05 September 2013

Για την ελληνική γλώσσα

Επίμαχο καύχημα
του Δημήτρη Μαρωνίτη, ΒΗΜΑ, 11/8/2013


Έχει ασφαλώς και η Ακαδημία Αθηνών τα καυχήματά της. Συνήθως αντάξια, κάποτε και ανάξια. Στο ενδιάμεσο κυκλοφορούν, όπως είναι προσδόκιμο σ' αυτές τις περιπτώσεις, και κάμποσα επίμαχα, που φαίνεται να παίζουν αποφασιστικό ρόλο στις κρίσιμες υποψηφιότητες και ψηφοφορίες. Το εμφανέστερο πάντως σήμα της Ακαδημίας υπήρξε και παραμένει η συντηρητική και αυτοσυντηρητική της επιλογή σε όλα τα κρίσιμα κεφάλαια πολιτικής και πολιτισμού - εμμονή που αυξομειώνεται ανάλογα με τις περιστάσεις.

Στο κεφάλαιο αυτό η επτάχρονη δικτατορία των συνταγματαρχών αποδείχθηκε καλός καταλύτης: όσο διαρκούσε η επταετία, η αδιαμαρτύρητη προσαρμογή (στο όριο κάποτε της υποταγής) ίσχυσε ως κανόνας - εξαιρέσεις, όσο ξέρω, δεν προέκυψαν. Με τη Μεταπολίτευση το κλίμα κάπως άλλαξε, δίνοντας κάποτε την αίσθηση μεταστροφής, προπάντων στον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών. Τα καταγωγικά ωστόσο ίχνη ποτέ δεν εξαφανίστηκαν και από καιρού εις καιρόν επιφαίνονται.
Ένα τέτοιο σύμπτωμα εξηγεί την απρόβλεπτη αυτή παρέμβαση στα εσωτερικά της Ακαδημίας, που ελπίζω να μην παρεξηγηθεί. Πρόκειται για όψιμη δημοσίευση στη νέα ευθύνη («Περιοδικό ελευθερίας και γλώσσας», τεύχος 18 / Ιούλιος - Αύγουστος 2013) πανηγυρικής ομιλίας του ακαδημαϊκού Αντώνη Κουνάδη, με θέμα «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ» - τα κεφαλαία αντιγράφουν τη μεγαλογράμματη γραφή του περιοδικού. Παρατίθενται εφεξής απαραίτητα στοιχεία ταυτότητας: α) του περιοδικού, β) της συγκυρίας, γ) του ομιλητή και δ) της ομιλίας, εν όψει μάλιστα του ύφους και του ήθους της.
Το περιοδικό εγκαινιάστηκε το 1961 ως Ευθύνη από τον Κώστα Τσιρόπουλο, στον ρόλο του εκδότη-διευθυντή, και εξελίχθηκε σε δύο περιόδους: 1961-1966 (τεύχη 53) και 1972-2009 (τεύχη 456) - ομολογώ ότι δεν υπήρξα πελάτης και αναγνώστης του. Το 2010 εμφανίστηκε ως νέα ευθύνη, με ανανεωμένο, γραμματολογικό και ιδεολογικό, προσανατολισμό, οφειλόμενο κυρίως στο ανήσυχο μυαλό του Δημήτρη Αγγελή. Η προοδευτική αυτή αντοχή κράτησε μετά βίας τρία χρόνια, ώσπου η φωτισμένη ομάδα Αγγελή διαχώρισε τις ευθύνες της και προχώρησε στην έκδοση νέου περιοδικού υπό τον τίτλο Φρέαρ - κυκλοφόρησαν ήδη δύο τεύχη παραδειγματικής ποιότητας.
Στο μεταξύ η παλαιά φρουρά, επιμένοντας στις μονολιθικές της αρχές, υπερασπίζεται τον εαυτό της στο τεύχος Ιουλίου - Αυγούστου τρέχοντος έτους με ολιγόσειρο κείμενο, εντός πλαισίου, σε προβληματικά ελληνικά. Αντιγράφω: «Η Νέα Ευθύνη συνεχίζει μια παράδοση, την μαχητική παράδοση της ιστορικής Ευθύνης του Κώστα Τσιρόπουλου, για Ελευθερία και Γλώσσα. Με ιδιαίτερη χαρά και τιμή λοιπόν, ξεκινάμε το θερινό μας τεύχος, με την ομιλία του Ακαδημαϊκού κ. Αντώνη Κουνάδη, από την εκδήλωση για τη γλώσσα μας, που οργανώθηκε από την Ακαδημία Αθηνών στις 8 Μαρτίου 2013».
