08 December 2007

Ένα διαβατήριο και για μένα…


Σ’ αυτό το κείμενο ανέφερα προ καιρού ότι, μετά την κατάρρευση της δικτατορίας, όσοι ζούσαν στο εξωτερικό και δεν διέθεταν έγκυρο διαβατήριο, γιατί τους το είχε ακυρώσει το καθεστώς, πήγαιναν στα κατά τόπους προξενεία και ζητούσαν επιτακτικά την έκδοση νέου για να μπορούν αν έρθουν στην Ελλάδα — ήταν και θέρος και κανείς δεν ήθελε να χάσει τα μπάνια, μέχρι να εκδοθούν οι οριστικές αποφάσεις (βγήκαν μετά από 6-7 μήνες).

Η διαδικασία έκδοσης διαβατηρίου δεν ήταν, όμως, νομικά εύκολη υπόθεση, γιατί ίσχυαν ακόμα οι αποφάσεις ακυρώσεως της χούντας, για πολλούς ίσχυαν επίσης αποφάσεις στέρησης της ελληνικής υπηκοότητας ή και αποφάσεις επιστρατεύσεως «λόγω αντεθνικής δράσης». Γι’ αυτό οι πρόξενοι δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν, λόγω του νομικού κενού, να αναλάβουν την ευθύνη. Έτσι καθιερώθηκαν πρόχειρες ρυθμίσεις, κατά την εφαρμογή των οποίων συνέβησαν διάφορα ευτράπελα στην έκδοση διαβατηρίων, μερικά από τα οποία περιγράφω εδώ:


Η συνηθέστερη περίπτωση ήταν να εκδοθεί ένα έγγραφο εφ’ απλού, λευκού χάρτου, στο οποίο αναφερόταν ότι ο κάτοχός του, τάδε ταδόπουλος, επιτρέπεται με αυτό να ταξιδέψει στην Ελλάδα και να επιστρέψει στη χώρα διαμονής του. Πάνω στο χαρτί υπήρχε και η φωτογραφία του κατόχου.

Επειδή όμως οι δημόσιες υπηρεσίες είχαν κόψει από τις σφραγίδες το πουλί της χούντας και δεν είχε καθιερωθεί ακόμα καινούργιο εθνόσημο (ο θυρεός που ισχύει τώρα), η σφραγίδα που έμπαινε κακοτυπωμένα ήταν ένα ισχνό δακτυλίδι, το οποίο θα μπορούσε να απομιμηθεί εντός δεκαλέπτου ο οποιοσδήποτε. Ξέρω ότι κάποιοι που δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν για άλλους λόγους στην Ελλάδα, έφτιαξαν με μεγάλη ευκολία τέτοια «έγγραφα», με άλλο όνομα από το δικό τους και έκαναν διακοπές στα νησιά.

Μερικοί από τους ενδιαφερόμενους για έκδοση τέτοιου πρόχειρου διαβατηρίου ήξεραν από τα χρόνια της δικτατορίας ότι, για να πάρεις διαβατήριο έπρεπε να αποδείξεις την εθνικοφροσύνη σου και γι’ αυτό το λόγο εξέδιδαν διάφοροι χουντικοί σύλλογοι βεβαιώσεις εθνικοφροσύνης. Για την ακρίβεια προσκόμιζε ο ενδιαφερόμενος μια βεβαίωση από τον πρόεδρο της φιλοχουντικής οργάνωσης ότι είναι μέλος της, άρα καταλάβαινε το προξενείο ότι πρόκειται για εθνικόφρονα άνθρωπο (*).

Έτσι πάει ο φίλος μου ο Κώστας Βλαχογιάννης, μερικές μέρες αφού έπεσε η χούντα, στον πρόεδρο της χουντόφιλης Ελληνικής Κοινότητας Φραγκφούρτης (υπήρχε και αντιχουντική κοινότητα), τον γουναρά Π., για να πάρει βεβαίωση «εθνικοφροσύνης». Ήθελε να είναι τυπικά σωστός για να μην του φέρει αντίρρηση το προξενείο, ίσως και για να έχει κάθε δικαιολογία, σε περίπτωση αντίρρησης, να κάνει φασαρία εκεί. Ο πρόεδρος τα έχασε, φυσικά δεν ίσχυαν πια οι ρυθμίσεις χαφιεδισμού, αλλά δεν ήθελε να παραδεχτεί κιόλας ότι έχασε τη μεγάλη εξουσία που διέθετε επί 7 χρόνια. Λέει λοιπόν στον Κώστα, προσποιούμενος ότι ψάχνει:

«Χμμμ, δεν μπορώ τώρα, δεν έχω τη σφραγίδα μαζί μου».
Ο Κώστας τον αγρίεψε: «Δεν χρειάζεται σφραγίδα, αρκεί η υπογραφή σου».
Ο πρόεδρος είχε ενδοιασμούς, «Δεν έχω τα έντυπα του σωματείου μαζί μου».
Ο Κώστας άρχισε να κοκκινίζει: «Πάρε ένα απλό χαρτί, ό,τι βρεις».
Ο άλλος προσπαθούσε να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα: «Πού να βρω χαρτί, δεν έχω μωρέ».
Δίνει μια ο Κώστας και αναποδογυρίζει κάτι λαμαρίνες με κομμάτια γούνας που ήταν στο τραπέζι, έτοιμα για ράψιμο. Από κάτω ήταν απλωμένα τα πατρόν του μαγαζιού. Σκίζει ένα κομμάτι από το πάνω πατρόν και του λέει: «Γράψε εδώ, τώρα αμέσως!».

