Επιστολή στον Τζορτζ Κλούνεϊ
της Μαρίας Κατσουνάκη, Καθημερινή, 12/2/2014
Απευθύνομαι στον ενικό ως κινηματογραφόφιλη και θαυμάστριά σου. Το επικοινωνιακό χάρισμα του Έλληνα υπουργού Πολιτισμού το έχεις ήδη αντιληφθεί από την επιστολή που σου απηύθυνε, για να σε ευχαριστήσει θερμά για τη δήλωσή σου υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα και να σε προσκαλέσει στην όμορφη χώρα μας. Δεν έχει σημασία που εσύ έκανες απλώς τη δουλειά σου στην Μπερλινάλε, έχοντας ασκηθεί να απαντάς κόσμια, ευγενικά και με χιούμορ στις δεκάδες, ανά τον κόσμο, συνεντεύξεις.
Ούτε ότι ανταποκρίθηκες στην ερώτηση κάπως γενικά και αόριστα (είπες: «Εχετε πολύ καλά επιχειρήματα για να στηρίξετε την υπόθεση της επιστροφής στην Ελλάδα των μνημείων, τα οποία σας ανήκουν»), αποφεύγοντας τη στράτευση, αλλά και την αγένεια να γυρίσεις αδιάφορα την πλάτη απέναντι σε ένα αίτημα που ηχεί λογικό και ανέξοδο. Εξ ου και όταν σου ζήτησαν να κάνεις μία πρόταση, πήρες αποστάσεις αρκούμενος σε ένα «δεν είμαι και τόσο καλός στις προτάσεις». Για τους Έλληνες (με το Ε πολύ κεφαλαίο), η στάση σου ήταν ανεκτίμητη. Είμαστε, ξέρεις, σαν τα μικρά παραμελημένα παιδιά που και το πιο αφηρημένο βλέμμα, η πιο μικρή σημασία, ας είναι και η συγγνώμη από το σκούντημα του περαστικού, αποκτά σημασία. Την εισπράττουμε σαν χάδι, τη μεταφράζουμε σαν προσωπικό έπαινο, τη μετατρέπουμε σε έμβλημα αγάπης και –γιατί όχι;– θαυμασμού.
Ούτε ότι ανταποκρίθηκες στην ερώτηση κάπως γενικά και αόριστα (είπες: «Εχετε πολύ καλά επιχειρήματα για να στηρίξετε την υπόθεση της επιστροφής στην Ελλάδα των μνημείων, τα οποία σας ανήκουν»), αποφεύγοντας τη στράτευση, αλλά και την αγένεια να γυρίσεις αδιάφορα την πλάτη απέναντι σε ένα αίτημα που ηχεί λογικό και ανέξοδο. Εξ ου και όταν σου ζήτησαν να κάνεις μία πρόταση, πήρες αποστάσεις αρκούμενος σε ένα «δεν είμαι και τόσο καλός στις προτάσεις». Για τους Έλληνες (με το Ε πολύ κεφαλαίο), η στάση σου ήταν ανεκτίμητη. Είμαστε, ξέρεις, σαν τα μικρά παραμελημένα παιδιά που και το πιο αφηρημένο βλέμμα, η πιο μικρή σημασία, ας είναι και η συγγνώμη από το σκούντημα του περαστικού, αποκτά σημασία. Την εισπράττουμε σαν χάδι, τη μεταφράζουμε σαν προσωπικό έπαινο, τη μετατρέπουμε σε έμβλημα αγάπης και –γιατί όχι;– θαυμασμού.
