να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά. Να συγκεντρωθώ. Ησυχία! Εισπνοή. Πάμε! Χτες, Κυριακή, η Καιτούλα ήταν… δεν ήταν στα καλά της, ξέρετε, από αυτό (δείχνει το πιπί του- εννοεί ότι η Καιτούλα είχε περίοδο). Απαγορευόταν να μπει στο μοναστήρι. Δεν ήρθε. Μου έλειψε. Λ-ο-γ-ι-κ-ά , θα περάσει σήμερα. Να πάρω σκόρδο; τι είπε η μαμά; Θα λέει πως είμαι χαζός. Πάλι χαζό θα με λέει.
Η γνωριμία μας έγινε πριν 9 χρόνια, 7 μήνες και 4ημέρες, συν μία, σήμερα. Ήμασταν με τη μαμά στο μνημόσυνο του θείου Λευτέρη. Θεός σχωρέστον! Εγώ με μαύρη γραβάτα. Σατέν. Το πλήρωμα της εκκλησίας σου φύλαξον, αγίασον τους αγαπώντας την ευπρέπειαν του οίκου σου.
Πλησιάζει να συλλυπηθεί μια κοπέλα. Είχα ακούσει γι’ αυτήν πόσο αγνή είναι – και παραμένει, σας βεβαιώνω– ντυμένη με το μαύρο της βαμβακερό φουστάνι. Βαστούσα ένα παξιμάδι, το βουτούσα στον καφέ και … την βλέπω. Το παξιμάδι πέφτει. Σκύβω να μαζέψω τα ψίχουλα – αμαρτία να μείνει χάμω. Καταστροφή! Είχε γίνει χίλια κομμάτια. Πρώτη μου φορά τέτοια αδυναμία. Είχαν ξεκινήσει τις δοκιμές. Τότε ήταν –αυτά είναι καταγεγραμμένα να αναζητήσετε τα ντοκουμέντα– που είχαν αρχίσει τα αέρια από πάνω. Πήρανε αεροπλάνα ξηλώσανε τα καθίσματα και χτίσανε ντεπόζιτα. Τα φουλάρουν στη νιτροζαμίνη και το υδροκυάνιο και τα αμολάνε. Ανοίγει το αεροπλάνο κάτι σχισμές σαν τα βράγχια του καρχαρία. Αυτά που τους περισσεύουνε από τα πυρηνικά τα ρίχνουν σε εμάς Η μαμά με ξεμάτιασε, είπε και στις θείες, που με αγαπούν, -ε, είμαι το πρωτανίψι του συχωρεμένου-, μα εγώ εκεί υπνωτισμένος. Μου έπεσε. Έπαθα στραπάτσο στα 45 μου. Εγώ, που από παιδάκι δεν πέθανε γείτονας να μην πάω στην κηδεία, δεν έχασα μνημόσυνο από συγγενή. Σπυρί από τα κόλλυβα δε μου έχει πέσει.
Η Καιτούλα με κοίταξε με βαθύ ψυχικό πόνο. Ωστόσο, δεν παραδόθηκε στο αίσθημα αυτό. Δυναμική καθώς είναι – γι’ αυτό, κέρδισε αμέσως τη λατρεία μου– πήρε ένα καινούριο παξιμάδι. Έβγαλε από τη μαύρη λουστρίνι τσάντα της ένα λευκό καθαρό χαρτομάντιλο. Τύλιξε ένα καινούριο, ατόφιο παξιμάδι και yes! μου το έδωσε. Σε μένα το έδωσε. Άγγελοι του ουρανού! Τα μάτια της με κοιτούσαν και με λυπόνταν. Χωρίς υποκρισία.
Ενέργειες ιονισμού ανατάραξαν τη μεταξύ μας ατμόσφαιρα. Μια ομοιοπολική ακτίνα σφηνώθηκε στην καρδιά μου. Μαγνητική συμπεριφορά, με καταλαβαίνετε.
