06 January 2013

Όσα παίρνει... κι όσα φέρνει ο άνεμος...


Πρωτοχρονιά
 της Ισμήνης
Ξύπνησα ανήμερα Πρωτοχρονιάς  πολύ νωρίς, έξω ήτανε σκοτάδι ακόμα,  με μια περίεργη αίσθηση, νόμισα ότι ήμουνα στο πατρικό μου και  είχε έρθει ο Άγιος Βασίλης να μου φέρει τα δώρα.
Έψαξα κάτω από το κρεβάτι μου να βρω τις παντόφλες μου  να πάω σιγά–σιγά  να δω!
Είχε τελειώσει  εκείνη η βασανιστική περίοδος της υποχρεωτικής νηστείας για να κοινωνήσουμε παραμονή Χριστουγέννων, που όλο αυτό το διάστημα έπρεπε να ήμουνα καλό παιδί, να μην έχω πει ψέματα, να  αγαπούσα την αδελφή μου που όλο με έδερνε και ένα σωρό άλλα πράγματα έπρεπε να έχω κάνει  για να  κοινωνήσω!
Από την προηγουμένη το βράδυ  να κάνω μπάνιο να είμαι καθαρή,  να φιλήσω το χέρι όλων των μεγαλύτερων και να ζητήσω συγνώμη!
Πάει τέλειωσε κι αυτό  και τώρα έρχεται η Πρωτοχρονιά με τον Άγιο Βασίλη και τα δώρα. Έλα όμως που δεν μπορούσα να υπολογίσω πότε είναι η Πρωτοχρονιά!  
Τα δώρα τα έβαζε ο Άγιος Βασίλης μέσα στα παπούτσια μου, τζάκι δεν είχαμε, αλλά είχαμε μια υπέροχη μαντεμένια σόμπα που την ανάβαμε και μας ζέσταινε. Κάθε βράδυ λοιπόν ρωτούσα την μαμά μου :
- Σήμερα  θα αφήσω τα παπούτσια μου δίπλα στη σόμπα;
- Όχι μου έλεγε, θα σου πω πότε…
Εγώ όμως κάθε βράδυ έκανα την ίδια ερώτηση. Και τελικά ήρθε εκείνο το πολυπόθητο βράδυ της παραμονής. Έπαιρνα τα παπούτσια  μου τα καλά, τα γυάλιζα και τα τοποθετούσα ευλαβικά δίπλα στη σόμπα πριν πάω για ύπνο!
Με έπαιρνε ο ύπνος προσπαθώντας να ακούσω τα βήματα του Άγιου  Βασίλη!
Τι χαρά το πρωί, πεταγόμουνα από το κρεβάτι  και  έτρεχα να δω τι έχουνε μέσα τα παπούτσια μου,  τα οποία κατά ένα περίεργο τρόπο είχανε μεταφερθεί στο σαλόνι  και τα δώρα ήτανε εκεί κάτω από το στολισμένο δέντρο. Ποτέ  δεν αναρωτήθηκα γιατί και πως γινότανε αυτή η μεταφορά!  Δεν με ένοιαζε, γιατί  μετρούσε μόνο το αποτέλεσμα. Πέρασαν πολλά χρόνια να το καταλάβω!
Τουρτουρίζοντας από το κρύο, άνοιγα τα δώρα μου  και μη νομίσετε ότι ήτανε τίποτα σπουδαία, σαν σήμερα που υπάρχει πληθώρα δώρων να διαλέξει κανείς, τα πιο απλά  δωράκια ήτανε αλλά εμένα μου φαινότανε σαν να ήταν ο κόσμος όλος!
Εκείνο πια  το σαλόνι με την τραπεζαρία, τα καλά δωμάτια άνοιγαν μόνο τις καλές ημέρες και αυτές ήτανε η γιορτή του μπαμπά στις 6 Δεκεμβρίου  που δεχόμαστε επισκέψεις  για 3 ημέρες, μετά τα τσάγια κυριών που διοργάνωνε η μαμά και το  ρεβεγιόν την Πρωτοχρονιά!
Καλοριφέρ δεν είχαμε όπως δεν είχανε και τα περισσότερα  παλιά  διώροφα νεοκλασικά σπίτια.
Όταν θέλαμε δε να ζεστάνουμε αυτά τα δωμάτια, ανάβαμε ηλεκτρικές σόμπες!
Τις άλλες ημέρες ήτανε κλειστά, παγωμένα  μπρρρρρρρρ...  ακόμα και το χριστουγεννιάτικο δέντρο το στολίζαμε και το τοποθετούσαμε στο σαλόνι! Όταν ήθελα να ονειρευτώ, έβαζα το παλτό μου, έκλεινα την πόρτα στο σαλόνι, άναβα τα φώτα  του δέντρου, ήτανε  άσπρες λάμπες κεράκια. Τα είχαμε βάψει με μπογιές για να είναι χρωματιστά, όχι τα ετοιματζίδικα σαν σήμερα τις  ψείρες – κοίτα όνομα που δώσανε  στα φωτάκια.
Ξάπλωνα κάτω από το δέντρο και ταξίδευα!
Πάει ο παλιός ο χρόνος 
Ας γιορτάσουμε παιδιά 
Και του χωρισμού ο πόνος 
ας φωλιάσει στην καρδιά! 
Καλή χρονιά, καλή χρονιά 
Χαρούμενη χρυσή Πρωτοχρονιά!