Σε παλαιότερη ανάρτηση, με αφορμή ένα δημόσιο κήρυγμα του αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου για τον απόστολο Παύλο, ο οποίος δήθεν δίδαξε στους Έλληνες και τους Ευρωπαίους το ευαγγέλιο, αναρωτιόμουν ποιο ευαγγέλιο μπορεί να δίδαξε ο περιφερόμενος προσηλυτιστής, αφού δεν υπήρχε τίποτα καταγεγραμμένο και εγκεκριμένο, καθένας έλεγε ό,τι ήθελε και ό,τι προέκυπτε από την παιδεία που είχε αποκτήσει και από το κοινωνικό περιβάλλον, στο οποίο είχε ζήσει και μεγαλώσει.
Βλέπω τώρα σε μια ανάρτηση στην «Καλύβα ψηλά στο βουνό» του Πάνου Ζέρβα αποσπάσματα από επιστολές του Παύλου, στα οποία μέμφεται ο προσήλυτος αντιπάλους ως «αιρετικούς» και προδιαγράφει το τέλος τους, ανακοινώνοντας επιπλέον ότι, αν χρειαστεί, μπορεί να έρθει «με ραβδί» (Α' Κορ. Δ' 21). Δηλαδή προδιαγράφει βίαιη αντιμετώπισή τους, την οποία αργότερα ο εκκλησιαστικός μηχανισμός υλοποίησε σε Ανατολή και Δύση με εκτελέσεις και πυρπολήσεις αντιφρονούντων. Γράφει ο Παύλος:
Β' Κορ. ΙΑ' 13-15: 13 Στην πραγματικότητα, αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι ψευδαπόστολοι, δόλιοι κήρυκες, που μεταμφιέζονται σε αποστόλους του Xριστού! 14 Kαι δεν είναι παράδοξο αυτό, αφού ο ίδιος ο Σατανάς μεταμφιέζεται σε άγγελο φωτός. 15 Δεν είναι, λοιπόν, μεγάλο πράγμα το γεγονός, ότι και οι υπηρέτες του μεταμφιέζονται σε υπηρέτες δικαιοσύνης. Tο τέλος των ανθρώπων αυτών θα είναι ανάλογο με τα έργα τους.
Αναρωτιέμαι λοιπόν, τι μέτρο συγκρίσεως έχει ο Παύλος ώστε να θεωρεί τους άλλους ψευδαπόστολους και μεταμφιεσμένους, οι οποίοι σίγουρα θεωρούσαν τον Παύλο παρείσακτο και από τη σκοπιά τους επίσης αιρετικό. Κάτι σαν εκείνους που αλλάζουν κόμμα και γίνονται πιο φανατικοί από τα παλιά μέλη του κόμματος. Έχουμε ζήσει στην Ελλάδα το φαινόμενο, ακόμα και σε υψηλό επίπεδο βουλευτών και υπουργών.
Περί το έτος 48 μ.Χ. ξέσπασε κρίση μεταξύ των παρατάξεων που διαφωνούσαν, για το περιεχόμενο και το στόχο της μη διαμορφωμένης διδασκαλίας. Αφενός η πλευρά του Παύλου που ήθελε να διευρυνθεί ο κύκλος αποδεκτών του χριστιανικού μηνύματος, πέρα από τους Εβραίους, με καίρια επίπτωση να προσλάβουν η διδασκαλία και οι λατρευτικές τελετουργίες μια νέα μορφή, εμπλουτισμένη με στοιχεία από τις θρησκείες των λαών που θα ήταν αποδέκτες αυτής της διδασκαλίας. Αφετέρου, η πλευρά του Πέτρου που υποστήριζε ότι η διδασκαλία δεν έπρεπε να ξεφύγει από την εβραϊκή αποστολή της, ακόμα και γεωγραφικά. Ο Παύλος φαίνεται να διέκοψε τις σχέσεις με τους υπολοίπους και περί το έτος 49 άρχισε να διδάσκει αυτοδύναμα. Αυτή η προσωπική διδασκαλία του Παύλου αξιοποιήθηκε αργότερα και εξελίχθηκε σε μια νέα θρησκεία.