─ Είμαι ο Τριαντάφυλλος, το πρωτανήψι του θείου Λευτέρη, είπα με σιγουριά για τον εαυτό μου.
─ Ω, ο πρώτος ανιψιός του θείου Λευτέρη, είπε και με θαύμασε.
─ Yes! Κανείς δεν μπορεί να μου πάρει τη σειρά σ΄ αυτό!
Η Καιτούλα δεν ανταπάντησε. Μου έδωσε τη συγχώρεση, που τόσο είχα ανάγκη για το θρυμματισμένο παξιμάδι μόνο με το βλέμμα της! Τα είπα στη μαμά και δυο εβδομάδες μετά, τα κανόνισε με τη θεία να πάμε στο μοναστήρι της Χρυσοπηγής. Είναι το αγαπημένο μας. Τα έχουμε γυρίσει όλα με τα πούλμαν που βάζει η Ενορία. Σαν αυτό δεν υπάρχει άλλο. Ησυχαστήριο σωστό. Το πιο σεπτό, όπως λέει η μαμά. Η Καιτούλα συμφωνεί. Κι εγώ. Μπορώ αλλιώς; Καθόλη τη θεία ακολουθία, εγώ δεξιά, η Καιτούλα αριστερά, στο γυναικωνίτη. Κοιταζόμαστε. Κοκκινίζω που το λέω. Στο κήρυγμα δεν πρόσεχα. Ο νους μου αναστατωμένος καθώς απολάμβανα την Καιτούλα ντυμένη το μαύρο φόρεμά της. Δεν ξεχώριζε από τις μοναχές. Ίδια. Καλλονή. Οπτασία Κυρίου. Η χριστή αύρα της ψυχής της εκπέμπει κύματα αγάπης και θαλπωρής. Με αγκαλιάζουν, τα νιώθω. Η Καιτούλα δεν ίπταται εναερίως κι επικινδύνως.
Αρραβωνιαστήκαμε. Μήτε εκείνη μήτε εγώ είχαμε φορέσει βέρα ξανά. Παρθένοι στον τομέα αυτό. Η πεθερά μου μού έκανε δώρο ένα ρολόι που ανάβει φωτάκι. Πορτοκαλί. Στα σκοτεινά το φωτάκι χρειάζεται. Δεν το φοράω, μην χαλάσει η μπαταρία. Στην οθόνη δείχνει την ατμοσφαιρική πίεση και τη θερμοκρασία. Παρατηρώ: ανεβαίνει συνέχεια η θερμοκρασία. Η μαμά με λέει χαζό. Εγώ ξέρω. Πρέπει να προσέχω.
Κάθε πρωί ξυπνάω μες τον ιδρώτα. Μούσκεμα. Όλη τη μέρα δεν έχω όρεξη να κάνω τίποτα. Και τι να κάνω; Η μαμά λέει δεν πρέπει να κουράζομαι. Την Καιτούλα να το σκεφτώ καλά πριν την παντρευτώ. Είναι δύσκολο πράγμα ο γάμος. Έχει δίκιο η μαμά. Το υδροκυάνιο είναι χημική ένωση, τριπλός δεσμός ανάμεσα στον άνθρακα και το άζωτο. Αν πέσεις μέσα δε γλυτώνεις με τίποτα. Όλα αυτά κάθονται στο χώμα, πάνω μας στα ρούχα. Εγώ δε βγαίνω έξω. Έρχεται η Καιτούλα μέρα παρά μέρα να με δει. Με αγαπάει. Δεν αφήνουν πουθενά κανέναν ήσυχο. Πάνε στα χωραφια φλιτ φλιτ τα τρώμε μετά. Πάνε στα νερά φλιτ φλιτ, τα πίνουμε. Παντού βλέπεις καταστροφές. Τυφώνες, τσουνάμια, ξηρασίες, χιόνια μέχρι και στη Μέση ανατολή χιόνισε. Γιατί; Ξυπνάτε!
