Η Φύση ούτε εκδικείται ούτε και προκαλεί. Απλά, η Φύση παλεύει για να ξαναποκτήσει το χώρο που της ανήκει και που ο άνθρωπος τον έχει βίαια απαλλοτριώσει
του Δρ. Θόδωρου Κουσουρή, περιβαλλοντολόγου.
Η μεγιστοποίηση των περιβαλλοντικών καταστροφών άρχισε από τότε που ο ανθρώπινος παράγοντας με τις δραστηριότητες παρεμβάσεις του, αντιμάχεται τη Φύση. Αλλά, και οι θεσμικά υπεύθυνοι ενεργούν με παρόμοιο τρόπο, όπως το νερό κυλάει, γλιστράει και φαίνεται ότι χάνεται ή και μετασχηματίζεται. Με απλά λόγια, εξαιτίας της έλλειψης σχεδιασμού, της απουσίας στρατηγικών, της ανεπάρκειας ιδεών ή και ‘’δομημένων συμφερόντων’’, μετακυλύουν και αποσείουν την ευθύνη τους σε κάθε περίπτωση που αφορά το Περιβάλλον, τον Άνθρωπο και την Κοινωνία.
Και πάλι οι ειδικοί εμπειρογνώμονες του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών επισημαίνουν ότι τα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα απαιτήσουν το 1% του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος, ενώ αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα τότε οι επιπτώσεις θα κοστίζουν από 5 έως και 25 φορές περισσότερο. Μάλιστα το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων σημειώνει ότι το κόστος αυτό είναι συγκρίσιμο με τις ζημιές που προκάλεσαν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι μαζί με την οικονομική ύφεση της δεκαετίας του 1930. Επίσης το ενδιαφέρον εστιάζεται και στην προειδοποίηση της έκθεσης των ειδικών ότι αν η παγκόσμια υπερθέρμανση αφεθεί ανεξέλεγκτη, περίπου 200 εκατομμύρια άνθρωποι θα εγκαταλείψουν τις εστίες τους και θα γίνουν πρόσφυγες για να αποφύγουν τις πλημμύρες ή και την ξηρασία, ενώ ένα πολύ μεγάλο τμήμα της πανίδας και της χλωρίδας θα κινδυνέψει να εξαφανιστεί.
Ωστόσο, και στην Ελλάδα, περισσότερο ή λιγότερο θα πρέπει να μας ανησυχούν και να μας αγγίζουν τα προαναφερόμενα. Για παράδειγμα, οι κλιματικές μεταβολές μπορεί να συμβαίνουν σήμερα σε μικρή κλίμακα, αλλά αποτελούν την προειδοποίηση ώστε να πάρουμε κάποια ουσιαστικά μέτρα και για τις επερχόμενες πλημμύρες, όπου θα χαθούν ζωές και περιουσίες, αλλά και για την ανομβρία-ξηρασία που αποτελεί πραγματικότητα για τις περισσότερες περιοχές στη χώρα μας. Και αναμένουμε από την Κεντρική διοίκηση να έχει ήδη συγκροτήσει σχέδια και στρατηγικές για κάθε περίπτωση ακραίου φυσικού φαινομένου. Αυτές μάλιστα οι αναγκαίες κινήσεις οφείλουν να προωθηθούν άμεσα στην περιφέρεια για την επανεξέταση και την επικαιροποίηση κάθε περίπτωσης ξεχωριστά και εκ του σύνεγγυς. Μόνο τότε μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι βρισκόμαστε στο σωστό ανηφορικό δρόμο της πρόληψης και αντιμετώπισης των ακραίων καιρικών φαινομένων.
Σήμερα, ενσκήπτουν ξαφνικές και δυνατές βροχές, αύριο κάποια εκτεταμένη περίοδος ανομβρίας με επακόλουθο τη ξηρασία και ολοένα συχνότερα κάτι το διαφορετικό συμβαίνει. Δηλαδή, αυτά τα ‘’ξεσπάσματα’’ της Φύσης, που αποκαλούνται και ακραία καιρικά φαινόμενα και που όμως είναι πλέον αναμενόμενα, υπογραμμίζουν τις ακρότητες του ανθρώπου. Άλλωστε, η υπερεκμετάλλευση της Φύσης και των πόρων της, είναι γεγονός. Όπως και η αντιπαροχή-συνδιαλλαγή των πόρων του περιβάλλοντος που μετατρέπονται σε παρακαταθήκες πλούτου και επενδύσεων. Μέσα σε όλα αυτά έχουν ενσκήψει και οι παντοειδείς διολισθήσεις στον ακραίο καταναλωτισμό και στην ανυπαρξία-απαξίωση των κοινωνικών αξιών. Άλλοτε οι αξίες αυτές αποτελούσαν τη βάση για κάθε καινούργιο ξεκίνημα και πορεία.