Το απλούστερο θα ήταν να συμφωνήσουν τι εκπροσωπούν ως κίνημα και τι θα λένε στο ακροατήριό τους. Πιστεύω όμως ότι καμιά πλευρά και κανείς προσωπικά δεν είχε κάτι συγκεκριμένο και ιστορικά αποδείξιμο υπόψη του, αλλά διέδιδε τις ατομικές απόψεις του, ό,τι θεωρούσε σωστό. Έτσι, δεν υπήρχε περίπτωση να συμφωνήσουν ποτέ σε κάτι, γι' αυτό και διέκοψαν κάθε συζήτηση σε επίπεδο ομάδων και προσώπων.
Ακόμα και 3-4 αιώνες αργότερα (μέχρι σήμερα ουσιαστικά) που υπήρχαν κάποιες γενικά αποδεκτές «ιερές» γραφές, δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν οι θρησκευτικοί εκπρόσωποι μεταξύ τους, λόγω των πολλαπλών κενών και αντιφάσεων σ' αυτές τις γραφές. Καθένας έδινε τη δική του ερμηνεία, την οποία υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια, ουσιαστικά με τα όπλα, αφού με την επικράτησή του εξασφάλιζε και τα προνόμια εκ της θέσης του στον εκκλησιαστικό μηχανισμό, χρήμα, εξουσία κτλ. Έτσι, τελικά υπερίσχυε θεολογικά όποιος είχε με το μέρος του, τότε το ρωμαϊκό στρατό, τώρα τον κρατικό μηχανισμό!
Περί το έτος 48 μ.Χ. ξέσπασε κρίση μεταξύ των παρατάξεων που διαφωνούσαν, για το περιεχόμενο και το στόχο της μη διαμορφωμένης διδασκαλίας. Αφενός η πλευρά του Παύλου που ήθελε να διευρυνθεί ο κύκλος αποδεκτών του χριστιανικού μηνύματος, πέρα από τους Εβραίους, με καίρια επίπτωση να προσλάβουν η διδασκαλία και οι λατρευτικές τελετουργίες μια νέα μορφή, εμπλουτισμένη με στοιχεία από τις θρησκείες των λαών που θα ήταν αποδέκτες αυτής της διδασκαλίας. Αφετέρου, η πλευρά του Πέτρου που υποστήριζε ότι η διδασκαλία δεν έπρεπε να ξεφύγει από την εβραϊκή αποστολή της, ακόμα και γεωγραφικά. Ο Παύλος φαίνεται να διέκοψε τις σχέσεις με τους υπολοίπους και περί το έτος 49 άρχισε να διδάσκει αυτοδύναμα. Αυτή η προσωπική διδασκαλία του Παύλου αξιοποιήθηκε αργότερα και εξελίχθηκε σε μια νέα θρησκεία.
Το απλούστερο θα ήταν να συμφωνήσουν τι εκπροσωπούν ως κίνημα και τι θα λένε στο ακροατήριό τους. Πιστεύω όμως ότι καμιά πλευρά και κανείς προσωπικά δεν είχε κάτι συγκεκριμένο και ιστορικά αποδείξιμο υπόψη του, αλλά διέδιδε τις ατομικές απόψεις του, ό,τι θεωρούσε σωστό. Έτσι, δεν υπήρχε περίπτωση να συμφωνήσουν ποτέ σε κάτι, γι' αυτό και διέκοψαν κάθε συζήτηση σε επίπεδο ομάδων και προσώπων.
Ακόμα και 3-4 αιώνες αργότερα (μέχρι σήμερα ουσιαστικά) που υπήρχαν κάποιες γενικά αποδεκτές «ιερές» γραφές, δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν οι θρησκευτικοί εκπρόσωποι μεταξύ τους, λόγω των πολλαπλών κενών και αντιφάσεων σ' αυτές τις γραφές. Καθένας έδινε τη δική του ερμηνεία, την οποία υπερασπιζόταν με νύχια και με δόντια, ουσιαστικά με τα όπλα, αφού με την επικράτησή του εξασφάλιζε και τα προνόμια εκ της θέσης του στον εκκλησιαστικό μηχανισμό, χρήμα, εξουσία κτλ. Έτσι, τελικά υπερίσχυε θεολογικά όποιος είχε με το μέρος του, τότε το ρωμαϊκό στρατό, τώρα τον κρατικό μηχανισμό!