Η μαμά με λέει χαζό, εγώ ξέρω τον περιοδικό πίνακα απέξω. Yes! 112 στοιχεία. Τα μέταλλα και τα αμέταλλα. Φλιτ φλιτ με τα μέταλλα. Ο υδράργυρος ανήκει στα στοιχεία μετάπτωσης. Με την Καιτούλα είμαστε ένα ζευγάρι κατατονικό. Το βάριο φταίει. Πάσχουμε από χρόνια αύξηση του μυϊκού τόνου. Έτσι, δεν το αποφασίζουμε να παντρευτούμε.
Στέλνουνε τα αεροπλάνα 707 για μικρές αποστάσεις και τα 737 για μακρινές. Δεν πρόκειται για αεροσκάφη κανονικών αερογραμμών. Πιο πολλά θα σας πω την επόμενη φορά. Τώρα δε θα καταλάβετε. Είδα τον πιλότο στην τηλεόραση. Του τηλεφώνησα να βρεθούμε. Χάρηκε κι είπε θέλει πολύ να με γνωρίσει. Εγώ δεν έχω καπνίσει ποτέ, δεν πίνω. Είμαι γερή κράση. Το σόι μας είχε πάντα αντοχές. Γι’ αυτό ο πιλότος, είπε, θέλει να με γνωρίσει. Yes! Το είπα στη μαμά. Η μαμά είπε να κάτσω εδώ και δε χρειάζονται οι γνωριμίες. Στην Καιτούλα σσσσς μη σας ξεφύγει. Θα ξεσηκωθεί να έρθει μαζί. Θα θαμπωθεί από τη στολή του πιλότου. Κι άμα τη χάσω; Μόνος μου θα πάω να τον γνωρίσω. Να συζητήσουμε σαν άντρες.
Έχει, λέει, να μου προτείνει μια λύση. Υπάρχει ελπίδα. Κάποιος βρήκε τα τσείνμπάστερς. Θα σπέρνουμε αιθέρα. Κάθε κυβικό του αιθέρα κρύβει κολοσσιαία επίπεδα ενέργειας. Τσέινμπάστερς εναντίον τσεμτρέιλς. Ο αιθέρας σε μορφή δίνης. Σίφουνας. Εγώ, ο Τριαντάφυλλος, αναλαμβάνω. Αυτό θα κάνω στη ζωή μου. Με τον αιθέρα μπαμ μπαμ. Yes! Θα πάρω τον πιλότο το μεσημέρι, που κοιμάται η μαμά.
Πλησιάζει να συλλυπηθεί μια κοπέλα. Είχα ακούσει γι’ αυτήν πόσο αγνή είναι – και παραμένει, σας βεβαιώνω– ντυμένη με το μαύρο της βαμβακερό φουστάνι. Βαστούσα ένα παξιμάδι, το βουτούσα στον καφέ και … την βλέπω. Το παξιμάδι πέφτει. Σκύβω να μαζέψω τα ψίχουλα – αμαρτία να μείνει χάμω. Καταστροφή! Είχε γίνει χίλια κομμάτια. Πρώτη μου φορά τέτοια αδυναμία. Είχαν ξεκινήσει τις δοκιμές. Τότε ήταν –αυτά είναι καταγεγραμμένα να αναζητήσετε τα ντοκουμέντα– που είχαν αρχίσει τα αέρια από πάνω. Πήρανε αεροπλάνα ξηλώσανε τα καθίσματα και χτίσανε ντεπόζιτα. Τα φουλάρουν στη νιτροζαμίνη και το υδροκυάνιο και τα αμολάνε. Ανοίγει το αεροπλάνο κάτι σχισμές σαν τα βράγχια του καρχαρία. Αυτά που τους περισσεύουνε από τα πυρηνικά τα ρίχνουν σε εμάς Η μαμά με ξεμάτιασε, είπε και στις θείες, που με αγαπούν, -ε, είμαι το πρωτανίψι του συχωρεμένου-, μα εγώ εκεί υπνωτισμένος. Μου έπεσε. Έπαθα στραπάτσο στα 45 μου. Εγώ, που από παιδάκι δεν πέθανε γείτονας να μην πάω στην κηδεία, δεν έχασα μνημόσυνο από συγγενή. Σπυρί από τα κόλλυβα δε μου έχει πέσει.