Συνηθισμένες είναι οι κραυγές ότι "Η Φύση εκδικείται". Η Φύση ούτε εκδικείται, ούτε και προκαλεί. Απλά, η Φύση παλεύει για να ξαναποκτήσει το χώρο που της ανήκει και που ο άνθρωπος τον έχει βίαια απαλλοτριώσει. Απλά, αυτή έχει μάθει να λειτουργεί με βάση τα φυσικά φαινόμενα και τις φυσικές της διεργασίες. Απλά, διεγείρεται, ανησυχεί και ξεσπάει για τις μη φυσικές συνθήκες που διαμορφώνουν οι άνθρωποι με τις υπέρμετρες δραστηριότητές τους. Η λογική της εκδίκησης ανήκει αποκλειστικά στον άνθρωπο και όταν την επικαλούμαστε σημαίνει ότι κατά κάποιο τρόπο υπηρετούμε τα συμφέροντα των τρομολάγνων. Επίσης, μια τέτοια επιχειρηματολογία χρησιμοποιείται τακτικά πυκνά από όλους εκείνους που θέλουν να κρύψουν την ανεπάρκειά τους, την αδιαφορία τους για τα κοινά, την αδράνειά τους στις αναγκαίες δράσεις. Στις μέρες μας, με τη βοήθεια της τεχνολογίας και την εμπειρία που έχει αποκτηθεί για τα σχετικά καιρικά φαινόμενα, το στοιχεία του αιφνιδιασμού δεν έχει θέση. Απλά χρησιμοποιείται ο όρος του αιφνιδιασμού από όλους εκείνους που είναι ουσιαστικά υπεύθυνοι και που επιδιώκουν να αποποιηθούν και να αποσείσουν τις ευθύνες που τους ανήκουν.
Από την άλλη πλευρά, και χρηματοδοτικά μέσα υπάρχουν, αλλά όπως αντιλαμβάνεσθε τα απαιτούμενα ποσά μπορούν να αντληθούν, μόνο από ορισμένους, κάτω από κανόνες συνδιαλλαγής, χωρίς να τους ενδιαφέρει η εγκυρότητα και οι τεκμηριωμένες προτάσεις. Το μόνο που αναμένουν οι κοινωνίες και οι φορείς τους είναι οδηγίες, μέσα, μέτρα, αναγκαία και όχι έργα σκοπιμοτήτων. Και ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι αναμφισβήτητα καθοριστικός, αλλά δεν μπορεί να είναι αποφασιστικός. Αυτό είναι έργο της Κεντρικής εξουσίας.
Συνήθως, οι καταστροφές που συνοδεύουν κάποια εκτεταμένη ανομβρία, κάποια καταιγίδα και κάποια χαλαζόπτωση γεννούν και τη λαϊκή αγανάκτηση, η οποία μόνο μέσα από συγκροτημένα σύνολα ευαισθητοποιημένων φορέων –ΜΚΟ, πρωτοβουλίες πολιτών, συνεταιρισμών και ενώσεων- μπορεί να έχει συνέχεια και συνέπεια, ώστε να ασκούνται πάντοτε οι απαραίτητες και αναγκαίες κοινωνικές πιέσεις. Και για να αναληφθούν επιτέλους όχι μόνο ευθύνες, αλλά και τα αναγκαία μέτρα πολύ πριν ξεσπάσει και πάλι κάποιο ακραίο καιρικό φαινόμενο. Συνάμα, ακραίος και ο σκεπτικισμός που μας διακατέχει. Μήπως, έφτασε ο καιρός για να ζητήσουμε πιεστικά από τους θεσμικά υπεύθυνους να αντικρίσουν κατάφατσα την κοινωνία, όλους εμάς που φαίνεται ότι ενδιαφερόμαστε για το αύριο. Να δούμε τα βλέμματά τους και να μας διαβεβαιώσουν με ποιο σχεδιασμό, με ποια στρατηγική, με ποιες προοπτικές προτίθενται να αντιμετωπίσουν όλα αυτά, περί των ακραίων καιρικών φαινομένων, που άλλες χώρες τα έχουν προωθήσει με θεαματικά βήματα. Δυστυχώς, κατά κανόνα αυτοί οι θεσμικά και ουσιαστικά υπεύθυνοι βασίζονται στην ανοχύρωτη μνήμη μας που κατακλύζεται καθημερινά από την πλημμύρα των τηλεσκουπιδιών ή και την ανυπαρξία-ξηρασία των καινούργιων ιδεών. Ωστόσο, τεχνηέντως πάντοτε αποσείουν την ευθύνη του ρόλου τους και αποπροσανατολίζουν τις κοινωνίες για να μη φανεί η αμφισβητούμενη επάρκειά τους και η κατά συρροή ανεπάρκεια σε πολιτικές και οράματα.
