(μια διήγηση του Α.Κ.)
Ο Χάρης Κ. έπρεπε να πάει στα βαφτίσια του μωρού ενός συναδέλφου του και στη συνέχεια στο απαραίτητο τραπέζι. Δεν γούσταρε τέτοιες εκδηλώσεις, αλλά είχε υποχρέωση, τον είχε εξυπηρετήσει πάμπολλες φορές ο συνάδελφος, ήταν και καλός φίλος εκτός εργασίας. Η κυρία Νικολέτα Κ., σύζυγος του Χάρη, απέκλεισε από την αρχή ότι θα πάει στα βαφτίσια. Σιγά μην κάθομαι και βλέπω αυτή την άχαρη Τούλα, με τα ψεύτικα στήθη, έλεγε.
Ο Χάρης έκανε την ανάγκη φιλοτιμία και πήγε μόνος στα βαφτίσια, αφού ορκίστηκε ότι στο δείπνο δεν θα φάει και, κυρίως, δεν θα πιει πολύ! Όποτε έβγαινε μόνος του έξω, γύρναγε τις πρωινές ώρες μεθυσμένος… Τα υποσχέθηκε όλα και ξεκίνησε με συζυγική ευλογία για το κοινωνικό γεγονός.
●●●
Πρέπει να ήταν η ώρα μιάμιση μετά τα μεσάνυχτα, όταν εξεδήλωσε ο Χάρης την επιθυμία να επιστρέψει σπίτι. Είχε πιει τα πάντα που ήταν διαθέσιμα στο τραπέζι και, είναι βέβαιο, έβλεπε όλους τους συνδαιτυμόνες τουλάχιστον διπλούς. Οι φίλοι τον συμβούλεψαν να αφήσει το αμάξι παρκαρισμένο και να πάρει ένα ταξί, πόσο κοστίζει ένα ταξί, μωρέ; Μπα, ο Χάρης δεν άκουγε κανέναν, «Έλα βρε, δεν έχω πιει και πολύ», έλεγε τρεκλίζοντας…
Ο τελευταίος φίλος που τον συμβούλεψε, του είπε να μην επιστρέψει σπίτι του από την λεωφόρο Μεγαλέξαντρου, που περνάει από την κεντρική πλατεία, αλλά από την παρακαμπτήρια που κάνει ένα τόξο και θα τον έβγαζε κοντά στο σπίτι του, με μόνο 2-3 χιλιόμετρα μεγαλύτερη διαδρομή. Ο λόγος ήταν απλός: τα βράδια υπάρχει στην κεντρική πλατεία πάντα περιπολικό της Τροχαίας. Είναι βέβαιο ότι θα καταλάβαιναν πως ο Χάρης στο τιμόνι του αμαξιού του ήταν μεθυσμένος.
Σιγά μην άκουγε συμβουλές ο Χάρης. Μπήκε στο αμάξι του και ξεκίνησε, όντας βέβαιος ότι κανείς δεν θα ενδιαφερόταν τέτοια ώρα για τους λίγους οδηγούς που κυκλοφορούσαν. Ατύχησε όμως!
Ήδη μερικά χιλιόμετρα πριν από την πλατεία, πάνω στη λεωφόρο Μεγαλέξαντρου, η οποία έχει και διαχωριστική νησίδα στη μέση, πλησίασε από πίσω ένα περιπολικό και του έκανε σήμα να σταματήσει. Είχαν δει την πορεία ζικ ζακ που έκανε το αμάξι του Χάρη και επενέβησαν.
Πλησίασε ένας τροχονόμος το σταματημένο αμάξι, χαιρέτησε τυπικά και του ζήτησε να φυσήξει στο αλκοολόμετρο… Έκανε το δύσκολο αρχικά ο Χάρης, αλλά δεν χρειαζόταν και πολύ. Και που μίλησε κοντά στο όργανο, αυτό έδειξε νούμερα κοντά στο 1, άρα πολύ πάνω από το επιτρεπτό όριο. «Περάστε έξω κύριε και φέρτε μαζί άδεια οδήγησης και άδεια κυκλοφορίας του αμαξιού σας!», του λέει επιτακτικά ο τροχονόμος.
