21 September 2008

Don't take biscuits

...
Τέσσερις Ευρωπαίοι τουρίστες, δύο από Γαλλία και δύο από Αυστρία ταξίδευαν ήδη έξι ώρες με το ινδικό τραίνο. Μαζί τους στο κουπέ ένα ζευγάρι Ινδών, νεαροί, ντροπαλοί, νιόπαντροι όπως είπαν, ταξίδευαν για την πόλη Άκρα, να επισκεφτούν το Ταζ Μαχάλ, πρώτος σταθμός στο ταξίδι του μέλιτος.

Οι Ευρωπαίοι ήταν ήδη 4 εβδομάδες με το τραίνο στις Ινδίες, διηγόντουσαν στους νιόπαντρους τις εμπειρίες τους, αυτό είδαμε στην τάδε πόλη, έτσι διανυκτερεύσαμε στο τάδε χωριό. Οι Ινδοί έδιναν πληροφορίες και οδηγίες, να αποφεύγετε κρέας με σκούρο χρώμα, μην πίνετε νερό από άγνωστη προέλευση και τέτοια.

Κάποια στιγμή έβγαλε η νιόπαντρη Ινδή ένα πακέτο με μπισκότα, ήθελε να κεράσει τους ξένους φίλους - φίλους της χώρας και των κατοίκων της. «Μπα, δεν είναι ανάγκη, να μη σας το στερήσουμε». «Μα πάρτε, μας προσβάλλετε». Πήραν οι 3 Ευρωπαίοι από ένα, η Γαλλίδα μόνο μισό. Μετά έλεγε ότι, την ώρα που έτρωγε το μπισκότο, είδε τους Ινδούς να χαμογελάνε περίεργα και ότι, οι ίδιοι δεν έφαγαν από το πακέτο.

Όταν τους ξύπνησε ο ελεγκτής του τραίνου μετά από συνεχόμενες 13 ώρες ύπνου, οι δύο Ινδοί είχαν φύγει προ πολλού και μαζί τους οι φωτογραφικές μηχανές, τα πορτοφόλια, οι πιστωτικές κάρτες, τα διαβατήρια και άλλα πολύτιμα αντικείμενα. Στο σταθμό που αποβιβάστηκαν τα θύματα της κλοπής, με κεφάλι καζάνι από το υπνωτικό, τους περίμεναν αστυνομικοί, συνεργεία τηλεόρασης, δημοσιογράφοι και αρκετός κόσμος. Η είδηση ότι 4 Ευρωπαίοι τουρίστες ληστεύτηκαν στο τραίνο που θα φτάσει σε 1-2 ώρες, είχε μεταδοθεί ήδη από ραδιόφωνα και τηλεοράσεις στις Ινδίες και σύντομα έφτασε και στην Ευρώπη. Και όλοι αναρωτιόντουσαν, ποιος μπορεί να ειδοποίησε τους ανύποπτους αστυνομικούς και δημοσιογράφους για να οργανωθεί τέτοια υποδοχή;

Οι εξαπατημένοι και ληστεμένοι τουρίστες, εκτός από τις εργασίες για προμήθεια διαβατηρίων και λίγων χρημάτων από τις πρεσβείες τους, έπρεπε υποχρεωτικά να υποστούν και τις ερωτήσεις πολλών Ινδών: «Καλά, εκεί στη χώρα σας δεν σας έχουν πει ποτέ, μην δέχεστε μπισκότα από αγνώστους; Don't take biscuits! Αυτό αποτελεί εδώ την πρώτη εντολή στον ινδικό δεκάλογο για αποτροπή κινδύνων! Κάθε παιδί το ακούει στο σπίτι, στο σχολείο, στους ναούς και όπου αλλού βρεθεί, εκατοντάδες φορές. Πώς και δεν το λένε στα παιδιά τους οι Ευρωπαίοι;» Οι συγκεκριμένοι Ευρωπαίοι το ξέρουν καλά τώρα...

Είχα γράψει παλαιότερα ότι έχω μια αρνητική εμπειρία από το Ταζ Μαχάλ στην πόλη Άκρα, καμιά 200-αριά χιλιόμετρα από το Δελχί, το οποίο επισκέφτηκα πριν από κάποια χρόνια. Βρίσκω τώρα αφορμή να καταθέσω αυτή την εμπειρία.

Είχα φτάσει εκεί με μικρή παρέα, τη σύζυγό μου και φιλικό ζεύγος και βρεθήκαμε στα σκαλοπάτια προς την μπροστινή αυλή, κάτι σαν μεγάλη βεράντα, που οδηγούσε στο κυρίως κτήριο. Παρατήρησα ότι τα σκαλοπάτια, αλλά και ο γύρω χώρος που περπατάγαμε, ήταν γεμάτος με κουτσουλιές περιστεριών. Στις τουριστικές φωτογραφίες που κυκλοφορούν δεν φαίνεται αυτό, ίσως επειδή είναι παρμένες λίγο μετά τον καθαρισμό. Εμείς πήγαμε αργά το απόγευμα και τα περιστέρια είχαν αφηνιάσει στο κουτσούλημα.