Η Καιτούλα με κοίταξε με βαθύ ψυχικό πόνο. Ωστόσο, δεν παραδόθηκε στο αίσθημα αυτό. Δυναμική καθώς είναι – γι’ αυτό, κέρδισε αμέσως τη λατρεία μου– πήρε ένα καινούριο παξιμάδι. Έβγαλε από τη μαύρη λουστρίνι τσάντα της ένα λευκό καθαρό χαρτομάντιλο. Τύλιξε ένα καινούριο, ατόφιο παξιμάδι και yes! μου το έδωσε. Σε μένα το έδωσε. Άγγελοι του ουρανού! Τα μάτια της με κοιτούσαν και με λυπόνταν. Χωρίς υποκρισία.
Ενέργειες ιονισμού ανατάραξαν τη μεταξύ μας ατμόσφαιρα. Μια ομοιοπολική ακτίνα σφηνώθηκε στην καρδιά μου. Μαγνητική συμπεριφορά, με καταλαβαίνετε.
─ Είμαι ο Τριαντάφυλλος, το πρωτανήψι του θείου Λευτέρη, είπα με σιγουριά για τον εαυτό μου.
─ Ω, ο πρώτος ανιψιός του θείου Λευτέρη, είπε και με θαύμασε.
─ Yes! Κανείς δεν μπορεί να μου πάρει τη σειρά σ΄ αυτό!
Η Καιτούλα δεν ανταπάντησε. Μου έδωσε τη συγχώρεση, που τόσο είχα ανάγκη για το θρυμματισμένο παξιμάδι μόνο με το βλέμμα της! Τα είπα στη μαμά και δυο εβδομάδες μετά, τα κανόνισε με τη θεία να πάμε στο μοναστήρι της Χρυσοπηγής. Είναι το αγαπημένο μας. Τα έχουμε γυρίσει όλα με τα πούλμαν που βάζει η Ενορία. Σαν αυτό δεν υπάρχει άλλο. Ησυχαστήριο σωστό. Το πιο σεπτό, όπως λέει η μαμά. Η Καιτούλα συμφωνεί. Κι εγώ. Μπορώ αλλιώς; Καθόλη τη θεία ακολουθία, εγώ δεξιά, η Καιτούλα αριστερά, στο γυναικωνίτη. Κοιταζόμαστε. Κοκκινίζω που το λέω. Στο κήρυγμα δεν πρόσεχα. Ο νους μου αναστατωμένος καθώς απολάμβανα την Καιτούλα ντυμένη το μαύρο φόρεμά της. Δεν ξεχώριζε από τις μοναχές. Ίδια. Καλλονή. Οπτασία Κυρίου. Η χριστή αύρα της ψυχής της εκπέμπει κύματα αγάπης και θαλπωρής. Με αγκαλιάζουν, τα νιώθω. Η Καιτούλα δεν ίπταται εναερίως κι επικινδύνως.
Αρραβωνιαστήκαμε. Μήτε εκείνη μήτε εγώ είχαμε φορέσει βέρα ξανά. Παρθένοι στον τομέα αυτό. Η πεθερά μου μού έκανε δώρο ένα ρολόι που ανάβει φωτάκι. Πορτοκαλί. Στα σκοτεινά το φωτάκι χρειάζεται. Δεν το φοράω, μην χαλάσει η μπαταρία. Στην οθόνη δείχνει την ατμοσφαιρική πίεση και τη θερμοκρασία. Παρατηρώ: ανεβαίνει συνέχεια η θερμοκρασία. Η μαμά με λέει χαζό. Εγώ ξέρω. Πρέπει να προσέχω.