Και όλα αυτά είναι επόμενο να προέρχονται από τις παλιομοδιτικές εμμονές και επιδιώξεις – και δικές μας και της Πολιτείας-, που έχουν στοιχειώσει στο τρίπτυχο, αλόγιστη κατανάλωση των φυσικών πόρων με συρρίκνωση των μεγεθών του περιβάλλοντος, επεκτάσεις στην αστικοποίηση, υποδομές αναποτελεσματικές, ανεπίκαιρες και επιπλέον ζημιογόνες για το αύριο. Και κάτι ακόμη. Ευτυχώς που η Φύση και τα φυσικά φαινόμενα δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τη λογική των αρμοδιοτήτων, των διοικητικών ορίων –Κοινοτήτων, Δήμων, Νομαρχιών- αλλά ούτε και τα θεματικά αντικείμενα Οργανισμών και Υπουργείων.
Εδώ σ’ αυτό τον τόπο, είναι αδιανόητο να μη διασφαλίζεται ένα υγιές περιβάλλον για το μέλλον. Διαθέτουμε, πηγαίο δυναμισμό, θαυμάσιες δομές και αξεπέραστες φυσικές λειτουργίες. Έχουμε πλούτο από αξίες που μπορούν να αξιοποιηθούν κατάλληλα και να προσφέρουν πολύτιμα αγαθά σε όλους. Έχει το Περιβάλλον μας, κοινωνικές διαστάσεις με αστείρευτες δυνάμεις, με δράσεις ζωής και ζωντάνιας. Αυτό το Περιβάλλον, έχει την ικανότητα και μπορεί να αυτορυθμίζεται ακόμη, στις οποιεσδήποτε αναταραχές και απειλές. Αλλά, χρειάζεται τη συμμετοχή και προσοχή όλων. Γιατί, μπορεί και να καταρρέει, όταν επεμβαίνει άκριτα και βάναυσα ο ανθρώπινος παράγοντας, διαταράσσοντας την αρμονική λειτουργία-συνεργασία των έμβιων όντων και άβιων συστατικών του περιβάλλοντος.
Και πάλι οι ειδικοί εμπειρογνώμονες του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών επισημαίνουν ότι τα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα απαιτήσουν το 1% του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος, ενώ αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα τότε οι επιπτώσεις θα κοστίζουν από 5 έως και 25 φορές περισσότερο. Μάλιστα το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων σημειώνει ότι το κόστος αυτό είναι συγκρίσιμο με τις ζημιές που προκάλεσαν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι μαζί με την οικονομική ύφεση της δεκαετίας του 1930. Επίσης το ενδιαφέρον εστιάζεται και στην προειδοποίηση της έκθεσης των ειδικών ότι αν η παγκόσμια υπερθέρμανση αφεθεί ανεξέλεγκτη, περίπου 200 εκατομμύρια άνθρωποι θα εγκαταλείψουν τις εστίες τους και θα γίνουν πρόσφυγες για να αποφύγουν τις πλημμύρες ή και την ξηρασία, ενώ ένα πολύ μεγάλο τμήμα της πανίδας και της χλωρίδας θα κινδυνέψει να εξαφανιστεί.
