23 April 2008

Ο σημαντικότερος 'Ελληνας (;) II

Σε προηγούμενη ανάρτηση είχα αναρωτηθεί, πώς ορίζεται ο «Έλληνας», ώστε να μπορέσουν οι συμμετέχοντες στο διαγωνισμό του ΣΚΑΙ να πάρουν μέρος, χωρίς να ξεφύγουν από τις προδιαγραφές του διαγωνισμού και να αναφέρουν αλλοεθνείς προσωπικότητες ως Έλληνες, π.χ. τον Ιουστινιανό που ήταν ιλλυρικής καταγωγής (με πιθανό αρχικό όνομα Ουτπράβδα) ή κάποιον από τους Ίσαυρους αυτοκράτορες που ήταν Σύριοι κλπ.
Τώρα, ο γνωστός αρθρογράφος και μεταφραστής Κωστής Παπαγιώργης σχολιάζει μάλλον αστειευόμενος το συγκεκριμένο ζήτημα και αναφέρει ως Έλληνα πράγματι τον
Ιουστινιανό σε σύγκριση με τον Κολοκοτρώνη, αλλά και τον Μέγα Αθανάσιο που ήταν αιθιοπικής καταγωγής και ζούσε στην Αίγυπτο, το στρατηγό Ναρσή που ήταν ευνούχος από την Αρμενία και το Ρωμανό τον Μελωδό που ήταν Σύριος με ιουδαϊκή καταγωγή.
Στο τέλος του κειμένου του προβληματίζεται ο Παπαγιώργης, πώς θα μπορέσουν οι συμμετέχοντες να αξιολογήσουν τα πρόσωπα «της εποχής των Πατέρων» - μόνο που πολλοί λίγοι, ίσως και κανένας από τους «πατέρες» δεν ήταν Έλληνας, με πιθανή εξαίρεση τον Κλήμεντα Αλεξανδρείας που πιθανολογείται με αθηναϊκή καταγωγή.
Αν ένας διανοούμενος, όπως ο Παπαγιώργης, αναφέρει ονόματα αποδεδειγμένα
μη Ελλήνων ως πιθανά για συμμετοχή στο διαγωνισμό, μπορούμε να αντιληφθούμε πόση μεγαλύτερη σύγχυση θα έχει ο απλός θεατής του ΣΚΑΙ που στηρίζεται μόνο στις σκόπιμα συγκεχυμένες σχολικές ιστορικές γνώσεις και θέλει πολύ να κερδίσει το ταξίδι ή όποιο άλλο έπαθλο έχει ανακοινωθεί για το συγκεκριμένο διαγωνισμό!

Οι μεγάλοι Έλληνες


από τον Κωστή Παπαγιώργη, Lifo, 17/4/2008

Τα καλλιστεία έχουν μεγάλη πέραση. Άλλοτε και τώρα. Δεν πρόκειται μόνο για τους γνωστούς διαγωνισμούς ομορφιάς αλλά και για εξετάσεις γνώσης, λογοτεχνικής απόδοσης, επιστημονικής ευφυΐας, αθλητικής επίδοσης, ακόμη και ηθικού φρονήματος και τα παρόμοια. Παντού αγώνες. Το χαρακτηριστικό είναι ότι δίδονται βραβεία καλύτερου μυθιστορήματος αλλά ουδέποτε -ή σπανίως- χειρότερου. Τιμάται η επιστημονική ανακάλυψη στη φυσική ή στην ιατρική, αλλά δεν αναφέρονται ποτέ τα «πολύτιμα» σφάλματα στα οποία υπέπεσαν οι λοιποί ερευνητές που έμειναν στη σκιά με το παράπονο του ατυχούς ειδήμονα.

