της Χριστίνας Ταχιάου, protagon.gr, 29/1/2013
Η Κυριακή 27 Ιανουαρίου ήταν η Διεθνής Ημέρα Μνήμης Θυμάτων
του Ολοκαυτώματος. Στη Θεσσαλονίκη, ο αριθμός των Εβραίων, που προπολεμικά
έφτανε τις 50.000, μεταπολεμικά συρρικνώθηκε σε περίπου 2.000 άτομα. Η λέξη
«Ολοκαύτωμα» στη Θεσσαλονίκη έχει μεγάλο βάρος.
Ένας από τους τελευταίους
επιζώντες του Άουσβιτς είναι ο Ραφέλ Βαρσάνο. Πήγε τον Μάρτη του 1943, παιδάκι
ακόμα, στο στρατόπεδο, ούτε τα 16 δεν είχε κλείσει καλά καλά. Στη διαδρομή με το
τρένο, τους έλεγαν ότι πηγαίνουν στην Πολωνία για να δημιουργήσουν μια νέα
πατρίδα. Στον δρόμο, ο κόσμος πέθαινε. Με την άφιξη στο Άουσβιτς, χώρισαν τους
άντρες από τις γυναίκες. Χάθηκε με τη μητέρα του. Στη συνέχεια, τον χώρισαν από
τον πατέρα και τον αδερφό του. Εκείνοι πήγαν κατευθείαν στους θαλάμους αερίων. Ο
Ραφέλ έζησε, βίωσε όλη τη φρίκη ως το 1945, όταν έφτασαν οι Ρώσοι, μεταφέρθηκε
στην Αυστρία, από εκεί στην Αθήνα και στη συνέχεια στη Θεσσαλονίκη. Μόλις 28
κιλά.
Πώς συνεχίζει κάποιος τη ζωή του μετά από αυτό; Προσπαθεί να την
ξαναστήσει. Μπορεί να την ξαναρχίσει; Μάλλον όχι. Οι πληγές δεν κλείνουν, οι
μνήμες δεν σβήνουν, οι εφιάλτες δεν φεύγουν. Την ξαναστήνει κρατώντας τις
πληγές, τις μνήμες, τους εφιάλτες. Και τους νεκρούς. Συνεχίζει μια ζωή γεμάτη
νεκρούς.
Μια μέρα του Μάρτη του 1957, έχοντας στήσει την επιχείρησή του,
βγήκε για να πάει στην Πλατεία Ελευθερίας. Εκεί όπου μάζευαν τους Εβραίους, τους
βασάνιζαν και τους έστελναν στον θάνατο. Χαζεύοντας από μια τζαμαρία, είδε σε
ένα μαγαζί τον άνθρωπο που υπηρετούσε ως ανώτερος δικαστικός σύμβουλος των
γερμανικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, στην ουσία εκείνον που τους επέλεγε για
τον δρόμο στην κόλαση. Μαξ Μέρτεν ονομαζόταν. Ο Ραφέλ Βαρσάνο, ασυναίσθητα,
κοίταξε το αριστερό χέρι του που έφερε τον αριθμό 115.365, αυτόν που του χάραξαν
ανεξίτηλα στο Άουσβιτς. Φώναξε την αστυνομία, κατάφερε να τον συλλάβουν κι από
κει και πέρα άνοιξε μια μελανή σελίδα στην ιστορία. Η προσπάθεια να κουκουλωθεί
η υπόθεση και να ελευθερωθεί ο Μέρτεν. Πώς, όμως; Με τους Εβραίους να σηκώνουν
τα μανίκια τους και να δείχνουν τα μπράτσα τους έξω από το Αστυνομικό Μέγαρο και
την υπόθεση να έχει πάρει μεγάλη δημοσιότητα, δεν ήταν εύκολο. Ο εισαγγελέας
Ταρασουλέας τον έστειλε σιδηροδέσμιο στην Αθήνα για να δικαστεί.