Στην πρώτη παράγραφο της φιλόγλωσσης αυτής ομιλίας, ομολογούνται καταρχήν τα στοιχεία της συγκυρίας της: α) η τιμητική προσφώνηση στον παρόντα Πρόεδρο της Δημοκρατίας· β) συμπληρωμένος ο θεματικός τίτλος της: «Η Ελληνική Γλώσσα: χθες, σήμερα, αύριο»· γ) η προσκείμενη «Ελληνική Γλωσσική Κληρονομιά (ΕΓΚ) που γιορτάζει «την 12η επέτειο από της ιδρύσεώς της το 2001»· δ) η τιμητική  παρουσία στην αίθουσα εκπροσώπων από όλες τις επίσημες αρχές του τόπου («Πολιτειακή, Πολιτική, Θρησκευτική, Δικαστική, Στρατιωτική») προς τις οποίες ο ομιλητής εκφράζει «θερμότατες ευχαριστίες». Κακόβουλοι συνειρμοί με ανάλογες συνευρέσεις απαγορεύονται.
Η προσωπική ταυτότητα του γλωσσοφιλέστατου ομιλητή επαφίεται στις οπισθόφυλλες στήλες «συγγραφείς του τεύχους», αποτυπωμένη σε τριπλάσιο χώρο από εκείνον που διατίθεται στους άλλους συνεργάτες του τεύχους. Αντιγράφω επακριβώς και για λόγους οικονομίας χώρου κατ' επιλογήν:
«Κουνάδης Αντώνιος. Καθηγητής Εφηρμοσμένων Θετικών Επιστημών, Στατική-Δυναμική Ανάλυση - Ερευνα των Τεχνικών Κατασκευών. Πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ (1962), διδάκτωρ ΕΜΠ (1970), επίκουρος (1973) και τακτικός καθηγητής ΕΜΠ (1982) Στατικής και Σιδηρών Γεφυρών. […] Τιμήθηκε από την Ελληνική Πολιτεία (Χρυσός Σταυρός του Ανώτερου Ταξιάρχη του Βασιλέως του Γεωργίου του Α'), το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας και Πάσης Αφρικής (Μέγας Αρχων Διδάσκαλος). Επίτιμος Πρόεδρος της «Ελληνικής Γλωσσικής Κληρονομιάς» […]. Πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ (τιμηθείς με το Αριστείο του, το 1994, για την προσφορά του στον Αθλητισμό).
Περί «Ελληνικής Γλώσσας», εξ ορισμού ασύγκριτης ανά την υφήλιο, προσφέρονται αφειδώς ανιστόρητα επιχειρήματα, όπου η γλωσσική αρχαιοπληξία ανταγωνίζεται τη νεοελληνική κακογλωσσία. Περί αυτού όμως την άλλη Κυριακή, αν δεν μου κοπεί, έξωθεν ή έσωθεν, το κέφι.


ΒΗΜΑ, 18/8/2013

Φαίνεται πως την έχω πατήσει, λόγω ίσως φθίνοντος Αυγούστου και αύξουσας μοναξιάς. Αλλιώς δεν εξηγείται γιατί και πώς χώνω τη μύτη μου στα γλωσσικά πάρεργα της Ακαδημίας Αθηνών. Επιμένοντας σε όσα δημοσίευσε, προφορικώς και γραπτώς, επίλεκτο μέλος της, καταγγέλλοντας τη γλωσσική πενία της νέας γενιάς, παρά τον ανεξάντλητο θησαυρό της αρχαίας κληρονομιάς. Την παγκόσμια υπεροχή της οποίας έχει υπονομεύσει, υποτίθεται, η μεταπολιτευτική γλωσσική μεταρρύθμιση, εντός και εκτός του εκπαιδευτικού χώρου, εις βάρος της ενιαίας και αδιαίρετης ελληνικής γλώσσας, ανέπαφης δήθεν από τις ενδιάμεσες ιστορικές και επωνυμικές μεταλλάξεις της.

