15 October 2009

Η παλαιότητα της Ελληνικής γλώσσας και γραφής

Από το «Ορόγραμμα», αρ. Τεύχους 97

Στη σκέψη «Πόσο παλιά είναι η Ελληνική Γλώσσα», αυθόρμητα θεωρούμε ότι η Ελληνική γλώσσα είναι τόσο παλιά όσο είναι και τα κείμενα που γράφτηκαν με το αλφάβητο (7ος – 8ος π.Χ αιώνας, Ομηρικά Έπη, έργα του Ησιόδου). Η αρχαιολογική σκαπάνη, όμως, έφερε στο φως, στις αρχές του 20ού αιώνα, τις πινακίδες της Γραμμικής Β [ο Α. Έβανς, στην Κρήτη, ο Κ. Μπλέγκεν στη Πύλο, κι άλλοι ερευνητές αργότερα, στα Χανιά (1973), στις Μυκήνες (δεκαετία του ‘50), στην Τίρυνθα (δεκαετία του ’70), στην Θήβα, στην Κέα και αλλού]. Αυτές, μάλιστα, της Θήβας ήταν και οι πολυπληθέστερες που ανακαλύφτηκαν σε τοποθεσία πάνω από τον Ισθμό της Κορίνθου.

Ο αρχιτέκτονας Μ. Βέντρις με τη βοήθεια του Ελληνιστή Τσάντγουϊκ, αποκρυπτογράφησε την Γραμμική Β, το 1952 και απέδειξε ότι η γλώσσα που κρυβόταν πίσω από την Γραμμική Β, ήταν η Ελληνική γλώσσα. Υπόψη ότι μέχρι τότε η διεθνής επιστημονική κοινότητα δεν δεχόταν ότι υπήρχαν Έλληνες και κατά συνέπεια ούτε και μιλιόταν στην Ελλάδα η Ελληνική πριν από το 1000 π.Χ.

Η κρατούσα άποψη σήμερα είναι ότι οι πινακίδες της Γραμμικής Β, δεν είναι παλαιότερες του 1400 π.Χ. Τόσο οι πινακίδες της Κρήτης όσο και οι πινακίδες της Πύλου γράφτηκαν από τους Μυκηναίους. Έτσι βγήκε και το ασφαλές συμπέρασμα ότι οι Μυκηναίοι (Αχαιοί) μιλούσαν κι έγραφαν Ελληνικά.

Οι πινακίδες της Γραμμικής Β από την Κρήτη είναι και οι παλαιότερες και ανέρχονται στις 3000 περίπου. Οι αντίστοιχες της Πύλου προέρχονται από μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Κάποιαν άνοιξη κοντά στο 1200 π.Χ. το ανάκτορο της Πύλου καταστράφηκε από φωτιά, οι πινακίδες (περίπου 1300 τον αριθμό), κατασκευασμένες από νωπό άργιλο που απλά είχε στεγνώσει στο ήλιο, ψήθηκαν, σκλήρυναν κι έτσι διατηρήθηκαν μέχρι που τις έφερε στο φως η σκαπάνη των αρχαιολόγων (1939).

Ο Α. Έβανς, πρώτος διατύπωσε την άποψη, που ισχύει ακόμα και σήμερα, ότι δηλ. στο χρονικό διάστημα 1900 – 1200 π.Χ. αναπτύχθηκαν στην Κρήτη τρία είδη γραφής, η εικονογραφική ή ιερογλυφική (pictographic), η Γραμμική Α και η Γραμμική Β [3].

Άποψη του Τσάντγουϊκ είναι ότι οι Έλληνες δανείστηκαν από την Κρήτη τα σύμβολα της Γραμμικής Β και τα προσάρμοσαν στην γλώσσα τους [1] (δηλ. κάτι ανάλογο με τη χρήση του Λατινικού αλφαβήτου από διάφορους λαούς που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες). Σε άλλο σημείο του βιβλίου του [1] υποστηρίζει ότι στη Πύλο η Ελληνική «θα πρέπει να λαλούνταν πολλούς αιώνες πριν από την εποχή των πινακίδων».

