και οι αληθινές αφορμές των συγκρούσεων
Τα «γιατί» του πολέμου
(The Economist, Καθημερινή, 26/1/2008)
Οι εκδότες φαίνεται να μην έχουν τελειωμό στην όρεξή τους για βιβλία σοβαρών ιστορικών, οι οποίοι θέτουν το ερώτημα του «γιατί οι πόλεμοι». Γιατί αρχίζουν, γιατί διαρκούν, γιατί και τι κάνει την ειρήνη να είναι εύθραυστη. Ο τόπος των πιθανών απαντήσεων είναι το παρελθόν. Ο Charles Esdaile του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ είναι καλός ιστορικός, τόσο ώστε να μην κάνει εύκολες συγκρίσεις μεταξύ του παρόντος και του παρελθόντος. Ομως, τα «γιατί» του πολέμου διαρρέουν την αριστοτεχνική του περιγραφή των Ναπολεόντειων Πολέμων, τη 12χρονη σύγκρουση της Γαλλίας με τις άλλες δυνάμεις της Ευρώπης, που κόστισε τη ζωή σχεδόν σε 2 εκατομμύρια στρατιώτες.
Ψύχραιμη αποτίμηση
Υπάρχουν, όπως γράφει ο «Εκόνομιστ», πιο συναρπαστικοί τρόποι για να αφηγηθεί κανείς την πολυαίμακτη εκείνη εποχή. Μπορεί να αναφερθεί στις λαμπρές εκστρατείες του Ναπολέοντα επικεφαλής της γαλλικής στρατιάς ή να ξαναϊστορήσει μια ρομαντική και θρυλική ζωή. Μπορεί να διδάξει, ανάλογα με τη θέση όπου στέκει, υπέρ ενός απελευθερωτή που ηττήθηκε ή εναντίον ενός καταστροφικού πνεύματος.
Αυτοί, όμως, δεν είναι οι τρόποι τούτου του ιστορικού. Στην πολιτικο-στρατιωτική του ιχνηλασία την καταπληκτικής κλίμακας και λεπτομερειακότητας, λέει στον αναγνώστη τι αυτός πιστεύει πως υπήρξε η αιτία της σύγκρουσης, γιατί εξερράγη ο πόλεμος και γιατί διήρκεσε τόσο πολύ παρά τις συχνές, όπως φαινόταν, πιθανότητες, ειρήνευσης. Το βιβλίο του Napoleon’s Wars: An International History, 1803-1815 (εκδ. Αllen Lane, 621 σελ., 30 στερλίνες) δεν είναι ούτε πολεμικό χρονικό ούτε μεταμφιεσμένη βιογραφία· είναι ερευνητική και ερμηνευτική ιστορία πρώτης τάξεως.
Οι ιστορικοί τοποθετούν την αρχή των Ναπολεόντειων Πολέμων στο 1803, όταν η Βρετανία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γαλλίας, μετά τη σύντομη ειρήνη της Αμιένης. Στην πραγματικότητα, ο πόλεμος ήταν συνέχεια των πολέμων της Γαλλικής Επανάστασης στους οποίους ο Ναπολέων, κερδίζοντας τους Αυστριακούς στην Ιταλία, είχε ηγετικό ρόλο. Ο ιστορικός περιγράφει πώς ο Ναπολέων ανήλθε στην εξουσία το 1799, επιβαλλόμενος στη Γαλλία και κατόπιν στην Ευρώπη.
Η Βρετανία κυριαρχούσε στις θάλασσες μετά το Τραφάλγκαρ το 1805. Αλλά στην ευρωπαϊκή ήπειρο κυριαρχούσε η Γαλλία, χάρις στις νίκες της επί των Αυστριακών, Πρώσων και Ρώσων. Οπισθοχωρήσεις όπως στην Ισπανία όπου τα στρατεύματα του Ναπολέοντα εισήλθαν το 1807 και η καταστροφή της εκστρατείας κατά της Ρωσίας, το 1812, οδήγησαν στην τελική ήττα, στο Βατερλώ.
Ο ιστορικός τη γνωστή τούτη ιστορία καταφέρνει να κάνει καινούργια, κατά τρεις αλληλοσυνδεόμενους τρόπους. Δείχνει πώς φαινομενικά περιφερειακές συγκρούσεις – στη Σουηδία π.χ., στην Πορτογαλία, στον Καναδά, άναψαν τη φλόγα μεγαλύτερων ή διαίρεσαν πιθανούς συμμάχους. Ο ιστορικός υπενθυμίζει ότι η ήττα του Ναπολέοντα δεν ήταν διόλου σίγουρη. Οι στρατοί της Ευρώπης έπρεπε πρώτα να διδαχθούν από τις αποτυχίες τους και οι ηγέτες τους έπρεπε να συνταχθούν σε έναν κοινό σκοπό. Και τα δύο δούτα συνέβησαν, αλλά αργά.
