του Πάσχου Μανδραβέλη, Καθημερινή,
12/4/2013
Στη βολική απάντηση ότι «η
τρομακτική άνοδος της Χρυσής Αυγής οφείλεται στην κρίση» υπάρχει ένα ενοχλητικό
ερώτημα: Και η Αντικαπιταλιστική Αριστερή Συνεργασία είχε το 2009 περίπου το
ποσοστό της Χρυσής Αυγής και λίγο ψηλότερο (0,32% έναντι 0,29%)· γιατί οι
πολίτες προτίμησαν να εκτινάξουν την Χ.Α. και όχι την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η οποία στο
κάτω-κάτω της γραφής έχει πιο συγκροτημένο ριζοσπαστικό λόγο; Γιατί, οι Ελληνες
σε αντίθεση με τους Ιταλούς, δεν διάλεξαν μια διασκεδαστική εκδοχή της
αντιπολιτικής και επέλεξαν την επικίνδυνη; Δεν είναι μόνο η επικοινωνία ή τα
ΜΜΕ. Ίδια προβολή είχαν από τα κανάλια προεκλογικά τα ελάχιστα κόμματα, η δε
ΑΝΤΑΡΣΥΑ έκανε περισσότερες θορυβώδεις παρεμβάσεις στα οικονομικοπολιτικά
δρώμενα.
Αυτή η ενοχλητική ερώτηση έχει
μια ακόμη πιο ενοχλητική υποψία. Μήπως αυτά που κηρύσσει το νεοναζιστικό κόμμα
ήταν διάχυτα στην ελληνική κοινωνία και δεν μπορούσαν να βρουν πολιτική
έκφραση, επειδή οι σημερινοί ψηφοφόροι της Χ.Α. ήταν μπουκωμένοι από το επάρατο
πελατειακό κράτος; Μήπως ο φασισμός που ξορκίζαμε ήταν διαρκώς παρών σε
διάφορες εκφάνσεις του κοινωνικού μας βίου κι εμείς τον αποσιωπούσαμε με
αφορισμούς του στυλ «οι Έλληνες δεν είναι ρατσιστές», ή «στην Ελλάδα δεν μπορεί
να φυτρώσει ο ναζισμός»; Μήπως έχει δίκιο ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής κ. Νίκος
Μιχαλολιάκος, ο οποίος σε ένα από τα τελευταία κείμενά του γράφει ότι «τα
“παιδιά με τα μαύρα” δεν είναι υπόθεση του τελευταίου χρόνου. Ηταν πάντα δίπλα
σας, ζούσαν ανάμεσά σας, εδώ και πολλά χρόνια»; Κι αν πολλοί από αυτούς που
στελεχώνουν τις ομάδες κρούσης της Χ.Α. ήταν μπράβοι σε μπαρ, μήπως ήταν οι
αντιλήψεις της Χ.Α. που «ζούσαν ανάμεσά μας, εδώ και πολλά χρόνια»;
Η αλήθεια είναι πως η ιδιωτική
τηλεόραση συντέλεσε τα μάλα στην καλλιέργεια του φαινομένου. Αλλά δεν ξεκινά
από εκεί το κακό. Το γεγονός ότι το τηλεοπτικό τοπίο εκχυδαΐστηκε τόσο γρήγορα
και μάλιστα χωρίς αντίσταση πρέπει να έχει βαθύτερα αίτια. Δεν οφείλεται μόνο
στον ανταγωνισμό, όπως λέει μια άλλη βολική για την αριστερά θεωρία. Στο
κάτω-κάτω της γραφής ακόμη και η θατσερική Βρετανία έχει καλύτερα δελτία
ειδήσεων από τα δικά μας.
Ζούμε σε μια χώρα που τρόμαξε
ότι θα της κλέψουν τα φωνήεντα και το Διαδίκτυο είναι πλημμυρισμένο από
εκφράσεις του στυλ «έμα και τοιμή». Φτάσαμε να έχουμε πανεπιστημιακούς που
πιστεύουν ότι καταλύθηκε με βία το Σύνταγμα και η «αντίσταση με κάθε μέσο»
είναι θεμιτή. Υπάρχουν παιδιά εκεί έξω (και μάλιστα πάρα πολλά, όπως απέδειξε ο
Δεκέμβριος του 2008) που πιστεύουν ότι είναι αυτοάμυνα να πετούν πέτρες στα
αστυνομικά τμήματα. Έχουμε βουλευτές που βλέπουν συνωμοσίες σε email που
καταλήγουν με το «sent from my iPad»· πολιτικούς αρχηγούς που δεν κατανοούν πώς
αυξάνει το χρέος ενώ μειώνεται (αλλά δεν εξαλείφεται) το έλλειμμα.
Μεγαλύτερο πρόβλημα και από το
δημοσιονομικό έλλειμμα αποτελεί το έλλειμμα παιδείας, το οποίο είναι εμφανές σε
κάθε επίπεδο του κοινού μας βίου. Εκεί επιβιώνει και αναπτύσσεται ο λαϊκισμός,
ο οποίος σε συγκεκριμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, μεταμορφώνεται σε
φασισμό. Η κρίση δεν δημιούργησε το φαινόμενο, απλώς το πυροδότησε. Ήταν ο καταλύτης
που ενεργοποίησε την αντίδραση σε ένα προϋπάρχον μείγμα αντιλήψεων και κενών
παιδείας.