Ο άλλος τα χρειάστηκε, τί να κάνει, άρχισε να γράφει τις συνήθεις ανοησίες. Το παίρνει ο Κώστας και πάει στο προξενείο, κραδαίνοντας θριαμβευτικά τη βεβαίωση πάνω στο πατρόν του γουναράδικου. Ίσως βρίσκεται αυτή η πρωτότυπη βεβαίωση ακόμα στο αρχείο του προξενείου Φραγκφούρτης.

Ένας άλλος φίλος, ο Όμηρος Αναγν., πήγε επίσης στο προξενείο για να πάρει διαβατήριο-χαρτί, όπως είχαν πάρει προ ημερών κι άλλοι Έλληνες, ανάμεσά τους κι εγώ. Εισέρχεται στο γραφείο του αρμόδιου υπαλλήλου, αλλά εκείνη τη στιγμή προηγείτο άλλος ενδιαφερόμενος, σωματώδης, με βαριά φωνή και με αυστηρό ύφος, ο οποίος λέει στον υπάλληλο: «Θέλω αυτή τη στιγμή να μου βγάλεις διαβατήριο!»

Λέγοντας όμως αυτά άρχισε να δίνει στον καθισμένο υπάλληλο χαστουκάκια με τη χερούκλα του, σίγουρα μαλακά, αλλά με μια αιωρούμενη απειλή ότι αυτά μπορεί να γίνουν πιο δυνατά… Ο υπάλληλος έκανε να τραβηχτεί και ταυτόχρονα απάντησε: «Μα κύριε Κ., πώς να σας βγάλω διαβατήριο, αφού ξέρετε…»

Ο αποφασισμένος κύριος Κ. δεν το έβαλε κάτω και συνέχισε δυναμώνοντας τα χαστουκάκια: «Όταν μου ακύρωσες το διαβατήριο ρε αλήτη, γιατί δεν με ρώτησες αν ξέρω… τώρα κανόνισε να μου δώσεις διαβατήριο και θα σου πω εγώ μετά τί ξέρω» και συνέχισε να δίνει όλο και δυνατότερα χαστούκια, μια δεξιά, μια αριστερά.

Τι να κάνει ο υπάλληλος, ήταν σίγουρος ότι θα φάει άγριο ξύλο, φαίνεται ότι είχε και παλαιότερες αντιδικίες με τον συγκεκριμένο χαστουκιστή, οπότε βγάζει ένα έντυπο κανονικού διαβατηρίου, όχι απλό χαρτί όπως σ' εμάς, συρράφει επάνω τη φωτογραφία, γράφει τα δέοντα και αρχίζει να βαράει τις σφραγίδες. Μόλις τελείωσε, πάει μέσα στον πρόξενο και παίρνει και τις τελικές υπογραφές, οπότε έρχεται και παραδίδει, προσέχοντας μην φάει κι άλλο χαστούκι, το διαβατήριο.

Αποχωρεί ευχαριστημένος ο χαστουκιστής, ξεφυλλίζοντας το φρέσκο διαβατήριο, και παίρνει θέση ο Όμηρος, ο φίλος μου:
«Θέλω ακριβώς ίδιο διαβατήριο σαν αυτό που έβγαλες στον κύριο Κ., αλλιώς θα κάνω τον κόσμο άνω κάτω με αυτά που είδα!»

Κάνει έτσι ο υπάλληλος, βγάζει νέο έντυπο και αρχίζει να εκδίδει διαβατήριο στον Όμηρο. Όλοι εμείς που δεν συμπέσαμε με τον αγριεμένο χαστουκιστή, είχαμε διαβατήριο εφ’ απλού χάρτου κι ο τυχερός Όμηρος είχε και επιδείκνυε ένα κανονικό…


Εκείνες τις εβδομάδες έγιναν πολλά τέτοια ευτράπελα, όπου οι κατα-φοβισμένοι υπάλληλοι των προξενείων, πολλοί από τους οποίους είχαν εκδηλωθεί στην επταετία ανεπίτρεπτα υπέρ του καθεστώτος της δικτατορίας, κυκλοφορούσαν και αντιδρούσαν σαν τρομαγμένα ζωάκια… Ένας από αυτούς βρίσκεται, συνταξιούχος πια, στο Bad Homburg, βόρεια της Φραγκφούρτης, περίπου 8Ο ετών τώρα, έχει βάψει κατάμαυρο το μαλλί και περιφέρεται στα κοσμικά στέκια της τουριστικής πόλης.

(*) ΠΡΟΣΘΗΚΗ: Ψάχνοντας τυχαία παλιά χαρτιά ανακάλυψα ότι είχε εκδοθεί και για μένα μία βεβαίωση της Ελληνικής Κοινότητας Έσσης (Hessen) στη Φρανκφούρτη, χωρίς να έχω πάει ποτέ στην κοινότητα, αφού αναφέρεται η διεύθυνσή μου μακριά από αυτή την πόλη. Όποιος ήθελε βολευόταν τότε και φαίνεται κάποιος έβγαλε και για μένα σχετική βεβαίωση, θεωρημένη μάλιστα  από το Προξενείο!

(click)




(Στέλιος Φραγκόπουλος, Stelios Frangopoulos)