17 November 2008

Φυσικές επιστήμες και πολιτική στη ναζιστική Γερμανία

(του ΘΟΔΩΡΟΥ ΑΡΑΜΠΑΤΖΗ, Επίκουρου καθηγητή Ιστορίας
των Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών)
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/11/2008


Το κείμενο που ακολουθεί σκιαγραφεί την επισφαλή θέση των φυσικών επιστημών στη ναζιστική Γερμανία, έτσι ώστε να διευκολύνει την κατανόηση του κλίματος στο οποίο έδρασε ο Καραθεοδωρή.

Το ιδεολογικό πλαίσιο άσκησης των επιστημών στη Γερμανία είχε διαμορφωθεί από τον 19ο αιώνα και είχε ως κεντρικό πυλώνα το βολικό ιδεολόγημα της ηθικής και πολιτικής ουδετερότητας της «καθαρής» επιστήμης. Οι καθηγητές πανεπιστημίου θεωρούσαν καθήκον τους να μην προβάλλουν καμία αντίρρηση σε ό,τι τους ζητούσε το γερμανικό κράτος, ανεξαρτήτως της πολιτικής που εφάρμοζε. Το ερευνητικό και διδακτικό τους έργο ήταν υπεράνω πολιτικών ιδεολογιών. Αυτή η απολιτική ιδεολογία έμελλε να αποβεί μοιραία μετά την άνοδο των ναζί στην εξουσία, στα τέλη Ιανουαρίου του 1933.

Οι άγριες διαθέσεις του νέου καθεστώτος έγιναν πολύ γρήγορα εμφανείς. Τον Απρίλιο του 1933 η ναζιστική κυβέρνηση προώθησε έναν νέο νόμο που στόχευε, κατ' ευφημισμόν, στην «αποκατάσταση της δημόσιας διοίκησης». Ο νόμος αυτός επέβαλε την εκδίωξη από τα γερμανικά πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ιδρύματα όλων των καθηγητών εβραϊκής καταγωγής ή αριστερών πολιτικών φρονημάτων. Υπολογίζεται ότι ανάμεσα στο 1933 και το 1940 το 20% των επιστημόνων (όλων των ειδικοτήτων) στα ανώτατα εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα της χώρας απολύθηκαν (ή οδηγήθηκαν σε παραίτηση) και εξαναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν σε άλλες χώρες. Τα αποτελέσματα, για την ποιότητα της έρευνας στη Γερμανία, ήταν καταλυτικά. Ιδιαίτερα επλήγησαν η Θεωρητική Φυσική και τα Μαθηματικά. Σχεδόν το 50% των θεωρητικών φυσικών μετανάστευσαν σε άλλες χώρες.

Οι επιπτώσεις για τα μαθηματικά ήταν ακόμη πιο δραματικές. Οταν το 1934 ο υπουργός Παιδείας Berhard Rust ρώτησε τον διάσημο μαθηματικό David Hilbert εάν η μαθηματική έρευνα στο φημισμένο Πανεπιστήμιο του Goettingen είχε υποστεί ζημιά εξαιτίας της απομάκρυνσης των Εβραίων μαθηματικών, ο Hilbert απάντησε: «Εχει υποστεί ζημιά; Δεν έχει υποστεί ζημιά, υπουργέ. Δεν υφίσταται πλέον!».

Οι επιστήμονες που παρέμειναν στη Γερμανία δεν ήταν κατ' ανάγκην φιλικά διακείμενοι προς το ναζιστικό καθεστώς. Αντιθέτως, οι ιδεολογικοί σύμμαχοι και συνοδοιπόροι των ναζί ήταν
μια μειονότητα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι νομπελίστες φυσικοί Philipp Lenard και Johannes Stark, οι οποίοι ήταν υποστηρικτές του Χίτλερ από τις αρχές της δεκαετίας του 1920. Αντίστοιχα μικρός ήταν και ο αριθμός των επιστημόνων που εναντιώθηκαν δημόσια στους ναζί, με μεγάλο προσωπικό κόστος και με κίνδυνο της ίδιας τους της ζωής. Λαμπρό παράδειγμα αντιστασιακού αποτελεί ο νομπελίστας φυσικός Max von Laue. Η πλειονότητα των μελών της επιστημονικής κοινότητας, όμως, επέλεξε την γκρίζα ζώνη του συμβιβασμού και, εντέλει, της συμπόρευσης με το καθεστώς. Σύμφωνα με την εύστοχη διατύπωση του ιστορικού Fritz Stern, «η γενική σιωπή (των Γερμανών πανεπιστημιακών) στο Τρίτο Ράιχ (απέναντι στις διώξεις των Εβραίων συναδέλφων τους) ήταν εκκωφαντική».

