27 July 2008

Για το περιβάλλον, την οικολογία, τους οικολογούντες και τα ζητήματα ουσίας!

Δρ. Θόδωρος Κουσουρής, περιβαλλοντολόγος
Σχεδόν καθημερινά βομβαρδιζόμαστε από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για τα ελληνικά περιβαλλοντικά προβλήματα, σημαντικά, αλλά και ασήμαντα. Άξια της προσοχής και εγρήγορσης όλων μας, αλλά και εικόνες ασυνάρτητες, μέσα από την άγνοια, τη φαιδρότητα, και την παραπληροφόρηση. Κραυγές, κινδυνολογία, μονόλογοι και απουσία διαλόγου και συναίνεσης συνθέτουν σήμερα ότι αφορά όλους και τις επόμενες γενεές.

Αξίζει να θυμηθούμε ότι το αρχαίο ελληνικό πνεύμα έχει και θα έχει οικουμενική απήχηση γιατί διακρινόταν για το λόγο και το διάλογο,τολμούσε τις ρήξεις, αλλά και είχε ιδέες και οράματα, μέσα από τη σκληρή δουλειά και σπουδή, την αρετή, την ομορφιά και τη δράση. Άραγε πόσοι όσοι ασχολούνται ενεργά και δραστήρια με το περιβάλλον διαθέτουν γνώση και ανάλογη σπουδή, τολμούν ρήξεις με απολιθωμένες συνήθειες, επιζητούν το διάλογο με την κοινωνία, προσβλέπουν σε ουσιαστικά καλύτερες προοπτικές;

Σήμερα, είναι κοινά αποδεκτό, ότι η έγκυρη και έγκαιρη πληροφόρηση είναι ελλειμματική. Οι απανταχού υπεύθυνοι συνήθως επικαλούνται είτε τον πεπερασμένο χώρο του εντύπου, είτε τον περιορισμένο τηλεοπτικό χρόνο, είτε το εξειδικευμένο του ζητήματος και τους ειδικούς. Το πόσο απέχουμε από την πραγματικότητα των γεγονότων και τι μέλλει γενέσθαι, επί του πρακτέου , φοβούμαστε δυστυχώς ότι ενδιαφέρει μόνο τους λίγους και μυημένους. στην πολυπλοκότητα των περιβαλλοντικών ζητημάτων. Σε εκείνους που πραγματικά μελετούν διεξοδικά τη γοητεία των σχέσεων ανάμεσα στα έμβια και τον αβιοτικό περίγυρό μας, όσο και σε εκείνους που μπορούν να αποκρυπτογραφούν την πολυπλοκότητα και το δαιδαλώδες της σύνθεσης της Φύσης, αλλά και τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες, μέσα από την οπτική της βιώσιμης ανάπτυξης και ορθολογικής διαχείρισης.

Μάλιστα η ικανότητα διαχείρισης , για την περίπτωσή μας, των ζητημάτων που σχετίζονται με το περιβάλλον, αποτελεί την κρίσιμη προϋπόθεση για τον εντοπισμό για παράδειγμα του φθοροποιού παράγοντα , το σχεδιασμό των δράσεων και την πρακτική αντιμετώπισή του. Λέτε να αποβλέπουν ώστε να δημιουργηθεί μια κοινωνία που ζει με φόβους, μια κοινωνία που φοβάται; Μα μια τέτοια κοινωνία δεν μπορεί να έχει οράματα, προοπτικές, αλλά και να αντιμετωπίσει τα οποιαδήποτε καθημερινά προβλήματά της.

Πραγματικά αναρωτιόμαστε, γιατί οφείλει να διεγείρει επιφανειακά την προσοχή και συνά μα την αγανάκτηση της κοινωνίας μια νεκρή θαλάσσια χελώνα, τα μαυροζούμια από τα ελαιοτριβεία, τα νερά με το εξασθενές καρκινογόνο χρώμιο, οι πυρκαγιές και οι πυρόπληκτοι, η ρύπανση από πετρελαιοειδή, τα μπάζα και τα σκουπίδια, το κτηματολόγιο, το χωροταξικό, τα αυθαίρετα, οι δασικές περιοχές και τα δάση, αλλά και γιατί όχι η φτώχια, η πείνα, η δυστυχία και οι ανισότητες .

