15 September 2006

Αγιασμοί, θεόπληκτοι και διαπλοκές.

Και η Ενωση Δικαστών κατά του αγιασμού
.
Της ΒΑΝΑΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ

Με την πλειονότητα των δικαστών του Συμβουλίου της Επικρατείας να διαφωνούν στην πρωτοβουλία του προέδρου του δικαστηρίου να εγκαινιάσει το νέο δικαστικό έτος με αγιασμό, ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος πρόκειται να χοροστατήσει στην προγραμματισμένη για σήμερα στις 12 το μεσημέρι τελετή.

Την αντίδραση των 31 δικαστών που αρνούνται να παραστούν στον αγιασμό διαδέχεται και η διαφωνία της Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, η οποία με επιστολή της προς τον πρόεδρο Γ. Παναγιωτόπουλο τονίζει ότι η τελετή δεν συνάδει με τον θεσμικό ρόλο του δικαστηρίου, διότι θα μπορούσε να εγείρει αμφιβολίες ως προς την αμεροληψία του.

Στον χορό των διαφωνούντων, μπαίνει και ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσπρωτίας Κ. Σιντόρης, ο οποίος ζητεί από τον Δ. Παξινό, που προεδρεύει της Ολομέλειας των δικηγόρων, να πάρει θέση. Η Ενωση στην ανακοίνωσή της (υπογράφεται από τον πρόεδρό της Κων. Κουσούλη) εξηγεί τους λόγους που υπαγορεύουν τη θρησκευτική ουδετερότητα του δικαστηρίου:

«Το ΣτΕ είναι επιφορτισμένο με τη δικαστική προστασία των ατομικών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα της Ελληνικής Πολιτείας υπέρ όλων των Ελλήνων πολιτών και υπέρ όσων βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια, χωρίς διακρίσεις λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων. Κατά την άποψη του Δ.Σ. η αρμοδιότητα αυτή επιβάλλει στο δικαστήριο να αποφεύγει τη διοργάνωση εκδηλώσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να εγείρουν εύλογες αμφιβολίες ως προς την αμεροληψία του από θρησκευτική άποψη. Η διοργάνωση θρησκευτικών τελετών στο μέγαρο, στο οποίο το δικαστήριο στεγάζεται, είναι δυνατόν, ανεξαρτήτως προθέσεων, να δημιουργήσει τέτοια εντύπωση.

»Είναι προφανές ότι η θέση αυτή δεν στρέφεται σε καμία περίπτωση κατά της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος. Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι το δικαστήριο σε όλη την ιστορική του διαδρομή, και οι λειτουργοί, που υπηρέτησαν και υπηρετούν σε αυτό, έχουν αποδείξει εμπράκτως και εξακολουθούν να αποδεικνύουν θρησκευτική ουδετερότητα και αμεροληψία κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ανεξάρτητα από προσωπικές πεποιθήσεις».

Κύκλοι του ΣτΕ τονίζουν ότι ο αγιασμός στα δικαστήρια δημιουργεί εκ των πραγμάτων ένα πεδίο στο οποίο μπορούν να αναπτυχθούν προνομιακές σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας και Δικαιοσύνης, οι οποίες είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε επηρεασμό δικαστών. Αναφέρουν μάλιστα ως νωπό παράδειγμα τις αποκαλύψεις για το παραδικαστικό κύκλωμα.

Οσον αφορά στο επιχείρημα του προέδρου του δικαστηρίου ότι πρόκειται για απλή εκδήλωση, επισημαίνεται ότι «ο αγιασμός γίνεται αντιληπτός ως έθιμο μόνο από την επιστήμη της λαογραφίας. Αντίθετα, η Εκκλησία της Ελλάδος έχει σταθερή δογματική αξίωση να είναι ο αγιασμός προεχόντως εκδήλωση θρησκευτικής λατρείας».