Κάθε πρωί ξυπνάω μες τον ιδρώτα. Μούσκεμα. Όλη τη μέρα δεν έχω όρεξη να κάνω τίποτα. Και τι να κάνω; Η μαμά λέει δεν πρέπει να κουράζομαι. Την Καιτούλα να το σκεφτώ καλά πριν την παντρευτώ. Είναι δύσκολο πράγμα ο γάμος. Έχει δίκιο η μαμά. Το υδροκυάνιο είναι χημική ένωση, τριπλός δεσμός ανάμεσα στον άνθρακα και το άζωτο. Αν πέσεις μέσα δε γλυτώνεις με τίποτα. Όλα αυτά κάθονται στο χώμα, πάνω μας στα ρούχα. Εγώ δε βγαίνω έξω. Έρχεται η Καιτούλα μέρα παρά μέρα να με δει. Με αγαπάει. Δεν αφήνουν πουθενά κανέναν ήσυχο. Πάνε στα χωραφια φλιτ φλιτ τα τρώμε μετά. Πάνε στα νερά φλιτ φλιτ, τα πίνουμε. Παντού βλέπεις καταστροφές. Τυφώνες, τσουνάμια, ξηρασίες, χιόνια μέχρι και στη Μέση ανατολή χιόνισε. Γιατί; Ξυπνάτε!
Η μαμά με λέει χαζό, εγώ ξέρω τον περιοδικό πίνακα απέξω. Yes! 112 στοιχεία. Τα μέταλλα και τα αμέταλλα. Φλιτ φλιτ με τα μέταλλα. Ο υδράργυρος ανήκει στα στοιχεία μετάπτωσης. Με την Καιτούλα είμαστε ένα ζευγάρι κατατονικό. Το βάριο φταίει. Πάσχουμε από χρόνια αύξηση του μυϊκού τόνου. Έτσι, δεν το αποφασίζουμε να παντρευτούμε.
Στέλνουνε τα αεροπλάνα 707 για μικρές αποστάσεις και τα 737 για μακρινές. Δεν πρόκειται για αεροσκάφη κανονικών αερογραμμών. Πιο πολλά θα σας πω την επόμενη φορά. Τώρα δε θα καταλάβετε. Είδα τον πιλότο στην τηλεόραση. Του τηλεφώνησα να βρεθούμε. Χάρηκε κι είπε θέλει πολύ να με γνωρίσει. Εγώ δεν έχω καπνίσει ποτέ, δεν πίνω. Είμαι γερή κράση. Το σόι μας είχε πάντα αντοχές. Γι’ αυτό ο πιλότος, είπε, θέλει να με γνωρίσει. Yes! Το είπα στη μαμά. Η μαμά είπε να κάτσω εδώ και δε χρειάζονται οι γνωριμίες. Στην Καιτούλα σσσσς μη σας ξεφύγει. Θα ξεσηκωθεί να έρθει μαζί. Θα θαμπωθεί από τη στολή του πιλότου. Κι άμα τη χάσω; Μόνος μου θα πάω να τον γνωρίσω. Να συζητήσουμε σαν άντρες.
Έχει, λέει, να μου προτείνει μια λύση. Υπάρχει ελπίδα. Κάποιος βρήκε τα τσείνμπάστερς. Θα σπέρνουμε αιθέρα. Κάθε κυβικό του αιθέρα κρύβει κολοσσιαία επίπεδα ενέργειας. Τσέινμπάστερς εναντίον τσεμτρέιλς. Ο αιθέρας σε μορφή δίνης. Σίφουνας. Εγώ, ο Τριαντάφυλλος, αναλαμβάνω. Αυτό θα κάνω στη ζωή μου. Με τον αιθέρα μπαμ μπαμ. Yes! Θα πάρω τον πιλότο το μεσημέρι, που κοιμάται η μαμά.