Ωστόσο, και στην Ελλάδα, περισσότερο ή λιγότερο θα πρέπει να μας ανησυχούν και να μας αγγίζουν τα προαναφερόμενα. Για παράδειγμα, οι κλιματικές μεταβολές μπορεί να συμβαίνουν σήμερα σε μικρή κλίμακα, αλλά αποτελούν την προειδοποίηση ώστε να πάρουμε κάποια ουσιαστικά μέτρα και για τις επερχόμενες πλημμύρες, όπου θα χαθούν ζωές και περιουσίες, αλλά και για την ανομβρία-ξηρασία που αποτελεί πραγματικότητα για τις περισσότερες περιοχές στη χώρα μας. Και αναμένουμε από την Κεντρική διοίκηση να έχει ήδη συγκροτήσει σχέδια και στρατηγικές για κάθε περίπτωση ακραίου φυσικού φαινομένου. Αυτές μάλιστα οι αναγκαίες κινήσεις οφείλουν να προωθηθούν άμεσα στην περιφέρεια για την επανεξέταση και την επικαιροποίηση κάθε περίπτωσης ξεχωριστά και εκ του σύνεγγυς. Μόνο τότε μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι βρισκόμαστε στο σωστό ανηφορικό δρόμο της πρόληψης και αντιμετώπισης των ακραίων καιρικών φαινομένων.
Σήμερα, ενσκήπτουν ξαφνικές και δυνατές βροχές, αύριο κάποια εκτεταμένη περίοδος ανομβρίας με επακόλουθο τη ξηρασία και ολοένα συχνότερα κάτι το διαφορετικό συμβαίνει. Δηλαδή, αυτά τα ‘’ξεσπάσματα’’ της Φύσης, που αποκαλούνται και ακραία καιρικά φαινόμενα και που όμως είναι πλέον αναμενόμενα, υπογραμμίζουν τις ακρότητες του ανθρώπου. Άλλωστε, η υπερεκμετάλλευση της Φύσης και των πόρων της, είναι γεγονός. Όπως και η αντιπαροχή-συνδιαλλαγή των πόρων του περιβάλλοντος που μετατρέπονται σε παρακαταθήκες πλούτου και επενδύσεων. Μέσα σε όλα αυτά έχουν ενσκήψει και οι παντοειδείς διολισθήσεις στον ακραίο καταναλωτισμό και στην ανυπαρξία-απαξίωση των κοινωνικών αξιών. Άλλοτε οι αξίες αυτές αποτελούσαν τη βάση για κάθε καινούργιο ξεκίνημα και πορεία.
Συνηθισμένες είναι οι κραυγές ότι "Η Φύση εκδικείται". Η Φύση ούτε εκδικείται, ούτε και προκαλεί. Απλά, η Φύση παλεύει για να ξαναποκτήσει το χώρο που της ανήκει και που ο άνθρωπος τον έχει βίαια απαλλοτριώσει. Απλά, αυτή έχει μάθει να λειτουργεί με βάση τα φυσικά φαινόμενα και τις φυσικές της διεργασίες. Απλά, διεγείρεται, ανησυχεί και ξεσπάει για τις μη φυσικές συνθήκες που διαμορφώνουν οι άνθρωποι με τις υπέρμετρες δραστηριότητές τους. Η λογική της εκδίκησης ανήκει αποκλειστικά στον άνθρωπο και όταν την επικαλούμαστε σημαίνει ότι κατά κάποιο τρόπο υπηρετούμε τα συμφέροντα των τρομολάγνων. Επίσης, μια τέτοια επιχειρηματολογία χρησιμοποιείται τακτικά πυκνά από όλους εκείνους που θέλουν να κρύψουν την ανεπάρκειά τους, την αδιαφορία τους για τα κοινά, την αδράνειά τους στις αναγκαίες δράσεις. Στις μέρες μας, με τη βοήθεια της τεχνολογίας και την εμπειρία που έχει αποκτηθεί για τα σχετικά καιρικά φαινόμενα, το στοιχεία του αιφνιδιασμού δεν έχει θέση. Απλά χρησιμοποιείται ο όρος του αιφνιδιασμού από όλους εκείνους που είναι ουσιαστικά υπεύθυνοι και που επιδιώκουν να αποποιηθούν και να αποσείσουν τις ευθύνες που τους ανήκουν.
Από την άλλη πλευρά, και χρηματοδοτικά μέσα υπάρχουν, αλλά όπως αντιλαμβάνεσθε τα απαιτούμενα ποσά μπορούν να αντληθούν, μόνο από ορισμένους, κάτω από κανόνες συνδιαλλαγής, χωρίς να τους ενδιαφέρει η εγκυρότητα και οι τεκμηριωμένες προτάσεις. Το μόνο που αναμένουν οι κοινωνίες και οι φορείς τους είναι οδηγίες, μέσα, μέτρα, αναγκαία και όχι έργα σκοπιμοτήτων. Και ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι αναμφισβήτητα καθοριστικός, αλλά δεν μπορεί να είναι αποφασιστικός. Αυτό είναι έργο της Κεντρικής εξουσίας.
