10 November 2010

Το σημαντικότερο μήνυμα των αυτοδιοικητικών εκλογών

του δημοσιογράφου-οικονομολόγου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Η μεγάλη αποχή στις ευρωεκλογές του 2009 ήταν ενδεικτική της μαζικής αδιαφορίας προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και του λειψού ενδιαφέροντος του ελληνικού γίγνεσθαι στην Ευρώπη. Δήλωνε επίσης ότι, επειδή κανείς δεν περίμενε κάτι από αυτές σε κομματικό επίπεδο, ήταν μάλλον περιττή πολυτέλεια το να πάει να ψηφίσει. Το φαινόμενο βέβαια δεν ήταν μόνον ελληνικό, αλλά πανευρωπαϊκό.

Η ίδια περίπου λογική ισχύει και για την αποχή από τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Η τοπική αυτοδιοίκηση υπήρξε η τελευταία σκοτούρα των ψηφοφόρων, οι οποίοι, μην έχοντας καμία από τις προσδοκίες που παραδοσιακά τους προσφέρει το πελατειακό πολιτικό σύστημα, τελικά έμειναν σπίτι τους. Ταυτοχρόνως, όμως, έκαναν και επίδειξη παθητικής διαμαρτυρίας, η οποία ωστόσο δείχνει μία επικίνδυνη παθητικότητα και σε πολλά άλλα επίπεδα.

Στο σημείο αυτό εγκυμονούνται δυσάρεστες εξελίξεις. Διότι η παθητικότητα θα μεταδοθεί και στα επίπεδα λήψεως αποφάσεων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία και την κοινωνική πορεία της χώρας. Την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ετοιμάζεται να υιοθετήσει την «ελεγχόμενη χρεοκοπία», η Ελλάβα βρίσκεται εκτός αναπτυξιακού κύκλου, έχει ελάχιστες δυνατότητες δημοσιονομικής εξυγίανσης, κυριαρχείται από τον άκρατο λαϊκισμό των ΜΜΕ και κυβερνάται από μία πολιτική φεουδαρχία. Τίθεται έτσι, με αθλητικούς όρους, εκτός γηπέδου.

Όπως τονίζει και η κ. Μιράντα Ξαφά, καταξιωμένη οικονομολόγος με διεθνή εμπειρία και θητεία στο ΔΝΤ, στη σημερινή συγκυρία, οι βαθειές μεταρρυθμίσεις στην χώρα μας είναι θέμα επιβίωσης. Μόνον οι χώρες που έχουν επιβάλει δημοσιονομική πειθαρχία και έχουν ολοκληρώσει τις διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται για να είναι ανταγωνιστικές, βαδίζουν σταθερά στο δρόμο της ανάπτυξης. Αυτές είναι οι οικονομίες που διαθέτουν την αναγκαία ευκαμψία και το δυναμισμό ώστε να προσαρμόζονται γρήγορα στις αλλαγές των συνθηκών στις παγκόσμιες αγορές, διασφαλίζοντας έτσι το βιοτικό επίιπεδο των πολιτών τους.

Την ώρα που οι περισσότερες χώρες της ΕΕ παίρνουν σκληρά μέτρα λιτότητας, υπάρχει διχογνωμία αν, σε περίοδο κρίσης, έχει προτεραιότητα η δημοσιονομική εξυγίανση ή η ανάπτυξη. Για την Ελλάδα, αυτό είναι ψευτοδίλημμα. Δεν υπάρχει χώρα στην ΕΕ, ακόμα και μεταξύ των πρώην κομμουνιστικών χωρών, με τόσες προβληματικές δημόσιες επιχειρήσεις, τόσο χαώδες συνταξιοδοτικό, τόση αδυναμία μέτρησης των δημοσιονομικών μεγεθών, τόσο παράλυτη δημόσια διοίκηση, τόσο ανύπαρκτη παραγωγική βάση. Κάθε χρόνο, η χώρα κατατάσσεται όλο και χαμηλότερα στους δείκτες ανταγωνιστικότητας και διαφάνειας, πίσω από πολλές αφρικανικές χώρες. Για την Ελλάδα δεν υπάρχει άλλος δρόμος από αυτόν που χαράσσει το μνημόνιο. Υγιής ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει αν δεν μπει τάξη στην κόπρο του Αυγείου του Δημοσίου και αν δεν εκλείψουν τα προνόμια και τα κεκτημένα που εμποδίζουν τον ανταγωνισμό και περιχαρακώνουν τις αγκυλώσεις.

Η ώρα της οικονομικής κρίσης φέρνει τις κοινωνίες αντιμέτωπες με τον καθρέφτη που δείχνει καθαρά τα προβλήματα και τις αδυναμίες τους. Ο καθρέφτης στην χώρα μας δείχνει μία κοινωνία με γενικευμένη προσοδοθηρία, μία «κοινωνία βολεμένων», όπου το κράτος μοιράζει διορισμούς, άδειες, προμήθειες, συντάξεις, επιδοτήσεις και επιδόματα σε «ημέτερους», ενώ οι υπόλοιποι μένουν εκτός παιχνιδιού. Στα μάτια των τελευταίων συχνά ενοχοποιούνται οι μηχανισμοί της αγοράς για την κοινωνική αδικία, ενώ στην πραγματικότητα ευθύνεται το κομματικό κράτος που επιβαρύνει την επιχειρηματικότητα και τις αγορές αντί να τις ενισχύει.

Η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στο μνημόνιο έχει προκαλέσει μία σειρά συγκρούσεων «προστασίας των κεκτημένων». Τους τελευταίους μήνες βλέπουμε ομάδες συμφερόντων -φορτηγατζήδες, φαρμακοποιούς, δικηγόρους, δασκάλους, ναυτεργάτες, συνδικάτα του ευρύτερου δημόσιου τομέα- να αντιδρούν στην αφαίρεση προσόδων που έχουν εξασφαλίσει σε βάρος του εθνικού συμφέροντος.

Το ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν μοιάζει ικανό να αρθρώσει έναν ρηξικέλευθο πολιτικό λόγο που να εναντιώνεται σε αυτά τα ιδιοτελή συμφέροντα. Όταν η κομμουνιστική Κούβα απολύει υπεράριθμους δημοσίους υπαλλήλους, εμείς μιλάμε για μετατάξεις. Και όταν ο δήμαρχος Τιράνων κατεδαφίζει 2.000 αυθαίρετα κατά μήκος του ποταμού που διασχίζει την πρωτεύουσα, εμείς προτείνουμε «τακτοποίηση» της πολεοδομικής παρανομίας. Η Αριστερά δεν μπορεί να ξεκολλήσει από την στείρα πολιτική του πεζοδρομίου και να τεκμηριώσει τον λόγο της, ενώ η Δεξιά ως επί το πλείστον επιδίδεται στον λαϊκισμό.

Αν δεν μπορέσει να υπάρξει εθνική συνεννόηση, χωρίς παρωπίδες και ιδεολογικές προκαταλήψεις, το πρόγραμμα σταθερότητας δεν θα πετύχει. Κάποια στιγμή θα επέλθει η «κόπωση προσαρμογής» - η αντίδραση στην πολιτική λιτότητας και στην υπέρμετρη φορολογία που επιβαρύνει τον ιδιωτικό τομέα και την οικονομία. Και τότε θα ανοίξει για καλά η πόρτα της χρεοκοπίας, εκτός και αν...