Χλευασμός αντί διαλόγου
Του Πάσχου Μανδραβέλη, Καθημερινή, 30/1/2013
Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Τάσος Κουράκης μάς έχει συνηθίσει στις «πολιτικές κουταμάρες», όπως χαρακτήρισε ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Ανθιμος την παρέμβαση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ για τις σχέσεις εκκλησίας και κράτους. Ισως γι’ αυτό και η πρότασή του να πληρώνουν τα έξοδα της εκκλησίας μόνο όσοι δηλώνουν πιστοί, χλευάστηκε δεόντως. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι οι αντιδράσεις στην πρόταση Κουράκη ήταν υπερβολικές μέχρι αηδίας. Δεν δείχνουν δημόσιο διάλογο που αρμόζει σε μια δυτική δημοκρατική χώρα. Αντί να επισημανθούν τα προβλήματα της πρότασής του, επιχειρήθηκε η αήθης στρέβλωσή της. Το γραφείο Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, για παράδειγμα, θυμήθηκε «τα πιο σκληρά χρόνια των απολυταρχικών, σταλινικών καθεστώτων, όπου διώκονταν οι πιστοί, ή την Τουρκοκρατία, όπου και διώκονταν αλλά και φορολογούνταν κατ’ αποκλειστικότητα μόνον οι χριστιανοί».
Πιο χαριτωμένη ήταν η παρέμβαση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελου Βενιζέλου. Αυτός προέταξε στη δήλωσή του τις πελατειακές αγωνίες: «Το πρώτο και βασικό μήνυμα που στέλνει το ΠΑΣΟΚ είναι ότι ο εφημεριακός κλήρος δεν πρέπει να έχει καμία απολύτως ανησυχία για τη μισθοδοσία του. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έχει εντάξει τη μισθοδοσία του κλήρου στην ενιαία αρχή πληρωμών και το ενιαίο μισθολόγιο. Είναι επίσης γνωστοί οι κανόνες που ισχύουν για την πλήρωση των κενούμενων εφημεριακών θέσεων σύμφωνα με το πρόγραμμα προσαρμογής». Το μήνυμα που προτάσσεται είναι σαφές: Μη χάσουμε καμία ψήφο από τους ιερείς...
Το δεύτερο και πιο εξωφρενικό στη δήλωση Βενιζέλου ήταν η αναφορά του στο θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. «Μετά τη μεγάλη προσπάθεια που έγινε για να μη διαχωρίζονται και να μην καταχωρίζονται οι πολίτες με βάση τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις», δήλωσε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, «είναι μεγάλο θεσμικό λάθος (συντηρητικού βεβαίως χαρακτήρα) να ξαναγυρίζουμε σε πρακτικές καταγραφής και διλήμματα δήλωσης των θρησκευτικών πεποιθήσεων, ιδίως όταν αυτό συνοδεύεται από φορολογικό κόστος»!
Να θυμίσουμε ότι σ’ αυτήν τη «μεγάλη προσπάθεια να μη διαχωρίζονται και να μην καταχωρίζονται οι πολίτες με βάση τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις» ο κ. Βενιζέλος ήταν απέναντι. Θεωρούσε την κατάργηση της αναγραφής του θρησκεύματος διαμάχη «φορμαλιστικού χαρακτήρα», άνευ δηλαδή ουσίας. Αλλά είναι γνωστό ότι ο κ. Βενιζέλος πάντα πολιτευόταν με το γκρουτσομαρξιανό δόγμα «αυτές είναι οι αρχές μου· αν δεν σας αρέσουν έχω κι άλλες».
Η πρόταση του κ. Κουράκη (για να ακριβολογούμε δεν είναι ακριβώς δική του· αυτή η πρακτική εφαρμόζεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης) μπορεί να είναι μια αφορμή για έναν ευρύτερο διάλογο σχετικά με τις σχέσεις κράτους-εκκλησίας. Είναι κρίμα να περάσει διά του χλευασμού στο ντούκου, επειδή τη διατύπωσε κάποιος ο οποίος έχει «πει πολλές πολιτικές κουταμάρες». Σαφέστατα υπάρχουν προβλήματα και ζητήματα που χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης: θα είναι επιπλέον φόρος; Πώς θα διασφαλιστούν τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών; Πρέπει οι θρησκευτικές μειοψηφίες να υποχρεώνονται να χρηματοδοτούν την πλειοψηφία; Τι θα γίνει με τις απαιτήσεις της εκκλησίας για την περιουσία που παραχώρησε στο ελληνικό κράτος; Για όλα αυτά, όμως, πρέπει να συνεχίσουμε αύριο.