Πάνω από όλα, υπογραμμίζει, ο πόλεμος δεν ήταν ιδεολογικός αλλά γεωπολιτικός. Πυρήνας του η διατάραξη της ενός αιώνος διάρκειας ισορροπίας δυνάμεων, από την κατάπτωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από την ανάπτυξη Ρωσίας και Πρωσίας και από τις γαλλοβρετανικές αντιπαλότητες. Λίγοι, εάν κάποιοι από τους εχθρούς της Γαλλίας, μάχονταν για την αλλαγή καθεστώτος στο Παρίσι. Υπήρξαν στιγμές όταν θα μπορούσαν να τα είχαν βρει με τον Ναπολέοντα – εάν κι αυτός τα είχε βρει με εκείνους. Αλλά δεν το εμπιστεύονταν ότι θα έμενε ήσυχος κι έτσι οι πόλεμοι συνεχίζονταν. Οι δύο ισχυρότεροι αντίπαλοί του, η Βρετανία και η Ρωσία, ήταν εναντίον του, κατά τη γνώμη του ιστορικού, όχι γιατί ήταν επαναστάτης ή στην κεφαλή μιας καινούργιας δυναστείας. Τον πολεμούσαν γιατί όσο κυριαρχούσε στη Γαλλία, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πού θα σταματούσε η Γαλλία.
Σε αυτό το σημείο της αφήγησης του ιστορικού εισέρχεται ο χαρακτήρας του Ναπολέοντα στις σύνθετες γεωπολιτικές εξισώσεις. Ο συγγραφέας δέχεται ότι οι ναπολεόντειοι πόλεμοι είναι άξιοι του ονόματός τους, δίχως όμως να αποδέχεται την περί μεγάλων ανδρών θεωρία της ιστορίας. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις θα είχαν συγκρουσθεί από τις διαφορές τους και δίχως τον Ναπολέοντα. Αλλά η κλίμακα και η αγριότητα του πολέμου, εν πολλοίς, οφείλονταν στον ίδιο τον αυτοκράτορα, την επιθετικότητα, την εγωμανία, τη δίψα του για εξουσία.
Επικίνδυνη λήθη
Το βιβλίο τούτο προέρχεται και αντανακλά ένα τεράστιο σχήμα σύγχρονης γνώσης, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι εγκαταλείπει για πολύ τη γεωπολιτική ιστορία που θέλει να αφηγηθεί. Για τον ιστορικό, ο πόλεμος ξεκίνησε γιατί η Ευρώπη δεν είχε ισορροπία. Τράβηξε για πολύ γιατί δεν υπήρχε εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Ναπολέοντα. Η ειρήνη ήρθε και διήρκεσε μέχρι οι κατοπινότερες γενιές να ξεχάσουν τη φρίκη που λέγεται πόλεμος.
Ψύχραιμη αποτίμηση
Υπάρχουν, όπως γράφει ο «Εκόνομιστ», πιο συναρπαστικοί τρόποι για να αφηγηθεί κανείς την πολυαίμακτη εκείνη εποχή. Μπορεί να αναφερθεί στις λαμπρές εκστρατείες του Ναπολέοντα επικεφαλής της γαλλικής στρατιάς ή να ξαναϊστορήσει μια ρομαντική και θρυλική ζωή. Μπορεί να διδάξει, ανάλογα με τη θέση όπου στέκει, υπέρ ενός απελευθερωτή που ηττήθηκε ή εναντίον ενός καταστροφικού πνεύματος.
Αυτοί, όμως, δεν είναι οι τρόποι τούτου του ιστορικού. Στην πολιτικο-στρατιωτική του ιχνηλασία την καταπληκτικής κλίμακας και λεπτομερειακότητας, λέει στον αναγνώστη τι αυτός πιστεύει πως υπήρξε η αιτία της σύγκρουσης, γιατί εξερράγη ο πόλεμος και γιατί διήρκεσε τόσο πολύ παρά τις συχνές, όπως φαινόταν, πιθανότητες, ειρήνευσης. Το βιβλίο του Napoleon’s Wars: An International History, 1803-1815 (εκδ. Αllen Lane, 621 σελ., 30 στερλίνες) δεν είναι ούτε πολεμικό χρονικό ούτε μεταμφιεσμένη βιογραφία· είναι ερευνητική και ερμηνευτική ιστορία πρώτης τάξεως.