Όπως είναι λόγου χάριν η αρχαιοελληνική γραικική της καταγωγή και επωνυμία. Βασισμένη στο μυθικό πρόσωπο Γραίκος ή Γραικός, από όπου προέκυψαν οι πρώιμοι Γραικοί, οι οποίοι απαντούν ήδη στον Ησίοδο, καταπώς θέλει το Λεξικό της Σούδας. Με την ευκαιρία υπενθυμίζω ότι η αρχαία ελληνική λέξη γραικός επέστρεψε στον τόπο της καταγωγής της ως αντιδάνειο από το λατινικό Graicus, και έγινε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και της Επανάστασης αυθεντικό σήμα της φυλής, αποτυπωμένο και στη δημοτική μας ποίηση (παράδειγμα ο γενναίος δεκαπεντασύλλαβος: εγώ γραικός γεννήθηκα, γραικός θε να πεθάνω). Ενδιαμέσως στα χρόνια των Ρωμαίων, γίναμε και μείναμε Ρωμιοί, μιλώντας τη ρωμέικη γλώσσα μας, βλαστοί μιας Ρωμιοσύνης, που την ετίμησαν ποιητικά πρώτος ο Ρίτσος και μετά ο Σεφέρης.

Όσο για την επισημότερη εθνική μας ταυτότητα (μοιρασμένη ισότιμα ανάμεσα στο Ελλάς και στους Έλληνες, παράγωγα και τα δύο από τον μυθικό Ελληνα, γιο του Δευκαλίωνα), αυτή έχει την αρχή της σε ένα περιορισμένο γεωγραφικό τμήμα ανάμεσα στον Παγασητικό και στον Μαλιακό Κόλπο, όπου εντοπίζεται και η ομηρική επικράτεια του Αχιλλέα, ενώ το επίθετο «ελληνική», ως ένσημο της ομώνυμης γλώσσας μας, εμφανίζεται κάμποσα χρόνια αργότερα. Που πάει να πει ότι υπερβάλλει μάλλον ο Ελύτης όταν αποφαίνεται στο «Αξιον Εστί»: τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική / το σπίτι φτωχικό, στις αμμουδιές του Ομήρου. Όπως και να το κάνουμε, η γλώσσα μας, καθ' οδόν συνεχώς εξελισσόμενη, υπήρξε και παραμένει πολυώνυμη, ίσως γιατί ο ενικός αριθμός της φαίνεται στενός κορσές.

Το παίζω επίτηδες καθυστέρηση, προτού επιστρέψω στο ίνδαλμα μιας αμετάλλακτης «ελληνικής γλώσσας από το χτες στο σήμερα κι από το σήμερα στο αύριο». Το οποίο, όπως έγραφα τις προάλλες, ανέλαβε να το υπερασπιστεί εις διπλούν ο ακαδημαϊκός Αντώνιος Κουνάδης, καθηγητής πολλαπλών θετικών και εφηρμοσμένων επιστημών και αυτοφυής γλωσσαμύντωρ. Τη μία φορά με ομιλία του στο τριήμερο περί ελληνικής γλώσσας συνέδριο της Ακαδημίας Αθηνών τον περασμένο Μάρτη. Τη δεύτερη με την προγραμματική αναδημοσίευση της ομιλίας αυτής στη «Νέα Ευθύνη» (τεύχος 18, Ιούλιος - Αύγουστος 2013) ως σύμβολο πίστεως στις καταγωγικές αρχές του περιοδικού.

