11 May 2007

«Χρυσωρυχεία» των ιερέων

...
Ηρθε στην Ελλάδα από την Ελβετία με το θλιβερό καθήκον να παραστεί σε κηδεία συγγενούς του και έφυγε, εξομολογείται στην «Κ», με χαραγμένη στο μυαλό την εικόνα ιερέα να προσβάλλει βάναυσα ηλικιωμένη πενθούσα εξαιτίας του «ευτελούς» ποσού που αυτή του πρόσφερε για ένα τρισάγιο.

Η επίσημη Εκκλησία μπορεί να καταδικάζει το «παρεμπόριο» των μυστηρίων, όπως όμως παραδέχεται στην «Κ» ο εκπρόσωπος Τύπου του αρχιεπισκόπου π. Τιμόθεος Ανθης, τα «τυχερά», όπως λέγονται τα χρήματα που αποκομίζουν οι κληρικοί για τις διάφορες ιεροπραξίες, αποτελούν υπαρκτό πρόβλημα. Μάλιστα, «χρυσωρυχεία» για τους κληρικούς θεωρούνται τα κοιμητήρια, έτσι η Μητρόπολη Αθηνών έχει θεσπίσει την τακτή αλλαγή των ιερέων, για να αμβλύνεται ο κίνδυνος αλλοίωσης των ηθών...

«Γεια σας. Καθημερινή;» Η τηλεφωνική σύνδεση δεν ήταν καλή, η φωνή του ίσα που ακουγόταν. «Με συγχωρείτε που ενοχλώ, ήθελα μόνο να σας μιλήσω για κάτι που είδα, κάτι που δεν μ’ αφήνει να ησυχάσω». Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο κ. Βασίλης Βασιλείου, Ελληνας που ζει στη Ζυρίχη. Είναι 65 ετών, μια ανάσα από τη σύνταξη και με τ’ όνειρο της επιστροφής στην πατρίδα να παίρνει σιγά σιγά σάρκα και οστά. Πριν από λίγες ημέρες είχε βρεθεί στην Αθήνα προκειμένου να παραστεί στην κηδεία του γαμπρού του σε εκκλησία των νοτίων προαστίων (οι λεπτομέρειες βρίσκονται στη διάθεση της εφημερίδας). «Εκεί συνέβη», λέει στην «Κ».

«Η τελετή θα άρχιζε σε λίγα λεπτά», ξεκινά τη διήγησή του, «όταν παρατήρησα μια μαυροφορεμένη γυναίκα να κλαίει πάνω από έναν τάφο, λίγα μέτρα μακριά μας. Ηταν μεγάλη σε ηλικία, τα ρούχα της ήταν πολύ φτωχικά, φορούσε κι ένα τσεμπέρι στο κεφάλι. Κατάλαβα ότι μοιρολογούσε το χαμένο της άνδρα. Μπορεί να λείπω απ’ την Ελλάδα σχεδόν 50 χρόνια, αλλά η εικόνα αυτή μου είναι πολύ οικεία.

«Πόσο “πάει” πια ένα τρισάγιο;»

»Τότε, η γυναίκα βλέπει έναν παπά που έκανε τρισάγιο πάνω από ένα άλλο μνήμα. “Πατέρα”, την ακούω να του λέει, “ελάτε κι εδώ να πείτε δυο λόγια”. Ταυτόχρονα, τη βλέπω να βάζει το χέρι στην τσέπη της και βγάζει δύο νομίσματα, 4 ευρώ, να του τα δώσει. Ο παπάς απλώνει το χέρι να τα πάρει, αλλά μόλις βλέπει ότι πρόκειται για “ευτελές” ποσό, πετάει τα κέρματα πάνω στον τάφο. “Τι να τα κάνω, καραμέλες;” της λέει ξερά. Γυρίζει την πλάτη του και φεύγει. Δίχως να πει τίποτα, η χήρα μάζεψε τα χρήματα και στράφηκε πάλι στη φωτογραφία του συζύγου της. Μου σπάραξε την καρδιά. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που συνέβη. Διαφορετικούς θυμόμουν τους κληρικούς στην πατρίδα. Πείτε μου, ήταν αυτός άνθρωπος του Θεού; Πόσο “πάει” πια ένα τρισάγιο;»

Τιμοκατάλογος

Ηταν Ιανουάριος του 1999 όταν οι εφημερίδες φιλοξενούσαν την είδηση ότι στον ιερό ναό της Αγροσυκιάς του νομού Πέλλης αναρτήθηκε... τιμοκατάλογος για τα διάφορα μυστήρια. Ακόμα πιο προκλητική για το θρησκευτικό αίσθημα των πιστών είχε θεωρηθεί η δήλωση-εξήγηση του τότε μητροπολίτη Εδέσσης και Πέλλης Χρυσοστόμου ότι «δωρεάν θρησκεία δεν υπάρχει». Εν τέλει, όμως, η συγκεκριμένη φράση μάλλον απέδιδε κυνικά την πραγματικότητα.