Αφόρητες οι πιέσεις από γερμανικής πλευράς προκειμένου να εκδοθεί εκεί ο Μέρτεν. Σε πανικό η κυβέρνηση Καραμανλή ψηφίζει στη Βουλή άρον άρον τον Ιανουάριο του 1958 την αναστολή αυτοδικαίως κάθε δίωξης Γερμανών υπηκόων που φέρονταν ως εγκληματίες πολέμου ενώ αναστέλλει κάθε ποινή που είχε ήδη επιβληθεί. Το αντίτιμο δεν ήταν ευκαταφρόνητο: 200 εκατομμύρια μάρκα που θα έδινε η Γερμανία. Η Ελλάδα έγινε περίγελως σε Ευρώπη και Αμερική, με τις εφημερίδες να αγανακτούν επειδή αμνηστεύει τους εχθρούς της. Αναγκάστηκαν να το μαζέψουν και να δικάσουν τον Μέρτεν. Τον Μάρτιο του 1959 το Ειδικό Στρατοδικείο Εγκλημάτων Πολέμου τον καταδίκασε σε 25 χρόνια κάθειρξη. Απελάθηκε στη δυτική Γερμανία, όπου στο Βερολίνο του επέβαλε την εξοντωτική ποινή της αυτοπρόσωπης παρουσίας στην αστυνομία δις μηνιαίως…
Αφόρητες οι πιέσεις από γερμανικής πλευράς προκειμένου να εκδοθεί εκεί ο Μέρτεν. Σε πανικό η κυβέρνηση Καραμανλή ψηφίζει στη Βουλή άρον άρον τον Ιανουάριο του 1958 την αναστολή αυτοδικαίως κάθε δίωξης Γερμανών υπηκόων που φέρονταν ως εγκληματίες πολέμου ενώ αναστέλλει κάθε ποινή που είχε ήδη επιβληθεί. Το αντίτιμο δεν ήταν ευκαταφρόνητο: 200 εκατομμύρια μάρκα που θα έδινε η Γερμανία. Η Ελλάδα έγινε περίγελως σε Ευρώπη και Αμερική, με τις εφημερίδες να αγανακτούν επειδή αμνηστεύει τους εχθρούς της. Αναγκάστηκαν να το μαζέψουν και να δικάσουν τον Μέρτεν. Τον Μάρτιο του 1959 το Ειδικό Στρατοδικείο Εγκλημάτων Πολέμου τον καταδίκασε σε 25 χρόνια κάθειρξη. Απελάθηκε στη δυτική Γερμανία, όπου στο Βερολίνο του επέβαλε την εξοντωτική ποινή της αυτοπρόσωπης παρουσίας στην αστυνομία δις μηνιαίως…
Αλλά το θέμα μας δεν είναι ο Μέρτεν, αλλά ο Ραφέλ
Βαρσάνο. Πίσω από τις λέξεις «Ολοκαύτωμα», «ναζισμός», «θύματα», «φρικαλεότητες»
κρύβονται άνθρωποι. Ο Ραφέλ Βαρσάνο είναι ένα κομμάτι της ιστορίας του πλανήτη.
Ζει στη Θεσσαλονίκη με τον αριθμό στο μπράτσο του τόσα χρόνια. Διηγήθηκε στον
Στίβεν Σπίλμπεργκ την ιστορία του, πριν ο δεύτερος ξεκινήσει το ντοκιμαντέρ για
το Ολοκαύτωμα.
Η ιστορία του Ραφέλ Βαρσάνο καταγράφηκε και στο
Σαουλίκο, το βιβλίο που έγραψαν ο γιος του, Σάμμυ Βαρσάνο, και ο
Πάνος Μπαίλης. «Σαουλίκο» ήταν η ταβέρνα όπου ο Ραφέλ πήγαινε με τους δικούς του
κάθε Κυριακή ως το 1940 κι άκουγε τη Σοφία Βέμπο. Δεν ξαναβρήκε ούτε «Σαουλίκο»,
ούτε δικούς του.
Το βιβλίο είναι μυθιστόρημα και όχι βιογραφία και γι
αυτό έχουν αλλαχθεί τα ονόματα. Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν οι σελίδες που
αναφέρονται στους χειρισμούς στην υπόθεση Μέρτεν. Η τόσο δυνατή ιστορία του
Ραφέλ Βαρσάνο εξασφάλισε στους συγγραφείς ένα συναρπαστικό βιβλίο. Είναι
χαρακτηριστικό ότι στο κομμάτι που αναφέρεται στο Άουσβιτς, η γραφή θυμίζει
παιδί. Αντίθετα, στο κομμάτι Μέρτεν η αφήγηση αλλάζει, γίνεται «ενήλικη». Θα
έλεγα ότι, διαβάζοντάς το, το έβλεπα σαν σε ταινία. Ίσως επειδή η ιστορία των
Εβραίων στη Θεσσαλονίκη είναι ασήκωτη, σαν μια κληρονομιά η αποδοχή της οποίας
εκκρεμεί ακόμη. Όπως εύστοχα είχε σημειώσει ο Νικολά Βερντάν, Ελβετός συγγραφέας
του βιβλίου Το ραντεβού της Θεσσαλονίκης προκειμένου να αναφερθεί στις
δυσκολίες του να ανακαλύψει το εβραϊκό παρελθόν της πόλης «το μπετόν είναι μια
σαρκοφάγος της ιστορίας».
Τι άλλο να ρωτήσει κανείς τον Ραφέλ Βαρσάνο;
Πώς επέζησε, αυτό να τον ρωτήσει. «Δεν δίναμε σημασία σε τίποτα. Γι αυτό
επιβιώσαμε. Είναι η φύση του ανθρώπου τέτοια. Δεν μας τρόμαζε τίποτα. Είχαμε
χάσει τις οικογένειές μας, είχαμε χάσει τα πάντα. Τι άλλο να φοβηθούμε;», είχε
απαντήσει σχετικά σε συνέντευξή του στο περιοδικό Επιλογές πριν
από λίγα χρόνια.
*Σαουλίκο, των Πάνου Μπαίλη και Σάμμυ Βαρσάνο,
εκδόσεις Ισνάφι 2012