Αντιγράφω εφεξής, με κάποιες περικοπές, τρεις γλωσσοφιλικές αποφάσεις, για να φανεί ο μαχητικός οίστρος του ακαδημαϊκού δασκάλου, σε προβληματικά ελληνικά. Η πρώτη: «Η σημερινή εκδήλωση [...] απευθύνεται σε κάθε Έλληνα πατριώτη, διότι σκοπός της είναι η διαφύλαξη ενός υψίστης σημασίας αγαθού της πολιτισμικής μας κληρονομιάς, της Ελληνικής Γλώσσας, θεμελιακού στοιχείου της εθνικής μας οντότητας. [...] Ιδιαίτερα μάλιστα μετά τα πλήγματα που αυτή δέχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, με αποτέλεσμα την πανθομολογούμενη λεξιπενία και αδυναμία εκφράσεως της νέας γενιάς. [...] Η οποία ξεκίνησε το 1976 [...] με την κατάργηση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο, και συνεχίστηκε με την επιβολή του μονοτονικού συστήματος γραφής το 1986».

Η δεύτερη, ανάλογης πληροφοριακής και επιστημονικής ακυρότητας, επιμένει σε αναπόδεικτα στατιστικά δεδομένα, που αποδείχνουν πόσο «κρυφοελληνικές» είναι οι περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Ιδού οι ποσοστιαίες αποδείξεις: «η γαλλική γλώσσα, σύμφωνα με μελέτη του Γαλλικού Υπουργείου Παιδείας, περιλαμβάνει λέξεις με ελληνικές ρίζες σε ποσοστό περίπου 60%. Το 80% των λέξεων της πορτογαλικής γλώσσας έχει ελληνικές ρίζες».

Η τρίτη εμφανίζει τον Σεφέρη να καταδικάζει τη γλωσσική μεταρρύθμιση του 1976 μετά θάνατον, καταγγέλλοντας όσους στο μεταξύ «έχουν εξαπολύσει όλα τα θεριά να την φάνε την άφθαρτη γλώσσα μας». Και τον Ι. Θ. Κακριδή, «μεγάλο και μαχητικό δημοτικιστή», να δηλώνει το 1986: «Η γλώσσα μας αργοπεθαίνει, της λείπει το οξυγόνο (δηλαδή τα αρχαία)». Και για να τριτώσει το παραδειγματικό υλικό, προστίθεται στα ίδια συμφραζόμενα και ο Ελύτης να αποφαίνεται μετά λόγου γνώσεως: «Μόνον όσοι γνωρίζουν Αρχαία Ελληνικά μπορούν να χρησιμοποιούν σωστά την Νεοελληνική Δημοτική». Όπερ έδει βήξαι.

Περισσότερα για όσους ενδιαφέρονται στο ενήμερο Διαδίκτυο, με αφορμή το επίμαχο τριήμερο συνέδριο της Ακαδημίας τον περασμένο Μάρτη.




