του Δρ. Θόδωρου Κουσουρή, περιβαλλοντολόγου
Σ’ αυτό το σημείωμα γίνεται, μια τόσο δα μικρή προσπάθεια για να δειχθεί μια ακόμη παραλλαγή της ιδιοφυίας του Λεονάρντο ντα Βίντσι, του ανθρώπου ορόσημο για τη ζωγραφική, τη γλυπτική, τη μηχανική, τον ανατόμο, το ζωολόγο και γεωπόνο, τον ελαιοκαλλιεργητή, τον οικολόγο και περιβαλλοντιστή. Aσχολήθηκε, μελέτησε και εμβάθυνε και για τη Φύση, τα ζώα και τα φυτά, τις καλλιέργειες, το νερό, τις εκτροπές ποταμών, τα καιρικά φαινόμενα και εικόνες πολλές εικόνες και σκέψεις για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Τα τελευταία χρόνια είναι ξανά στην επικαιρότητα ο Λεονάρντο ντα Βίντσι και ειδικότερα τα σημειωματάριά του που συμπυκνώνουν, κατά τους μελετητές του έργου του, τη δύναμη της παρατήρησης, την έρευνα, την περισυλλογή, την πολυπλοκότητα, τα χρώματα, τη Φύση και το περιβάλλον. Πολλοί μιλούν για τον άνθρωπο εμπειριστή της οικουμενικής γνώσης, αλλά και την πεμπτουσία της παρατήρησης, αναζήτησης, των πειραμάτων, των ερωτήσεων και των λύσεων. Δείτε τι σημαίνει γι’ αυτόν η προσεκτική παρατήρηση όταν περιγράφει. «Όλα τα νερά αφρισμένα στα κύματα της θάλασσας και το νερό να υψώνεται, να πέφτει και να σπάει από το βάρος του, με εκκωφαντική βουή».
Στις χειρόγραφες σημειώσεις, που πάντοτε κρατούσε για το οτιδήποτε σημαντικό, απλό ή και περίπλοκο, βρίσκονται συσσωρευμένα θέματα, που δίνουν το στυλ της αυτόνομης πραγματείας για συγκεκριμένα θέματα. Οι έρευνές του πάντοτε ενδελεχείς και ποτέ επιφανειακές. Όσο για τις περιγραφές του, αυτές είναι η πεμπτουσία της συστηματικής παρατήρησης. Περιγραφές για τα σύννεφα, πως δημιουργούνται και πως διαλύονται, πως προκαλείται η εξάτμιση και η ομίχλη.
Πολύ συχνά φαίνονται να ζωντανεύουν οι φαντασιώσεις του, κυρίως στους πίνακές του, παίρνοντας ολοκληρωμένες φόρμες, όπου σημαντικό ρόλο παίζουν τα γεράκια, οι κύκνοι και γενικά τα πουλιά. Φανερά ή και με κάποια ιδιότυπη τεχνοτροπία, μπορείς να διακρίνεις το ανάγλυφο των βουνών και λόφων της περιοχής όπου έζησε, φωτοσκιάσεις με μορφή πουλιών, φτερούγες πραγματικές ή και κρυμμένες, πτυχώσεις υφασμάτων που παίρνουν τη μορφή ζώων, παιδιά που εκκολάπτονται μέσα από τσόφλια αυγών. Σαν επαρχιώτης που έζησε πολλά χρόνια στην εξοχή, ανακάλυψε και περίγραψε όλες τις τότε διαδικασίες της αγροτικής παραγωγής και των ασχολιών της. Σπορά, θερισμός, αλώνισμα, ελαιοπαραγωγή και παρασκευή του λαδιού με τα ελαιοπιεστήρια της εποχής. Λεπτομέρειες πολύ ακριβείς για τους μηχανισμούς που τότε χρησιμοποιούνταν, ενώ πάντοτε μελετούσε και πρότεινε βελτιώσεις. Πολλές φορές είναι και γριφώδη τα κείμενά του, αλλά και οι προφητείες του που προορίζονταν για ψυχαγωγία, καθώς και τα οπτικά λογοπαίγνιά του που αποτελούν εκφραστικά μικρά κείμενα, τόσο μικρά, ώστε να μη ξεχνιούνται εύκολα.