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αποφυγή της δημόσιας εναντίωσης στις ναζιστικές διώξεις βασιζόταν σε μια «ρεαλιστική» αποτίμηση των συνεπειών που θα είχε. Η περίπτωση του Planck είναι χαρακτηριστική. Οταν του ζητήθηκε να συμμετάσχει σε μια δημόσια διαμαρτυρία για τις διώξεις των Εβραίων συναδέλφων του, η απάντησή του ήταν: «Εάν σήμερα τριάντα καθηγητές σηκωθούν και διαμαρτυρηθούν ...τότε αύριο 150 θα έρθουν να δηλώσουν την αλληλεγγύη τους προς τον Χίτλερ διότι θέλουν τις θέσεις (που έχουν αδειάσει)». Η στάση του Planck ήταν ειλικρινής, διότι σε άλλες περιπτώσεις είχε δείξει έμπρακτα τη διάθεσή του να απαλύνει τη μοίρα των Εβραίων συναδέλφων του.

Για παράδειγμα, εκμεταλλευόμενος τον θεσμικό του ρόλο ως προέδρου του σημαντικότερου ερευνητικού ιδρύματος της Γερμανίας (της Kaiser Wilhelm Gesellschaft), επιδίωξε να συναντηθεί με τον Χίτλερ για να διαμαρτυρηθεί για τις διώξεις των Εβραίων επιστημόνων και ιδιαίτερα του σημαντικού Γερμανού χημικού Fritz Haber. Το επιχείρημα που χρησιμοποίησε ήταν ότι «υπήρχαν Εβραίοι διαφόρων ειδών, κάποιοι χρήσιμοι και κάποιοι άχρηστοι για την ανθρωπότητα, και ότι θα έπρεπε να γίνουν διακρίσεις σ' αυτά τα θέματα». Αν και η υπερασπιστική τακτική του Planck υποδήλωνε έναν λανθάνοντα αντισημιτισμό, η αντίδραση του Χίτλερ ήταν αφοπλιστική: Οι εθνικές μας πολιτικές δεν πρόκειται να ανακληθούν ή να τροποποιηθούν, ακόμη και για τους επιστήμονες. Εάν η εκδίωξη των Εβραίων επιστημόνων συνεπάγεται τον αφανισμό της σύγχρονης γερμανικής επιστήμης, τότε θα πορευθούμε χωρίς την επιστήμη για λίγα χρόνια.

Η εκδίωξη των Εβραίων επιστημόνων δεν ήταν η μοναδική αρνητική επίδραση της ναζιστικής λαίλαπας στις επιστήμες. Επιπρόσθετα, έγινε μια συστηματική προσπάθεια από ναζί φυσικούς, οι οποίοι ταύτιζαν τη «γερμανική Φυσική» με την κλασική πειραματική φυσική, να δυσφημίσουν τη θεωρία τη σχετικότητας και την κβαντομηχανική ως εκφάνσεις του «εβραϊκού πνεύματος». Ενα παρ' ολίγον θύμα αυτής της ναζιστικής εκστρατείας ήταν και ο Werner Heisenberg. Από το 1936 έως το 1938 η πολεμική που αντιμετώπισε από τους ναζί φυσικούς λίγο έλειψε να τον οδηγήσει εκτός Γερμανίας.

Τα προβλήματά του λύθηκαν ύστερα από παρέμβαση του ηγέτη των SS Heinrich Himmler, ο οποίος συνειδητοποίησε ότι η απώλεια ενός νέου επιστήμονα του βεληνεκούς του Heisenberg θα ήταν μεγάλο πλήγμα για τη Γερμανία. Η μετέπειτα πορεία του Heisenberg είναι χαρακτηριστική ενός μεγάλου μέρους της επιστημονικής κοινότητας. Αν και δεν ήταν ναζί, σταδιακά συντάχτηκε με το ναζιστικό καθεστώς και κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου τέθηκε επικεφαλής του γερμανικού πυρηνικού προγράμματος, στο οποίο έπαιξε έναν αμφιλεγόμενο ρόλο.

Αποτελεί κοινή πεποίθηση των ιστορικών της επιστήμης ότι οφείλουν να αποφεύγουν την αποτίμηση της ορθότητας των πεποιθήσεων και των πράξεων των επιστημόνων του παρελθόντος. Το ζητούμενο, σύμφωνα με αυτή την άποψη, είναι η κατανόηση και όχι η αξιολογική αποτίμηση του παρελθόντος. Στην ιστορική μελέτη των επιστημών κατά τη διάρκεια του Γ' Ράιχ είναι, νομίζω, αδύνατον να υιοθετήσει κανείς αυτή την αξιολογικά ουδέτερη ιστοριογραφική στάση. Ακόμη και η πλέον ουδέτερη περιγραφή των πεποιθήσεων και των πολιτικών επιλογών των Γερμανών επιστημόνων φέρει ένα βαρύ αξιολογικό φορτίο. Σε κάθε περίπτωση, η εμφανής διαπλοκή επιστήμης και πολιτικής στη ναζιστική Γερμανία αναδεικνύει τις αναπόδραστες ηθικές και πολιτικές ευθύνες των επιστημόνων για τα προϊόντα της δραστηριότητάς τους.