Δεν είναι ουσιαστικότερο να ξέρουμε γιατί βρέθηκε νεκρή η χελώνα; Τι θα πρέπει να αποφεύγουμε για να μην έχουμε και άλλες χελώνες νεκρές και ποια είναι επιτέλους η σημασία της χελώνας, του χελιδονιού, της πέρδικας, του λύκου και της αλεπούς στη ζωή και στη Φύση γενικότερα και ειδικότερα;. Δεν είναι περισσότερο σημαντικό να γνωρίζουμε από έγκυρες πηγές τις αιτίες της λειψυδρίας και με ποιο τρόπο μπορούμε να συμβάλλουμε ο καθένας μας στην εξοικονόμηση του νερού; Πως μπορούμε να ανακυκλώνουμε υποβαθμισμένα και ακάθαρτα νερά χρησιμοποιώντας τα για άλλες χρήσεις; Και η αφαλάτωση τη μπορεί να προσφέρει; Πότε επιβάλλεται να χρησιμοποιείται και ποια δυνητικά προβλήματα και κάτω από ποιές προϋποθέσεις μπορεί να δημιουργήσει; Είναι τεκμηριωμένα σωστό ή ακραίο να λέγεται ότι η αφαλάτωση δημιουργεί τέτοια προβλήματα στο θαλάσσιο χώρο όπου λειτουργεί, όσα μπορεί να δημιουργήσει στο ίδιο χώρο η ατέλειωτη εξάτμιση το θαλασσινού νερού από τον ήλιο;

Και γιατί να ενεργοποιούνται στην αναδάσωση τόσοι πολλοί φορείς που εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να διαθέτουν επιστημονική τεχνογνωσία περί δάσους, δασικών διεργασιών, συσχετίσεων εδάφους, νεαρών φυτών, βλάστησης, χλωρίδας και άγριας πανίδα, αλλά και νερού; Πότε οφείλουμε να προστατεύουμε το παράκτιο χώρο, ποιες δραστηριότητες στην άλφα ή βήτα περιοχή είναι επιτρεπόμενες ή υπό έλεγχο ή ακόμη και απαγορευτικές για κάποιο εξειδικευμένο λόγο και αιτία; Πότε ένα τοξικό χημικό στοιχείο μπορεί να γίνει τοξική χημική ουσία και μπορεί να δράση ενεργά στο περιβάλλον; Κάτω από ποιές προϋποθέσεις αυτή η χημική ουσία και κατά πόσο μπορεί να επηρεάσει τη δημόσια υγεία και υγιεινή; Πως μπορεί η ανακύκλωση να αποδώσει τα μέγιστα; Γιατί αποτελεί αναγκαιότητα σήμερα. Πως πρέπει να συμπεριφερόμαστε στο σπίτι σε σχέση με τα σκουπίδια και ποιος είναι ο κύριος σκοπός που εξυπηρετείται; Ποιός είναι ο ρόλος των εθελοντών και ποιός των επιστημόνων;

Πως μπορεί να υπάρξει η ζητούμενη συνεργασία; Και εξυπακούεται ότι αναμένουμε τις απαντήσεις από ειδικούς επιστήμονες και όχι από ευαισθητοποιημένους εθελοντές ή και από τους εγκλωβισμένους και παρατρεχάμενους των περιβαλλοντικών και οικολογικών οργανώσεων. Και κανείς δεν αμφιβάλλει για την ανάγκη ύπαρξης και ενεργοποίησης των περιβαλλοντικών και οικολογικών οργανώσεων, αλλά πολλές φορές το πλαίσιο δράσης τους, δυστυχώς δημιουργεί ερωτηματικά και πλείστες αμφιβολίες σκοπιμοτήτων. Και τούτο φαίνεται λογικό καθώς, μεταξύ των άλλων, το εκμεταλλεύτηκαν, όχι και λίγοι, ως «σκαλοπάτι» ανόδου σε … αξιώματα Δημάρχου, Βουλευτή κ.οκ.

Συνήθως, παρατηρούμε σε περιβαλλοντικά ζητήματα ότι οι επιστημονικοί σύλλογοι και φορείς να βρίσκονται σε δεύτερη ή τρίτη μοίρα, προεξεχόντων βεβαίως των πολιτικών και των «Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων» που πολλές δεν διαθέτουν την αναγκαία επιστημονική επάνδρωση, πιστοποιημένη εργαστηριακή υποδομή. και ανάλογη για κάθε περίπτωση εμπειρία. Και η σοβαρότητα πολλές φορές εκπίπτει, όταν πανεπιστημιακοί καλούνται να εκφέρουν άποψη επί παντός ζητήματος.