Τιμή εκκίνησης

Παρά το «ό,τι προαιρείσθε», όλοι γνωρίζουν πια ότι τα 150 ευρώ είναι μόνο η «τιμή εκκίνησης» για την τέλεση ενός γάμου ή μιας βάπτισης στους περισσότερους ναούς του Λεκανοπεδίου. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, το ποσό που καλείται ο πιστός να καταβάλλει για ένα μυστήριο μπορεί να φθάσει έως και τα 400 ευρώ, αν υπολογιστούν και τα «έξτρα», δηλαδή το στρώσιμο του χαλιού, το άναμμα όλων των πολυελαίων, κλπ. Στις κηδείες, είθισται να αφήνει στο ναό ένα ποσό το γραφείο τελετών (περίπου 200 ευρώ), ενώ στα μνημόσυνα που τελούνται στις εκκλησίες τα έξοδα αναλαμβάνουν οι συγγενείς του θανόντος -κάτω από 50 ευρώ δεν αφήνει κανείς.

Οι ναοί έχουν έξοδα

Κι αν πράγματι «οι ναοί έχουν έξοδα», όπως αντιτείνουν οι ιερείς, τι συμβαίνει όταν πρόκειται για ιεροπραξία που ουδεμία σχέση έχει με ναό; Είναι γνωστό στους κόλπους των κληρικών πως το πραγματικό «χρυσωρυχείο» είναι τα νεκροταφεία, όπου καθημερινά τελούνται δεκάδες μνημόσυνα και τρισάγια «επί των τάφων» (όχι δηλαδή στο ναό). Εκεί, τα «τυχερά» (όπως ονομάζονται τα χρήματα που αποκομίζουν οι κληρικοί για την τέλεση μιας ιεροπραξίας), περνούν κατευθείαν στην τσέπη τού ιερωμένου.

Η τυχερή... μετάθεση

Δεν είναι τυχαίο ότι οι Μητροπόλεις τοποθετούν στα κοιμητήρια νεότερους ή έγγαμους κληρικούς -εκείνους δηλαδή που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τα χρήματα. Στον εκκλησιαστικό χώρο, αυτή θεωρείται η καλύτερη... «μετάθεση». («Αυτό που με πείραξε περισσότερο ήταν πως ο συγκεκριμένος κληρικός ήταν νέος άνθρωπος», αναφέρει ο κ. Βασιλείου.)

Το «παρεμπόριο» των μυστηρίων και των ιεροπραξιών καταδικάζεται από την επίσημη Εκκλησία. Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου προς τις Μητροπόλεις ανέφερε ρητώς πως μόνο εάν το επιθυμούν οι ίδιοι οι πιστοί πρέπει να αφήνουν χρήματα στους ναούς και σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να ισχύει συγκεκριμένη «ταρίφα».

Κάθαρση και διπλότυπο

Ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος, την περίοδο της «αυτοκάθαρσης» της Εκκλησίας, είχε εισηγηθεί την κατάργηση των «τυχερών». Δεν είναι τυχαίο όμως ότι έχει θεσπισθεί ειδικό διπλότυπο είσπραξης για τα χρήματα που, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, φθάνουν στο παγκάρι των εκκλησιών.

Η εντολή της Ιεράς Συνόδου είναι ρητή, αλλά...

«Τα “τυχερά”; Είναι πρόβλημα», παραδέχεται μιλώντας στην «Κ» ο εκπρόσωπος Τύπου του αρχιεπισκόπου, π. Τιμόθεος Ανθης. «Η εντολή της Ιεράς Συνόδου είναι ρητή - απαγορεύεται να ζητούν οι ιερείς χρήματα από τους πιστούς. Η αλήθεια είναι όμως ότι σε πολλές μητροπόλεις αυτό δεν εφαρμόζεται».

Ο ίδιος αποδίδει την «ανοχή» στο φαινόμενο στην ανάγκη πληρωμής των νεωκόρων και των ιεροψαλτών. «Ο υψηλότερος μισθός ενός νεωκόρου από τον ναό δεν ξεπερνά τα 750 ευρώ. Εργάζονται οκτάωρο, ωστόσο εάν μετά έχουν προγραμματιστεί 4-5 μυστήρια, πολλές φορές κάθονται έως τις 11 το βράδυ. Εγώ λέω στους πιστούς που με ρωτούν “για μένα δεν θέλω τίποτα, αφήστε κάτι στον νεωκόρο”. Αν και ούτε αυτό είναι ωραίο, να κάνεις τον άλλον επαίτη», σημειώνει.

Για τα «τυχερά» των νεκροταφείων, ο πατέρας Τιμόθεος αναφέρει: «Αυτό είναι πράγματι ένα πρόβλημα, το οποίο έχουν προσπαθήσει και οι ιερείς να το λύσουν. Η Μητρόπολη Αθηνών έχει θεσπίσει πρόγραμμα τακτής αλλαγής των ιερέων που πηγαίνουν στα νεκροταφεία. Πηγαίνουν εκ περιτροπής. Ο λόγος είναι ότι υπάρχει κίνδυνος αλλοίωσης των ηθών. Σε ένα βαθμό εμπορεύεσαι τον πόνο του άλλου. Γι’ αυτό δεν πρέπει να μένει ο ίδιος πολύ καιρό».

(Καθημερινή, 21/4/2007)