Η συνολική στάση ζωής που τον χαρακτηρίζει αντικατοπτρίζει την οικολογική άποψή του για τη Φύση που τη θεωρεί «πληγωμένη και καπηλευμένο θύμα της ανθρώπινης απληστίας». Παρακολουθήστε την απλότητα της σκέψης με μεστές κουβέντες μεταφορικά και ουσιαστικά. «Όσοι καλλιεργούν τη γη …δεν θα πρέπει να απογυμνώσουν τη μητέρα τους και να γδέρνουν το πετσί της». «Όσοι αλωνίζουν το σιτάρι πρέπει να ‘ναι προσεκτικοί, …καθώς συνηθίζουν να χτυπούν αλύπητα αυτό που τους δίνει ζωή». «Για τις ελιές και τα καρύδια, καθώς αρχίζει η συλλογή τους... πολλά μικρά παιδιά θ’ αρπαχτούν από την αγκαλιά της μητέρας τους, ενώ με τα ανελέητα χτυπήματά μας θα πέσουν στο έδαφος και θα γίνουν κομμάτια».
Την ίδια άποψη για τη Φύση την παρακολουθούμε στους μύθους του, οι οποίοι αποπνέουν την αίσθηση ότι το περιβάλλον νοείται «ζωντανός οργανισμός». Και δεν είναι μόνο τα ζώα και τα φυτά που μέσα από τους μύθους του αποκτούν λαλιά. Αλλά και τα δένδρα και οι πέτρες μετατρέπονται σε όντα περίεργα, αλλά με ευαισθησίες, ικανά να νοιώσουν τον πόνο «που τους υποβάλλει ο άνθρωπος». «Μια δυστυχισμένη ιτιά πονά όταν κλαδεύεται, ξεριζώνεται και ακρωτηριάζεται».
Επίσης, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι ασχολήθηκε με αφηγήσεις για πουλιά, έντομα, αράχνες, και άλλα ζώα που, όπως προαναφέρθηκε, αποκτούν λαλιά και διηγούνται ιστορίες στα πρότυπα του Αίσωπου. Υπέροχες και συγκλονιστικές χαρακτηρίζονται από τους ειδικούς μελετητές του έργου του, οι εικόνες από τη ζωή στο χωριό και στην εξοχή με άλογα, σκύλους, χήνες, κοτσύφια, μυρμήγκια, αρουραίους και νυφίτσες. «Όταν θέλεις να καταλαβαίνεις τι λένε τα πλάσματα της φύσης, πρέπει να τα πλησιάζεις, να τους μιλάς, να ανοίγεις διάλογο μ’ αυτά». Εξέτρεφε άλογα και βόδια και έκανε σπουδές ανατομίας σε πλήθος από ζώα. Ακόμη και στις περίτεχνες πολεμικές μηχανές του φαίνεται να χρησιμοποιεί άλογα των αγροκτημάτων, παρά άλογα για πολεμικές επιχειρήσεις.
Ο σκύλος και οι γάτες του ήταν η καθημερινή συντροφιά του και προχωρούσε στις περιγραφές του ακόμη και σε κοινωνιολογικές διακρίσεις μεταξύ των σκύλων όταν εξηγούσε γιατί οι σκύλοι μυρίζουν τα οπίσθια των άλλων σκύλων και γιατί γίνονται οι σκυλοκαβγάδες. Τα ζώα αποτελούσαν ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του. Η αγάπη του και όχι μόνο για τα ζώα θεωρείται σχεδόν κοινοτυπία με χαρακτηριστική εκείνη την εικόνα που λέει, «...όταν περνούσε από μέρη όπου πουλούσαν πουλιά, πλήρωνε όσο, όσο και τα αγόραζε, τα οποία αμέσως έβγαζε από τα κλουβιά τους και τ’ άφηνε να πετάξουν ψηλά και μακριά στον ουρανό, χαζεύοντάς τα». Και η χορτοφαγία του φαίνεται ότι ήταν μέρος της στάσης ζωής του απέναντι στα ζώα. Αλλά και με το ντύσιμό του, που ήταν αποκλειστικά από λινά υφάσματα, ήθελε να δηλώσει ότι απεχθάνονταν να φοράει «οτιδήποτε νεκρό», όπως έλεγε.