Είναι γνωστό ότι τα έμβια όντα μαζί με τα αβιοτικά συστατικά στον πολυχώρο, μέσα στο χωρόχρονο που σηματοδοτούν το περιβάλλον, είναι ζωντανό πολυεπιστημονικό και διεπιστημονικό πεδίο προσέγγισης, μελέτης, διερεύνησης, απόδειξης, προβολής και ουσιαστικής εφαρμογής, σήμερα, αύριο και μεθαύριο. Η Φύση, η κοινωνία και οι δραστηριότητές μας ποτέ δεν μπορούν να απομονωθούν από τα τεκταινόμενα και διαδραματιζόμενα με αμφίδρομες πορείες, τάσεις, σχέσεις και επιδράσεις. Η ζωντάνια κάθε επιστήμης φαίνεται όταν έχει να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί ανοιχτά προβλήματα. Όπως δηλαδή ισχυρίζονταν οι Ίωνες στοχαστές της επιστήμης, οι Πυθαγόρειοι, ο Ευκλείδης, ο Αριστοτέλης και άλλοι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι.

Παλαιότερα, ήταν πασιφανές ότι η έλλειψη προβληματισμού και προβλημάτων σε ένα επιστημονικό πεδίο ήταν προάγγελος του τέλους του. Με τα σημερινά όμως δεδομένα και εφόσον μας απασχολεί το περιβάλλον και τα προβλήματα ή ζητήματά του, η αυτόνομη παρουσία μιας επιστήμης, πόσο μάλλον μιας συγκεκριμένης ομάδας επιστημόνων ή ακόμη χειρότερα ευαισθητοποιημένων περί τα οικολογικά ή και των οικολογούντων, δεν προσφέρει τίποτα το ουσιαστικό στην επίλυση του προβλήματος. Ασφαλώς και εντυπώσεις μπορεί να προκληθούν, αλλά ως συνήθως οι εμμονές και τα κάθε είδους «κωλύματα», ζημιά πρωτίστως προκαλούν.

Για παράδειγμα, εξαιτίας νομικών παρεμβολών και αιτιάσεων, πολιτικού κόστους, συντεχνιακών νοοτροπιών, τοπικίστικων αντιλήψεων, δοξασιών, παρελθοντολογίας, παραδόσεων, διαχρονικής οπισθοδρόμησης, προκαλούνται συνήθως απρόβλεπτες εξελίξεις και ζημιές στο περιβάλλον.

Και ποια είναι τα κυρίαρχα προβλήματα , ως προς το περιβάλλον, που απαιτούν την έγκαιρη και έγκυρη αντιμετώπιση; Οι ειδικοί μας πληροφορούν ότι η αντιμετώπιση των ελληνικών περιβαλλοντικών ζητημάτων οφείλει να εστιαστεί κυρίως στις επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών (έγκαιρη ετοιμότητα, ελαχιστοποίηση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, κ.ά.), στα προβλήματα των στερεών απορριμμάτων (ελαχιστοποίηση απορριμμάτων στο σπίτι, ανακύκλωση υλικών, αποκομιδή, διάθεση και απόθεση σε χωροθετημένους χώρους, κ.ά), στην ορθολογική διαχείριση των νερών και στη διασφάλιση της προστασίας τους, στην εξοικονόμηση της ενέργειας από συμβατικές πηγές και στην προώθηση των εναλλακτικών μορφών της (ηλιακή, αιολική, γεωθερμική, κυματική κ.ά.), στην αναστροφή της υποβάθμισης των εδαφών (διάβρωση, ερημοποίηση κ.ά), στην αποτροπή της εποχικής κακοποίησης και υποβάθμισης της θάλασσας και της παραλίας, αλλά και στην απουσία της συμμετοχικότητας για τα κοινά, του τεκμηριωμένου διαλόγου και της κοινωνικής συναίνεσης.

Και κάπου εδώ στον αντίποδα σε σχέση με τους οικολογούντες, τους πράσινους ακτιβιστές, τις ΜΚΟ, αλλά και τους μονο-στοχοθετημένους ειδικούς επιστήμονες (π.χ. μόνο για τις κλιματικές αλλαγές, μόνο για ρύπανση των θαλασσών, μόνο για το κοινωνικό σύνολο μόνο για το δάσος), εμφανίζονται οι λεγόμενοι αντι-ακτιβιστές. Μεταξύ των άλλων εκτιμούν, ότι η άνοδος της θερμοκρασίας, εξαιτίας του φαινομένου του θερμοκηπίου, δεν είναι μια επικείμενη πλανητική έκτακτη ανάγκη, αλλά είναι μία από τις μεγάλες απειλές που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Επίσης, δεν αμφισβητούν την κλιματική αλλαγή, παρά μόνον ως προς την προτεραιότητα που της δίνεται. Θεωρούν ότι οι πολλές προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσουμε σε παγκόσμια βάση, έχουν διαφορετικό τόνο και σημασία σε διαφορετικούς τόπους, χώρες και ηπείρους.