Συνήθως, οι καταστροφές που συνοδεύουν κάποια εκτεταμένη ανομβρία, κάποια καταιγίδα και κάποια χαλαζόπτωση γεννούν και τη λαϊκή αγανάκτηση, η οποία μόνο μέσα από συγκροτημένα σύνολα ευαισθητοποιημένων φορέων –ΜΚΟ, πρωτοβουλίες πολιτών, συνεταιρισμών και ενώσεων- μπορεί να έχει συνέχεια και συνέπεια, ώστε να ασκούνται πάντοτε οι απαραίτητες και αναγκαίες κοινωνικές πιέσεις. Και για να αναληφθούν επιτέλους όχι μόνο ευθύνες, αλλά και τα αναγκαία μέτρα πολύ πριν ξεσπάσει και πάλι κάποιο ακραίο καιρικό φαινόμενο. Συνάμα, ακραίος και ο σκεπτικισμός που μας διακατέχει. Μήπως, έφτασε ο καιρός για να ζητήσουμε πιεστικά από τους θεσμικά υπεύθυνους να αντικρίσουν κατάφατσα την κοινωνία, όλους εμάς που φαίνεται ότι ενδιαφερόμαστε για το αύριο. Να δούμε τα βλέμματά τους και να μας διαβεβαιώσουν με ποιο σχεδιασμό, με ποια στρατηγική, με ποιες προοπτικές προτίθενται να αντιμετωπίσουν όλα αυτά, περί των ακραίων καιρικών φαινομένων, που άλλες χώρες τα έχουν προωθήσει με θεαματικά βήματα. Δυστυχώς, κατά κανόνα αυτοί οι θεσμικά και ουσιαστικά υπεύθυνοι βασίζονται στην ανοχύρωτη μνήμη μας που κατακλύζεται καθημερινά από την πλημμύρα των τηλεσκουπιδιών ή και την ανυπαρξία-ξηρασία των καινούργιων ιδεών. Ωστόσο, τεχνηέντως πάντοτε αποσείουν την ευθύνη του ρόλου τους και αποπροσανατολίζουν τις κοινωνίες για να μη φανεί η αμφισβητούμενη επάρκειά τους και η κατά συρροή ανεπάρκεια σε πολιτικές και οράματα.
Και όλα αυτά είναι επόμενο να προέρχονται από τις παλιομοδιτικές εμμονές και επιδιώξεις – και δικές μας και της Πολιτείας-, που έχουν στοιχειώσει στο τρίπτυχο, αλόγιστη κατανάλωση των φυσικών πόρων με συρρίκνωση των μεγεθών του περιβάλλοντος, επεκτάσεις στην αστικοποίηση, υποδομές αναποτελεσματικές, ανεπίκαιρες και επιπλέον ζημιογόνες για το αύριο. Και κάτι ακόμη. Ευτυχώς που η Φύση και τα φυσικά φαινόμενα δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τη λογική των αρμοδιοτήτων, των διοικητικών ορίων –Κοινοτήτων, Δήμων, Νομαρχιών- αλλά ούτε και τα θεματικά αντικείμενα Οργανισμών και Υπουργείων.
Εδώ σ’ αυτό τον τόπο, είναι αδιανόητο να μη διασφαλίζεται ένα υγιές περιβάλλον για το μέλλον. Διαθέτουμε, πηγαίο δυναμισμό, θαυμάσιες δομές και αξεπέραστες φυσικές λειτουργίες. Έχουμε πλούτο από αξίες που μπορούν να αξιοποιηθούν κατάλληλα και να προσφέρουν πολύτιμα αγαθά σε όλους. Έχει το Περιβάλλον μας, κοινωνικές διαστάσεις με αστείρευτες δυνάμεις, με δράσεις ζωής και ζωντάνιας. Αυτό το Περιβάλλον, έχει την ικανότητα και μπορεί να αυτορυθμίζεται ακόμη, στις οποιεσδήποτε αναταραχές και απειλές. Αλλά, χρειάζεται τη συμμετοχή και προσοχή όλων. Γιατί, μπορεί και να καταρρέει, όταν επεμβαίνει άκριτα και βάναυσα ο ανθρώπινος παράγοντας, διαταράσσοντας την αρμονική λειτουργία-συνεργασία των έμβιων όντων και άβιων συστατικών του περιβάλλοντος.