Οι ιστορικοί τοποθετούν την αρχή των Ναπολεόντειων Πολέμων στο 1803, όταν η Βρετανία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γαλλίας, μετά τη σύντομη ειρήνη της Αμιένης. Στην πραγματικότητα, ο πόλεμος ήταν συνέχεια των πολέμων της Γαλλικής Επανάστασης στους οποίους ο Ναπολέων, κερδίζοντας τους Αυστριακούς στην Ιταλία, είχε ηγετικό ρόλο. Ο ιστορικός περιγράφει πώς ο Ναπολέων ανήλθε στην εξουσία το 1799, επιβαλλόμενος στη Γαλλία και κατόπιν στην Ευρώπη.
Η Βρετανία κυριαρχούσε στις θάλασσες μετά το Τραφάλγκαρ το 1805. Αλλά στην ευρωπαϊκή ήπειρο κυριαρχούσε η Γαλλία, χάρις στις νίκες της επί των Αυστριακών, Πρώσων και Ρώσων. Οπισθοχωρήσεις όπως στην Ισπανία όπου τα στρατεύματα του Ναπολέοντα εισήλθαν το 1807 και η καταστροφή της εκστρατείας κατά της Ρωσίας, το 1812, οδήγησαν στην τελική ήττα, στο Βατερλώ.
Ο ιστορικός τη γνωστή τούτη ιστορία καταφέρνει να κάνει καινούργια, κατά τρεις αλληλοσυνδεόμενους τρόπους. Δείχνει πώς φαινομενικά περιφερειακές συγκρούσεις – στη Σουηδία π.χ., στην Πορτογαλία, στον Καναδά, άναψαν τη φλόγα μεγαλύτερων ή διαίρεσαν πιθανούς συμμάχους. Ο ιστορικός υπενθυμίζει ότι η ήττα του Ναπολέοντα δεν ήταν διόλου σίγουρη. Οι στρατοί της Ευρώπης έπρεπε πρώτα να διδαχθούν από τις αποτυχίες τους και οι ηγέτες τους έπρεπε να συνταχθούν σε έναν κοινό σκοπό. Και τα δύο δούτα συνέβησαν, αλλά αργά.
Πάνω από όλα, υπογραμμίζει, ο πόλεμος δεν ήταν ιδεολογικός αλλά γεωπολιτικός. Πυρήνας του η διατάραξη της ενός αιώνος διάρκειας ισορροπίας δυνάμεων, από την κατάπτωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από την ανάπτυξη Ρωσίας και Πρωσίας και από τις γαλλοβρετανικές αντιπαλότητες. Λίγοι, εάν κάποιοι από τους εχθρούς της Γαλλίας, μάχονταν για την αλλαγή καθεστώτος στο Παρίσι. Υπήρξαν στιγμές όταν θα μπορούσαν να τα είχαν βρει με τον Ναπολέοντα – εάν κι αυτός τα είχε βρει με εκείνους. Αλλά δεν το εμπιστεύονταν ότι θα έμενε ήσυχος κι έτσι οι πόλεμοι συνεχίζονταν. Οι δύο ισχυρότεροι αντίπαλοί του, η Βρετανία και η Ρωσία, ήταν εναντίον του, κατά τη γνώμη του ιστορικού, όχι γιατί ήταν επαναστάτης ή στην κεφαλή μιας καινούργιας δυναστείας. Τον πολεμούσαν γιατί όσο κυριαρχούσε στη Γαλλία, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πού θα σταματούσε η Γαλλία.
Σε αυτό το σημείο της αφήγησης του ιστορικού εισέρχεται ο χαρακτήρας του Ναπολέοντα στις σύνθετες γεωπολιτικές εξισώσεις. Ο συγγραφέας δέχεται ότι οι ναπολεόντειοι πόλεμοι είναι άξιοι του ονόματός τους, δίχως όμως να αποδέχεται την περί μεγάλων ανδρών θεωρία της ιστορίας. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις θα είχαν συγκρουσθεί από τις διαφορές τους και δίχως τον Ναπολέοντα. Αλλά η κλίμακα και η αγριότητα του πολέμου, εν πολλοίς, οφείλονταν στον ίδιο τον αυτοκράτορα, την επιθετικότητα, την εγωμανία, τη δίψα του για εξουσία.
Επικίνδυνη λήθη
Το βιβλίο τούτο προέρχεται και αντανακλά ένα τεράστιο σχήμα σύγχρονης γνώσης, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι εγκαταλείπει για πολύ τη γεωπολιτική ιστορία που θέλει να αφηγηθεί. Για τον ιστορικό, ο πόλεμος ξεκίνησε γιατί η Ευρώπη δεν είχε ισορροπία. Τράβηξε για πολύ γιατί δεν υπήρχε εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Ναπολέοντα. Η ειρήνη ήρθε και διήρκεσε μέχρι οι κατοπινότερες γενιές να ξεχάσουν τη φρίκη που λέγεται πόλεμος.