Για παράδειγμα, τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι ζούνε χωρίς πρόσβαση σε καθαρό κα πόσιμο νερό, αλλά και στην υγιεινή. Σε αυτό τον αιώνα ο υποσιτισμός, οι ασθένειες, το βρώμικο νερό και η έλλειψη υγιεινής θα σκοτώσουν πολύ περισσότερους ανθρώπους από ό,τι η παγκόσμια άνοδος της θερμοκρασίας. Μέσα σε άλλα, εξαιρετικά ενδιαφέροντα και πολλές φορές αινιγματικά, διατείνονται ότι αν αφιερώσουμε όλες τις προσπάθειες και τους πόρους μας σε πολιτικές που αφορούν μεγάλα τμήματα της ανθρωπότητας τα οφέλη θα είναι πολλαπλάσια σε σχέση με τα στοχοθετημένα παγκόσμιας κλίμακας ζητήματα. Και μας προσγειώνουν αναμφίβολα όταν αναφέρουν ότι το ετήσιο κόστος των συμφωνιών του Kιότο (ανάληψη δράσεων για τον περιορισμό των εκπομπών αέριων ρύπων υπευθύνων για την υπερθέρμανση του πλανήτη), υπολογίζεται ότι θα ανέλθει στα 180 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή ποσό διπλάσιο εκείνου το οποίο παρέχεται σήμερα ως αναπτυξιακή βοήθεια στις φτωχές χώρες.

Όμως, αν επενδύσουμε ως ανθρωπότητα σ' αυτές τις φτωχές χώρες - άλλωστε αποτελεί ηθική αναγκαιότητα, αν μη τι άλλο θα πετύχουμε τη μείωση των θανάτων από ελονοσία κατά μερικές χιλιάδες άτομα ετησίως για τον υπόλοιπο αιώνα. Καθώς η αύξηση της φτώχιας και της ανέχειας κλονίζει τα θεμέλια της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής ανάπτυξης, έχουμε δικαίωμα να αναζητούμε λύσεις για τα προβλήματα του περιβάλλοντος, χωρίς να νοιαζόμαστε πρωτίστως για την προάσπιση της αξιοπρέπειας του ανθρώπου;

Σε ότι αφορά το περιβάλλον και την προσδοκώμενη καλύτερη ποιότητα ζωής, η ατομική ευθύνη και η υπευθυνότητα του καθενός μας, εξυπακούεται ότι είναι ένα από τα ζητούμενα, καθότι απέχουμε αρκετά από τη δημιουργία της έμφυτης περιβαλλοντικής συνείδησης. Πέρα από αυτά, η κατάκτηση της περιβαλλοντικής συνείδησης είναι συνυφασμένη με τη δημιουργία, με τις διαφορετικές επιλογές, τις συνήθειες, τους τρόπους και τις συμπεριφορές μας. Ξεκινάει μέσα από την οικοδόμηση της αγωγής στο σπίτι, καθοδηγείται στο σχολείο με τη διαμόρφωση της περιβαλλοντικής μας ευαισθησίας και προεκτείνεται με την εθελοντική δράση και τη συμμετοχή μας, μέσα στην κοινωνία, καθώς για να ριζώσει θέλει «αέναη» αυτή τη διαδικασία.

Ωστόσο, η περιβαλλοντική ευαισθησία δεν είναι προνόμιο κανενός. Σημαίνει πρώτα απ’όλα έγκυρη ενημέρωση, εμπεριστατωμένη γνώση, λογική και υπευθυνότητα, χωρίς κραυγές, υστερίες, οικο-λαγνεία, χωρίς παντιέρες και ... ταμπούρλα! Στα ζητήματα του περιβάλλοντος προέχει η υιοθέτηση μακρόπνοων πολιτικών με οράματα, στρατηγικές πρόληψης, ουσιαστική και πρακτική συνεισφορά για την επίλυση των ζητημάτων που έχουν να κάνουν με το καλύτερο αύριο. Εξάλλου, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε σε πολλούς ότι η οικολογία είναι ένας πλατύς κλάδος επιστημών.

Μπορεί να είναι στις μέρες μας επίκαιρος κλάδος, αλλά δεν σημαίνει ότι η γνώση περί αυτήν κατακτιέται, μόνο με ευαισθησίες και καλές προθέσεις. Και άλλοι κλάδοι επιστημών βρίσκονται στην επικαιρότητα σήμερα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι ενδιαφερόμαστε ή ασχολούμαστε από χόμπι με τη διατροφή, τη μηχανική ή και τη χειρουργική γίναμε και αίφνης διατροφολόγοι, μηχανικοί ή και χειρουργοί που είμαστε έτοιμοι να στελεχώσουμε τις … κενές χειρουργικές μονάδες των περιφερειακών νοσοκομείων.