Στους πολέμους, για παράδειγμα, όπου η ιεραρχική πυραμίδα προϋπάρχει, μιλάμε για «ναπολεόντειους πολέμους», αλλά το στράτευμα των εκατοντάδων χιλιάδων στρατιωτών που ακολούθησε τον Κορσικανό υπολογίζεται περίπου σαν άμορφη μάζα. Τα ίδια στην πολιτική, όπου το όνομα του αρχηγού λάμπει πάνω από τους αγώνες των «μαζών». Είναι μήπως περίεργο ότι ποτέ δεν τιμάται η μάζα; Το πλήθος; Η κοινωνία έχει ανάγκη από εξαιρέσεις για να βιώσει τους κανόνες της· παντού το θεολογικό πρότυπο: O ένας που υπερβαίνει πάσα σύγκριση κι από κει και κάτω το πολυκέφαλο κοπάδι.

Σε πρόσφατο δημοσίευμα πληροφορηθήκαμε ότι ο ΣΚΑΪ ετοιμάζει μιαν «υψηλής πνοής τηλεοπτική παραγωγή» όπου θα αναδειχθούν οι «Μεγάλοι Έλληνες» με σκοπό να κατονομαστεί (επιτέλους...) ο πιο σημαντικός Έλληνας «όλων των εποχών». Η ιδέα βέβαια έρχεται απέξω, ανήκει στο Μπι Μπι Σι και είχε μεγάλη επιτυχία στη Βρετανία και σε άλλες δεκαεπτά χώρες. Γιατί να μην είμαστε οι δέκατοι όγδοοι; Η ελάσσων λεπτομέρεια πάντως αφορά τον τρόπο ανάδειξης. Δεν πρόκειται φυσικά να βασιστεί στη γνωμοδότηση ειδικών, αλλά στην ψήφο του τηλεοπτικού κοινού. Πιο συγκεκριμένα, «στόχος του σταθμού δεν είναι τόσο η ανακήρυξη όσο η αποτύπωση της αντίληψης των σημερινών Ελλήνων».

Άλλος ένας θρίαμβος της δημοκρατίας. Τι είναι πιο δίκαιο; Πιο αποδεχτό; Πιο σώφρον; Η κοινή γνώμη. Η τηλεοπτική κάλπη. Μήπως έτσι πάμε στα χαμηλά για να βρούμε τα υψηλά; Μήπως ρωτάμε αυτούς που δεν ξέρουν για να μάθουμε; Διότι το ζήτημα δεν αφορά τη σημερινή κοινωνία ή τέλος πάντων την Ιστορία του νεότερου ελληνισμού, αλλά απλώνεται σε όλες τις εποχές. Άρα δεν μπορεί να μιλήσει η άμεση κοινωνική πείρα. Κυρίως η τηλεοπτική ψηφοφορία απευθύνεται στην παιδεία του σημερινού νεοέλληνα, στα όσα έμαθε και, πιο σωστά, στα όσα του μάθανε ή δεν του μάθανε.

Με κάποιο τρακ σκέπτεται κανείς: Mήπως μέσα στους 100 που πρέπει να κατονομαστούν θα έχουμε συνυπάρξεις όπου θα γελάσει το παρδαλό κατσίκι; Διότι ο Πλάτων δεν μπορεί να λείπει, αλλά μήπως δεν ισχύει το ίδιο για τον Τσιτσάνη; Ο Μιλτιάδης ασφαλώς θα ευνοηθεί στην κάλπη, αλλά ο Κονδύλης θα μείνει πίσω; Γιατί να μην έχουμε μεσοτοιχία Ιουστινιανού και Κολοκοτρώνη; Πλούταρχου και Παπαδιαμάντη; Ιπποκράτη και Παπανικολάου; Γαληνού και Μητρόπουλου; Τα ζεύγη, προφανώς, μπορούν να πολλαπλασιαστούν κατά βούληση. Μέγας Αλέξανδρος και Κωλέττης, Δημήτριος ο Φαληρεύς και Ζαχαριάδης, Θεμιστοκλής και Καραμανλής, Αριστείδης ο δίκαιος και Μητσοτάκης, Μέγας Αθανάσιος και Παπανδρέου, Σαπφώ και Μοσχολιού.