Δεν αποτελούν απόψεις της Ακαδημίας
ΒΗΜΑ, 1/9/2013

Το τριήμερο συνέδριο για τη «γλώσσα» δεν οργανώθηκε από την Ακαδημία αλλά από την Τοπική Αυτοδιοίκηση (κύριοι Σγουρός και Ασκούνης). Η Ακαδημία διέθεσε μόνο την ανατολική αίθουσα για τη διεξαγωγή του... Η Τάξη των Γραμμάτων σε συνεδρία της απέρριψε την πρόσκληση συμμετοχής της και η άρνησή της αυτή τονίζεται περισσότερο από το ότι μόνον 13 τακτικά μέλη της Ακαδημίας παρακολούθησαν την εναρκτήρια συνεδρία, του Προέδρου συμπεριλαμβανομένου για λόγους τυπικούς. Στα λοιπά 12 μέλη μόνο δύο της Τάξης των Γραμμάτων περιλαμβάνονται ως ακροατές, υποθέτω εκ λόγων αβρότητος.
Ο κ. Κουνάδης, ανήκει ως μηχανικός στην Τάξη των Θετικών Επιστημών. Επιστημονικώς δεν έχει αρμοδιότητα και τις αναγκαίες γνώσεις για να ασχολείται με ζητήματα της γλώσσας... Επειδή στις επιφυλλίδες διαφαίνεται με σαφήνεια μομφή κατά της Ακαδημίας για το ξένο προς αυτήν συνέδριο και για παλαιότερους λόγους ή γραπτά Ακαδημαϊκών, πρέπει να παρατηρήσω ότι τις γλωσσικές απόψεις της Ακαδημίας (και όχι ενός Ακαδημαϊκού) δεν τις αποτελούν σοβινιστικοί αστήρικτοι ισχυρισμοί αλλά τα όσα δημοσιεύουν και ανακοινώνουν οι φιλόλογοι και οι ποιητές και λογοτέχνες της Τάξης και πράττει το «Κέντρο Ερεύνης των Νεοελληνικών Διαλέκτων και Ιδιωμάτων» όπου, από το 1926 έως σήμερα, συντελείται επιστημονικό έργο με τα δημοσιεύματά του, τους τόμους του Ιστορικού Λεξικού, τη συνεχή συλλογή γλωσσικού υλικού απ' όλη την Ελλάδα, πολύτιμου και απαραίτητου για τη γλωσσολογική και φιλολογική μελέτη και γνώση της σημερινής ελληνικής.
Αυτή η γλώσσα, η σημερινή, ενδιαφέρει κυρίως την Ακαδημία καθώς και η επιστημονική μελέτη της, της οποίας μεγάλο μέρος έχει αναλάβει και εκτελεί από πολλές δεκαετίες. Τα όσα ατομικώς λέγονται για τη «γλωσσική πενία της νέας γενιάς, παρά τον ανεξάντλητο (!) θησαυρό της αρχαίας κληρονομιάς» δεν αποτελούν «γλωσσικά πάρεργα της Ακαδημίας Αθηνών», όπως από, συγγνωστή, σύγχυση του επιστημονικού έργου της Ακαδημίας και των ανεδαφικών απόψεων μη ειδικού Ακαδημαϊκού γράφεται στο φύλλο της 18.8.2013... Δεν υπάρχει για την Ακαδημία καμία γλωσσική πενία ή, πιο μίζερα, λεξιπενία στην Ελλάδα και στους Έλληνες. Αντίθετα η ελληνική πλουτίζεται και αυξάνεται κάθε μέρα, όπως γινόταν πάντοτε και τον πλούτο αυτόν τον δημιουργεί ο λαός ο οποίος και τον μεταχειρίζεται γιατί τον γεννά η ανάγκη να εκφράζει τα διανοήματά του τα οποία βέβαια δεν είναι όμοια με των αρχαίων Ελλήνων. «Ο ανεξάντλητος θησαυρός της αρχαίας κληρονομιάς» δεν ανταποκρίνεται, πάντα, στις σημερινές γλωσσικές ανάγκες και το σημερινό γλωσσικό αίσθημα.
Όσο για «τα γλωσσικά πάρεργα», επαναλαμβάνω ότι δεν είναι «της Ακαδημίας». Όμως αυτά συντηρούνται, όπως στην εδώ περίπτωση, επειδή είχε τελικώς ο κ. Μαρωνίτης το κέφι, όπως λέγει, να καταπιαστεί με αυτά. Αν ακολουθούσε την οδό της λήθης δεν θα σας απασχολούσα και εγώ με τα «πάρεργα» Ακαδημαϊκού.
Τα πράγματα είναι σαφή. Άλλο ένας αναρμόδιος για τη γλώσσα Ακαδημαϊκός, άλλο η Ακαδημία. Αυτή η διευκρίνιση υπήρξε η αιτία του γράμματός μου τούτου. Ακόμη, σχετικά με την εδώ περίπτωση, όπως ειπώθηκε για άλλη παρόμοια, «Ο κόπος του αδαούς δεν έχει καμιάν αξία». Γιατί να του αφιερώνουμε επιφυλλίδες; Ίσως όμως υπάρξει η απάντηση: «Για να μη παγιδεύονται οι αφελείς». Συμφωνώ.
Με τιμή,
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Χ. ΠΕΤΡΑΚΟΣ,
Γ.Γ. της Ακαδημίας Αθηνών
Το κείμενο της Ακαδημίας υπογράφεται μεν από τον Γ.Γ. Βασ. Πετράκο, αλλά εγώ υποψιάζομαι ως συγγραφέα τον πρόεδρο Σπ. Ευαγγελάτο και πιθανό υποβολέα τον φίλο και συνεργάτη του προέδρου Κ. Γεωργουσόπουλο...