Τι να κάνει ο Χάρης, έριξε από μέσα του χριστοπαναγίες για την ατυχία του, κακολόγησε τον εαυτό του που δεν άκουσε τους φίλους να πάει με ταξί, χούφτωσε από το ντουλαπάκι τις άδειες και βγήκε έξω. Μέχρι και αυτόφωρο μπορεί να τον πήγαιναν -με διανυκτέρευση στο αστυνομικό τμήμα-, αν δεν κατάφερνε να πείσει τα παιδιά της Αστυνομίας ότι δεν ήταν και τόσο πιωμένος…
Πήγαινε με τον αστυφύλακα τα 5-6 μέτρα προς το περιπολικό, όταν εκείνη τη στιγμή ακούγεται ένας φοβερός κρότος σύγκρουσης στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και αμέσως μετά φωνές πόνου, μαζί με βρισιές… Κάποιος που έτρεχε, έπεσε πάνω σε άλλον που έβγαινε από παρκάρισμα. Τρέχουν οι δύο τροχονόμοι στο σημείο σύγκρουσης, ο συνοδός του Χάρη και ο άλλος που είχε μείνει στο περιπολικό. Μαζεύτηκαν περίεργοι από τη γειτονιά, βγήκαν άλλοι με νυχτικά στα μπαλκόνια και κοίταζαν, μια βαβούρα κοντά στις 2 το πρωί.
Ο Χάρης στεκόταν μόνος με τις άδειες στο χέρι, σκέφτηκε να πάει κι αυτός να χαζέψει τη σύγκρουση, αλλά δεν τον πολυένοιαζε, νύσταζε πολύ! Κυρίως δεν ήξερε τι να κάνει... Τα χαρτιά τα είχε κρατήσει, οι αστυφύλακες ήταν αλλού απασχολημένοι, γιατί να περιμένει μέχρι να διευθετήσουν το νέο πρόβλημα; Μπαίνει στο αμάξι και ξεκινάει για το σπίτι. Πού θα θυμούνται αυτοί τώρα εμφάνιση, αριθμό κυκλοφορίας και όλα αυτά που θα ήταν απαραίτητα για να τον εντοπίσουν; Φτάνει λοιπόν προσεκτικά σπίτι του χωρίς άλλα προβλήματα, βάζει το αμάξι στο γκαράζ και ανεβαίνει για ύπνο.
●●●
Το πρωί κτύπησε με επιμονή το κουδούνι της εξώπορτας, θα ήταν 8 η ώρα. Η κ. Νικολέτα, η γυναίκα του Χάρη είχε ήδη ξυπνήσει, ο προκομμένος θα σηκωνόταν προς το μεσημέρι, αφού μύριζε ολόκληρος αλκοόλ. Κοιτάει η κυρία από τη θυροτηλεόραση και βλέπει δύο αστυφύλακες στην εξώπορτα. Ρωτάει ποιος είναι, τι θέλετε και της λένε «Ζητάμε τον κ. Χάρη Κ., εδώ μένει;» «Ναι εδώ μένει, μια στιγμή», λέει η κυρία, «έρχομαι κάτω γιατί είναι κλειδωμένη η εξώπορτα, να σας ανοίξω».
Κατεβαίνει η κ. Νικολέτα ανήσυχη, τι να θέλουν αυτοί, ξεκλειδώνει την πόρτα και την ρωτάνε οι αστυφύλακες, πού βρίσκεται ο κ. Χάρης Κ. «Επάνω είναι, κοιμάται ακόμα», λέει αυτή χαμογελαστή, «Ξέρετε, είχε πάει σε τραπέζι για βαφτίσια χθες βράδυ και άργησε λίγο…»
Κούνησαν με κατανόηση το κεφάλι οι αστυφύλακες και ρωτάνε πάλι:
«Πού είναι το αμάξι του κ. Χάρη;»
«Πού είναι το αμάξι του κ. Χάρη;»
«Αααα, εδώ στο γκαράζ», λέει η κυρία.
«Μπορείτε να μας ανοίξετε το γκαράζ να το δούμε;», λένε οι αστυφύλακες…
Μαύρα σύννεφα την έζωσαν την κυρία, λες να τράκαρε αυτός, να κτύπησε κανέναν άνθρωπο μέσα στη νύχτα;
«Ναι, βέβαια, να σας ανοίξω» τους λέει κομπιάζοντας και πάει στην γκαραζόπορτα.
Ανοίγει η κυρία και τι να δει: μέσα στο γκαράζ τους ήταν παρκαρισμένο ένα περιπολικό της Αστυνομίας…