Γύρω στα 1500 μ.Χ. η εκτροπή του ρου του ποταμού Άρνο στη βόρεια Ιταλία, ήταν μια άλλη συναρπαστική ασχολία για τον Λεονάρντο. Το μεγαλεπίβολο σχέδιο, που τελικά δεν ολοκληρώθηκε, θα έκανε τον ποταμό πλωτό μέχρι τη Φλωρεντία και έτσι αυτή θα ‘χε εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα, ενώ για στρατιωτικούς λόγους σκόπευε να αποκόψει την Πίζα από τη θάλασσα που είχε εκείνα τα χρόνια κηρύξει την ανεξαρτησία της. Αργότερα ανέλαβε να διανοίξει κανάλια στο Μιλάνο. Ωστόσο, είναι κυρίαρχη η γοητεία που του ασκούσε γενικά το νερό, οι δίνες, οι διαθλάσεις του, οι ορίζοντες της θάλασσας, οι βράχοι, τα ποτάμια που ελίσσονται «εξαιτίας της διάβρωσής τους και της ατέλειωτης δύναμής τους», όπως περιέγραφε.
Δεν είναι λίγες οι φορές που μέσα από τα σημειωματάριά του βλέπουμε να δίδονται οδηγίες προς τον εαυτό του, μετά από κάποια εξόρμηση στην ύπαιθρο. Σε εκείνες τις σημειώσεις «για τον κόσμο και τα νερά του» γράφει. «Να γράψεις για το νερό και τις κινήσεις του. Να περιγράψεις τις κοίτες του και τις ουσίες που περιέχονται εκεί μέσα. Να συνεχίσεις με κάθε μορφή που παίρνει το νερό από το μικρότερο μέχρι το μεγαλύτερο κυματισμό, αλλά και τις αιτίες που τις προκαλούν».
Μάλιστα οι περιγραφές για το νερό συνοδεύονταν από παραστατικά σκίτσα με απλές, σύνθετες και ευμετάβλητες δομές και μορφές. Αυτές οι πολύπλοκες μορφές του τρεχούμενου νερού με τον παφλασμό, τις στροβιλίσεις, τα κύματα και τα αντίστροφα ρεύματα απεικονίζονται στα μαλλιά και στα φορέματα των προσώπων που σχεδιάζει, ζωγραφίζει και πλάθει ή και σμιλεύει. Το ενδιαφέρον για το νερό έχει και πρακτικό χαρακτήρα, όταν με κανάλια, υδατοφράκτες και μηχανές προσπαθεί να δώσει το στίγμα της προοπτικής για την καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση της ενέργειά τους, τη ζωογόνο δύναμή τους, τις ιδιότητες που αυτό περικλείει μεταμορφωμένο και σαγηνευτικό.
Στην πραγματεία του «για τη λαμπρότητα του ήλιου» αμφισβητεί πολλά, αλλά και παραθέτει τις απόψεις του Επίκουρου και του Σωκράτη και σημειώνει ότι «σε ολόκληρο το σύμπαν δεν διακρίνεται πουθενά κάποιο σώμα μεγαλύτερο και λαμπρότερο από τον ήλιο… Απ’ εκεί πηγάζουν όλες οι ζωτικές δυνάμεις που μας περιβάλλουν… και δεν υπάρχει άλλη πηγή θερμότητας, ούτε άλλο φως σε όλο το σύμπαν». Ωστόσο, η ηλιοκεντρική ιδέα που τον απασχολεί δεν φαίνεται να τη διατυπώνει ξεκάθαρα, αν και η ιδέα αυτή είναι παλιά όσο και ο Πυθαγόρας, παρότι αρκετοί επιστήμονες σήμερα την κατατάσσουν, ως μια εμπνευσμένη ενόραση τριάντα χρόνια πριν διατυπωθεί με ακρίβεια από τον Κοπέρνικο.
Στις σημειώσεις του φαίνεται επίσης η γοητεία του για τους γεωλογικούς κύκλους και τα καιρικά φαινόμενα και εξετάζει το ενδεχόμενο της ανάδυσης της γης από τη θάλασσα και προχωρεί ακόμη περισσότερο όταν προβλέπει αργά-αργά «…την επιστροφή της γης στην αγκαλιά της θάλασσας». Δηλαδή, οι σημερινές εντεινόμενες διεργασίες της Φύσης, «η ακατάληπτη» όπως έλεγε «Φύση, προσπαθεί να επανακτήσει το χώρο που ο άνθρωπος της τον έχει αφαιρέσει». Επόμενο είναι, όπως έλεγε «οι φυσικές καταστροφές, οι κατακλυσμοί, αλλά και η κατάρρευση των κατηγοριών και διακρίσεων, αλλά και ένας καταποντισμός της νοημοσύνης μέσα σε μια ακατανόητη Φύση».