Bγαίνουν λοιπόν τώρα στις εφημερίδες και στα κανάλια διάφοροι καλοί άνθρωποι και παριστάνουν τους ξαφνιασμένους. Τηλεφίρμες της πρωινής και της βραδινής ζώνης που πουλάνε αυθεντική ελληνικότητα, πολιτευόμενοι που κι αυτοί εμφανίζονται σαν οι τελευταίοι των ακραιφνών, γραφειοκράτες του αθλητισμού, παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές που ακόμα και στα εβδομήντα τους βλέπουν τα πράγματα με οπαδικό εθελότυφλο πείσμα προεφήβων, όλοι τους, από κοινού κι ο καθένας χωριστά, νίπτουν τας χείρας τους και σαν μοσχοσάπουνο χρησιμοποιούνε την εξής φρασούλα: «Μα τέτοιο πράγμα δεν το περιμέναμε...»
Τι ισχυρίζονται ότι δεν περίμεναν; Οτι, με λίγες και δυσδιάκριτες εξαιρέσεις, ένα γήπεδο ολόκληρο θα εξαντλούσε το ρεπερτόριο της βίας, φραστικής και υλικής, εναντίον της αντίπαλης, πάντως φιλοξενούμενης, τουρκικής εθνικής ομάδας. Δήθεν μεθυσμένοι με «το κρασί του Εικοσιένα» οι ελληνοκάπηλοι και ακινδύνως υπερπατριώτες, και στην πραγματικότητα αιχμάλωτοι του εθνικιστικού τους αφιονιού, ήθελαν λέει να δείξουν στους Τούρκους «τι εστί πολιτισμός». Και τελικά τους δίδαξαν «τι εστί βαρβαρότητα», και μάλιστα με ευρωπαϊκό αέρα.
Λοιπόν, ούτε τους ξαφνιασμένους δικαιούμαστε να υποκρινόμαστε ούτε τους παντελώς ανεύθυνους να προσποιούμαστε. Δεν γίνεται να φιλοξενούμε ανελλιπώς στις εκπομπές μας, από τα χαράματα κι ώς τ’ άλλα χαράματα, μεταπρατίσκους της εθνικοφροσύνης και να περιμένουνε ότι τα λόγια τους θα πέφτουν συνεχώς στο κενό και δεν θα δηλητηριάζουν. Δεν γίνεται να εμπορευόμαστε το φανατισμό με τα πρωτοσέλιδά μας και τις εκπομπές μας, ακόμα κι όταν πρόκειται για αγώνα επιτραπέζιας αντισφαίρισης, και να περιμένουμε πως οι οπαδοί που εμείς κατασκευάζουμε και διαπαιδαγωγούμε με τέτοιον τρόπο θα παραμείνουν νηφάλιοι, «αγνοί φίλαθλοι». Δεν γίνεται να ζητάμε από τους άλλους αυτό που δεν τηρούμε και δεν σεβόμαστε εμείς.
Ακόμα και μετά τις αθλιότητες στο «Καραϊσκάκη», υπήρξαν σχόλια, τηλεοπτικά και εφημεριδογραφικά, που συνέκλιναν στον ισχυρισμό ότι «παρ' όλ' αυτά, εμείς είμαστε ανώτεροι από τους Τούρκους», πολιτιστικά εννοείται, όχι ποδοσφαιρικά. Ο πολιτισμός βέβαια δεν είναι κάτι σαν το Δημοτικό ή το Γυμνάσιο, απ’ όπου ξεσκολίζεις κάποια στιγμή με «κατοχυρωμένη γνώση» και δεν ξαναπατάς. Είναι μια υπόθεση διαρκείας, που απαιτεί τις καθημερινές της αποδείξεις και δεν δίνει ποτέ της απολυτήριο· είναι το καθημερινό μας ρούχο, όχι τα κυριακάτικά μας, τα «καλά μας». Και να σκεφτεί κανείς ότι στις 24 Μαρτίου πήγαμε στο γήπεδο «φορώντας τα καλά μας», αφού έτσι μας προέτρεπαν να κάνουμε οι χορηγοί της Εθνικής...