Η Γραμμική Β είναι μια συλλαβική γραφή δηλ. κάθε σύμβολο αποδίδει μία συλλαβή. Σύμφωνα με τον κατάλογο που δημοσίευσε ο Αμερικανός E. L. Bennett (1952), τα συλλαβογράμματα της Γραμμικής Β είναι 87. Σήμερα είναι αποδεκτό ότι δεν είναι περισσότερα από 90 [2]. Στα κείμενα, τα σύμβολα, χρησιμοποιούνται ως συλλαβογράμματα και ως ιδεογράμματα [3]. Γραφόταν δε από τα αριστερά προς τα δεξιά.

Στην πλειοψηφία τους οι πινακίδες της Γραμμικής Β, είναι λογιστικές καταγραφές των τοπικών ανακτόρων της Κρήτης και της Πύλου. Μέσα από τις πινακίδες μας μεταφέρονται περισσότερα από 150 κύρια ονόματα, ανδρικά ή γυναικεία, πολλά από τα οποία απαντώνται στα Ομηρικά έπη καθώς και στους μετέπειτα αιώνες (π.χ. Ιδομενεύς, Αιγεύς, Δευκαλίων, Αμφιμήδης, Τριπτόλεμος, κ.ά.), και πλήθος τοπωνυμίων (περίπου 200 όπως Κνωσός, Φαιστός, Ρίον, Κυδωνία, κ.ά.).

Το χρησιμοποιηθέν σύστημα αρίθμησης ήταν το δεκαδικό και έχουν καταγραφεί αγαθά σε ποσότητες που δηλώνονται με πενταψήφιο αριθμό.

Οι πινακίδες μας μετέφεραν πλήθος επαγγελμάτων για άνδρες και γυναίκες (π.χ. κναφεύς, δουροτόμος δηλ. ξυλουργός, χαλκεύς, ποιμήν, κυανουργός δηλ. τεχνίτης του λαζουρίτη, μελέτρια δηλ. αλέστρια, λοετροχόος δηλ. λουτροκόμος, κ.ά.) ή αξιωμάτων ανθρώπων της εποχής π.χ. άναξ, βασιλεύς, επέτας δηλ. ακόλουθος, κορετήρ δηλ. κυβερνήτης, λαγέτας δηλ. ηγέτης στρατού, κ.ά., πράγμα που δηλώνει μιαν οργανωμένη κοινωνία.

Από τη μελέτη του γραφικού χαρακτήρα διαπιστώθηκαν περίπου 70 γραφείς στην Κρήτη και 40 περίπου στην Πύλο.

Η χρησιμοποιούμενη γλώσσα των πινακίδων περιέχει, κατά τους ειδικούς, στοιχεία της δωρικής διαλέκτου. Αυτό γέννησε πολλά ερωτηματικά σχετικά με το πότε τελικά εμφανίζονται στο ιστορικό προσκήνιο οι Δωριείς δεδομένου ότι η επίσημη εκδοχή είναι ο 11ος π.Χ. αιώνας. Περί τούτου ο Τσάντγουϊκ, το 1976 διατύπωσε τη θεωρία ότι οι Δωριείς προϋπήρχαν στα μυκηναϊκά βασίλεια και κάποια στιγμή επαναστάτησαν και τα ανέτρεψαν. Ο Όμηρος πάντως, αναφέρει ότι στα χρόνια του Τρωικού πολέμου, η Κρήτη κατοικείται από Ετεοκρήτες μεγαλήτορες, από Κύδωνες, από δίους Πελασγούς, από Δωριείς τριχάϊκες και Αχαιούς.

Όποιο κι αν είναι το περιεχόμενο των πινακίδων της Γραμμικής Β, αποτελούν γραπτά μνημεία της Ελληνικής γλώσσας και αποδεικνύουν με το περιεχόμενό τους την χωρίς διακοπή συνέχεια της Ελληνικής γλώσσας επί τέσσαρες περίπου χιλιετίες.

Βιβλιογραφία
[1] Ο Μυκηναϊκός Κόσμος, John Chadwick, Εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1999
[2] Η Γραμμική Β και οι συγγενικές γραφές, John Chadwick, Εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2005
[3] Εισαγωγή στη Γραμμική Β, J.T.Hooker, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1996.

Γ.Α.Τ.