σ' άλλη γη σ' άλλα μέρη...
Λουκρητία, ΒΗΜΑ, 28/1/2012
Κάθομαι στα σκαλιά στην είσοδο της πολυκατοικίας. Στα πόδια μου κείτονται λογαριασμοί με παραλήπτες που δεν γνωρίζω. Πιθανώς κάποιοι από αυτούς είναι πρώην ενοικιαστές -ίσως και όλοι. Δεν θα μάθω ποτέ, γιατί δεν φρόντισα ποτέ να συστηθούμε. Ή μάλλον, δεν έτυχε. Όπως και να έχει, τώρα είναι πολύ αργά. Έχουν φύγει κι εγώ αναρωτιέμαι αν απλώς άλλαξαν οδό και αριθμό ή αν επέστρεψαν στον τόπο καταγωγής τους. Κι ύστερα μετράω πόσους γνωρίζω που έπραξαν το ίδιο. Ανακαλύπτω πως είναι πιο εύκολο να απαριθμήσω όσους έχουν μείνει.
Πριν χρόνια, σε θεωρούσαν τυχερό εάν ήσουν από επαρχία. Είχες «εξοχικό», άλλαζες τον αέρα σου όποτε ήθελες. Σήμερα, θεωρείσαι πάλι τυχερός αλλά για διαφορετικό λόγο. Μπορείς να πακετάρεις την κρίση μαζί με τα υπόλοιπα υπάρχοντά σου και να την πας στο βουνό ή στη θάλασσα. Να μετακομίσετε στο πατρικό και να προσπαθήσεις να την θάψεις στις ρίζες σου. Ανοησίες. Πραγματική τύχη είναι να μην χρειαστεί να φτάσεις σε αυτό το σημείο.
Πριν χρόνια, εάν αποφάσιζες να επιστρέψεις στα πάτρια εδάφη, σε κοιτούσαν με θαυμασμό -σχεδόν με ζήλεια. Είχες το θάρρος να ακολουθήσεις έναν «εναλλακτικό» τρόπο ζωής. Σήμερα, αποδεικνύεται πως η ζωή αποφασίζει για σένα. Το «εναλλακτικό» γίνεται συμβιβασμός που αρκετοί τον ξορκίζουν με τα κλισέ που ταιριάζουν στην επαρχία. Η ζωή όμως δεν είναι ρούχα μαζί που πλύθηκαν κι έχουνε γίνει ροζ. Ή για να είμαι πιο σωστή, η πραγματικότητα είναι τσιχλόφουσκα που μυρίζει καρπούζι μόνο για όσους κατάγονται από εκεί όπου μετεγκαταστάθηκαν. Διαφορετικά, ενδέχεται να βρεθείς αντιμέτωπος με την πλάτη του Ξένιου Διός.
Δεν υπερβάλλω. Το έχω βιώσει κι εγώ. Βλέπετε, όταν έφυγα από το νησί, είχαμε παραγνωριστεί. Τώρα, δώδεκα χρόνια μετά και δεδομένου ότι το επισκέπτομαι μία φορά ετησίως, δεν με αναγνωρίζουν. Η «καλημέρα» συνοδεύεται από ένα μουδιασμένο χαμόγελο. Και είναι λογικό. Η εντροπία της τοπικής κοινωνίας διατηρείται σε χαμηλές τιμές μόνο με επιφυλακτικότητα. Είμαι σίγουρη πως το ίδιο συνέβη στην αρχή με τους ξένους που αγόρασαν σπίτια και εγκαταστάθηκαν στο νησί. Σήμερα, θα τους δεις να μοιράζονται μισό κιλό κρασί γύρω από ένα τραπέζι. Σαν ανέκδοτο - ένας Άγγλος, ένας Γερμανός κι ένας Έλληνας.
Είμαστε όντως φιλόξενος λαός, αλλά με έναν αστερίσκο. Αρκεί να μην μπλεχτείς στα συμφέροντα των ντόπιων -ειδικά αν δεν κατάγεσαι από την περιοχή. Ξέρω περιπτώσεις όπου οι κάτοικοι εμπόδισαν «ακίνδυνες» επιχειρηματικές επενδύσεις όπως η εκτροφή σαλιγκαριών, απλώς γιατί έθιγαν τις παράνομες δραστηριότητές τους. Και μπορεί να είσαι προετοιμασμένος για την γραφειοκρατία που θα συναντήσεις για την αδειοδότηση, αλλά κανείς δεν σε προειδοποιεί για την στάση των ντόπιων. Το πρώτο θέλει υπομονή, το δεύτερο αποφασιστικότητα. Αυτό που δεν έχω καταλήξει ακόμη είναι ποιο χρειάζεται μεγαλύτερο θάρρος σήμερα: να παραμείνεις στην πόλη ή να φύγεις στην επαρχία;