Κάνοντας να ανεβούμε στη σκάλα, μας σταματάει ένας -ας πούμε- επιστάτης, ο οποίος μας υπέδειξε να βγάλουμε τα παπούτσια, λόγω της ιερότητας του χώρου κτλ. Λέω στους άλλους, δεν είναι καλά ο άνθρωπος που θα περπατάμε μέσα στις κουτσουλιές και δεν δέχομαι να τυλίξω τα γυμνά πόδια μου με κάτι βρώμικα πανιά (τσουβάλια από σακιά τσιμέντου ήταν μάλλον) που διέθετε έναντι αμοιβής ο επιστάτης! Πράγματι, άλλοι έβγαζαν τα παπούτσια και, αφού έδεναν στα πόδια τους με αυτά τα πανιά (τα είχαν φορέσει ήδη δεκάδες και εκατοντάδες άλλοι προηγουμένως), πάταγαν όπου μπορούσαν για να μην γλιστρήσουν κιόλας.

Εκεί που ήμασταν έτοιμοι να εγκαταλείψουμε, ρωτάει ο φίλος τον επιστάτη, αν υπάρχει δυνατότητα κάποιας ευνοϊκής αντιμετώπισης, γιατί δεν είναι δυνατόν να βγάλουμε τα παπούτσια! Αααα, λέει αυτός, με κάτι παραπάνω, μπορείς να τυλίξεις τα παπούτσια σου με τα πανιά και να μπεις μέσα, χωρίς να τα έχεις βγάλει. Ο τόνος ήταν στο παραπάνω που σήμαινε, αν θυμάμαι τώρα, διπλάσιο αντίτιμο για τα πανιά. Εννοείται, στην είσοδο του συγκροτήματος είχαμε πληρώσει ήδη κάποιο εισιτήριο.

Αφού ολοκληρώθηκε η ιεροτελεστία του τυλίγματος με τα τσουβάλια -η ιερότητα του χώρου, βλέπεις- ανεβήκαμε στη βεράντα για να μπούμε μέσα. Παρατήρησα ήδη κατά την άνοδο ότι μερικά τζάμια στο Ταζ Μαχάλ ήταν σπασμένα κι από εκεί μπαινόβγαιναν περιστέρια. Μια εικόνα ήταν αυτή που έμεινε στο μυαλό μου, δεν έδωσα σημασία, αφού θα έβλεπα σε λίγο το εσωτερικό του περίφημου μνημείου.

Μπαίνοντας μέσα όμως διαπιστώνω έκπληκτος ότι στον αέρα πάνω από τους επισκέπτες τριγύριζαν -πόσα να πω τώρα- 15, 20 ή 30 περιστέρια, τα οποία πράγματι μπαινόβγαιναν από τα σπασμένα τζάμια και, εννοείται, είχαν κάνει το δάπεδο του μνημείου με τις κουτσουλιές τους πέντε φορές χειρότερο από ότι ήταν η βεράντα έξω. Λέω στην παρέα, τί γίνεται εδώ βρε παιδιά, κοιτάξτε επάνω... Και καθώς σηκώνω πάλι το κεφάλι να κοιτάξω, μούρχεται μια τεράστια τούρτα καταμεσής στο πρόσωπο — έπιασε μέτωπο, γυαλιά και μύτη... Για κάποια δευτερόλεπτα σκοτείνιασε το σύμπαν, μετά κατάλαβα πού οφειλόταν το σκότος.

Γυρνάει η γυναίκα μου και με κοιτάει έκπληκτη: «Τί έπαθες εκεί;» φωνάζει, «Ποιος στα έριξε στα μούτρα;» Είναι στιγμές που δεν χρειάζεται να εξηγήσεις τίποτα, αφού γύρω μας οι περισσότεροι επισκέπτες κυκλοφορούσαν με πολλαπλά παράσημα στην πλάτη και στο στήθος. Ο μόνος που κοίταξε επάνω και την έφαγε κατάφατσα, φαίνεται ότι ήμουν εγώ. Και, σημειωτέον, όλοι με τσουβάλια στα πόδια για να μην θιγεί η ιερότητα του χώρου! Περιττό να πω ότι αντήχησαν στον ιερό χώρο του Ινδουϊσμού χριστοπαναγίες και απανωτά καντήλια, ελληνιστί εννοείται, καθώς καθάριζα με χαρτομάντηλα τα γυαλιά μου και το πρόσωπο.

Φύγαμε τρεχάλα έξω για να μην φάμε κι άλλες οβίδες. Στην κάθοδο από τη βεράντα μάς σταμάτησε ο επιστάτης για να πάρει πίσω τα τσουβάλια του. Όταν απομακρυνθήκαμε και γυρίσαμε να κοιτάξουμε, το μνημείο έδινε πράγματι μια πολύ ειδυλλιακή εικόνα... Εγώ καθάριζα, βέβαια, ακόμα το πρόσωπό μου και μάζευα τα χαρτομάντηλα στην τσέπη, να μην επιβαρύνω ντε τον ιερό χώρο...