Οι υπεύθυνοι του όλου εγχειρήματος ασφαλώς θα έχουν υπόψη τους ότι θα γίνει του Κουτρούλη ο γάμος. Το κοινό αίσθημα, όσο κι αν περιφρονείται, κατέχει κάποιον ευπαθή ζυγό αναφορικά με τα όμοια, τα ανόμοια, τη συνάφεια και την παταγώδη διαφορά. Αν υποθέσουμε ότι το καλούσαν να αναδείξει τα πρόσωπα της μεταπολίτευσης, σκάνδαλο δεν θα υπήρχε· ακόμα και τις μεταπολεμικές προσωπικότητες ή έστω τις μορφές του 20ού αιώνα. Όταν όμως η ψηφοφορία ανοίγει το φακό και αγκαλιάζει την Ιστορία από καταβολής μέχρι σήμερα, ουσιαστικά θέτει το άλυτο ζήτημα της «συνέχειας» και των «ρήξεων» από τις οποίες πάσχει η Ιστορία μας.

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο δικό μας. Μόλις προχθές, σε ιταλικό κανάλι, ακούσαμε να συγκρίνουν τον Μπερλουσκόνι με τον Ιούλιο Καίσαρα! Ανάλογες σαχλαμάρες μπορούμε να επινοήσουμε για πολλά κράτη. Με τη διαφορά ότι η δική μας περίπτωση είναι η πλέον ιδιάζουσα. Όταν η εθνική σου ιδεολογία σε αναγκάζει να επινοείς «παρών» σε όλες τις ιστορικές εποχές, να είσαι πανιστορικός και αιώνιος, τελικά την πληρώνουν τα διάσημα πρόσωπα διότι κάθε μορφή έχει το πλαίσιό της - με λάθος φόντο από υπεπροσωπικότητα καταντά καρικατούρα.

Η διαδικασία εκλογής των ιστορικών προσώπων έχει λάβει, πιστεύουμε, κάποια μέτρα· κάθε ψηφοφόρος έχει το δικαίωμα να προτείνει έως πέντε ονόματα. Κατόπιν, οι πλειοψηφούσες προσωπικότητες θα παρουσιαστούν σε ισάριθμα ωριαία ντοκιμαντέρ ώστε να προκύψει ο πολυπόθητος πρίμους ίντερ πάρες. Άρα έχουμε το δικαίωμα να διερωτηθούμε: Με τι αίσθημα και με ποια κριτήρια θα ζυγιστεί ο Περικλής με τον Ναρσή ή τον Λέοντα τον Σοφό, ο Βενιζέλος με τον Πτολεμαίο τον Λάγου, ο Καζαντζίδης με τον Ρωμανό τον Μελωδό;

Η σκέψη ότι κάθε ιστορική εποχή θα κριθεί ξεχωριστά δεν ικανοποιεί, απεναντίας περιπλέκει τα πράγματα. Διότι εκεί θα φανεί η γύμνια του τηλεοπτικού πλήθους. Λόγου χάρη, η ελληνιστική εποχή τι φίλους μπορεί να έχει; Περιττό να μιλήσουμε για την εποχή των Πατέρων, όπου η άγνοια αφήνει εμβρόντητους τους πάντες. Πλανάται δηλαδή ο φόβος ότι από αυτή την πανιστορική ψηφοφορία ενδέχεται να προκύψει άλλο ένα «κρυφό σχολειό» που θα φέρει σε δύσκολη θέση τους διοργανωτές του σταθμού. Ο νεοέλληνας (εννοείται πως) έχει μεγάλη και ένδοξη ιστορία, με τη διαφορά ότι την «έχει», στο μέτρο που την ξέρει, μέσες άκρες. Τον διακρίνει ειδικά το γνωστό φεμπλ: Από την αρχαιότητα κάνει ένα σάλτο και βρίσκεται στον 19ο αιώνα.