Θα ήθελα μόνο, Τζορτζ, να σου επιστήσω την προσοχή στο εξής. Είτε αποφασίσεις να έρθεις στην ωραία μας χώρα με τα δαντελωτά ακρογιάλια και το «πλήθος αρχαιοτήτων που διατηρούνται αλώβητες κάτω από τον μεσογειακό ήλιο» (όπως σου έγραψε και ο Υπουργός Πολιτισμού – με το Υ και το Π πολύ κεφαλαία) είτε δεν μπορέσεις λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων, θα πρέπει να έχεις υπόψη σου ότι η επιστολή ελάχιστα σε αφορούσε. Όχι, ότι ο Υπουργός μας δεν το εννοούσε, κάθε άλλο. Αλλά να, το υπουργείο μας του Πολιτισμού, εδώ στην Ελλάδα, έχει δημιουργήσει σχολή στην επιστήμη της Αερολογίας.
Γιατί πρέπει να γνωρίζεις ότι, αντίθετα με ό,τι συνεπάγεται η λέξη, εμείς το έχουμε αναγάγει σε τέχνη. Επιβίωσης, ψηφοθηρίας, άκοπης αναπαραγωγής του εαυτού, εφόσον αυτό ακριβώς το μοντέλο που μας έφερε στην πολιτική χρεοκοπία παραμένει ισχυρό και αλώβητο. Ετσι και ο νυν Υπουργός –την ίδια θέση έχουν τιμήσει στο παρελθόν φιλόσοφοι, αρχαιόπληκτοι ή απλώς τζιπούχοι με πλαστές πινακίδες– επέλεξε εσένα, έναν διεθνή αστέρα, για να απευθυνθεί στους ψηφοφόρους και στους πολιτικούς προϊσταμένους του. Να υπενθυμίσει την αδικία με τα Γλυπτά («παράνομα και βίαια αποσπάστηκαν»), να αναζωπυρώσει το αίτημα, να φτιάξει, εν ολίγοις, άφθονο αφρό στην επιφάνεια που και δεν κοστίζει τίποτα και εντύπωση κάνει. Επικοινωνιακή φούσκα, το λέμε εμείς εδώ –αλλά και εσείς εκεί, φαντάζομαι–, επιστήμη στην οποία, επίσης, διαπρέπουμε.
Γιατί πρέπει να γνωρίζεις ότι, αντίθετα με ό,τι συνεπάγεται η λέξη, εμείς το έχουμε αναγάγει σε τέχνη. Επιβίωσης, ψηφοθηρίας, άκοπης αναπαραγωγής του εαυτού, εφόσον αυτό ακριβώς το μοντέλο που μας έφερε στην πολιτική χρεοκοπία παραμένει ισχυρό και αλώβητο. Ετσι και ο νυν Υπουργός –την ίδια θέση έχουν τιμήσει στο παρελθόν φιλόσοφοι, αρχαιόπληκτοι ή απλώς τζιπούχοι με πλαστές πινακίδες– επέλεξε εσένα, έναν διεθνή αστέρα, για να απευθυνθεί στους ψηφοφόρους και στους πολιτικούς προϊσταμένους του. Να υπενθυμίσει την αδικία με τα Γλυπτά («παράνομα και βίαια αποσπάστηκαν»), να αναζωπυρώσει το αίτημα, να φτιάξει, εν ολίγοις, άφθονο αφρό στην επιφάνεια που και δεν κοστίζει τίποτα και εντύπωση κάνει. Επικοινωνιακή φούσκα, το λέμε εμείς εδώ –αλλά και εσείς εκεί, φαντάζομαι–, επιστήμη στην οποία, επίσης, διαπρέπουμε.
Παρακαλώ, επίτρεψέ μου μία, τελευταία, επισήμανση: υπάρχουν και πολλοί Ελληνες του Πολιτισμού, της Τέχνης, των Γραμμάτων, της Επιστήμης, της Επιχειρηματικότητας (με κανονικά κεφαλαία), που δεν θα σου στείλουν ποτέ επιστολή, οι οποίοι εργάζονται αθόρυβα, παρά τη δυσβάστακτη πίεση των καιρών, για να συμβάλουν ώστε να γίνουμε μια κανονική χώρα που να ανταποκρίνεται στους πολλούς, κανονικούς, ανθρώπους της.
Αγαπητέ Τζορτζ, δεν έχεις παρά να μας ευχηθείς «καλή τύχη».