16 October 2009

Ιστορίες από το λιμάνι

Ο νόμος του... λιμανιού
(του Μπαμπη Παπαδημητριου, Καθημερινή, 16/10/2009)

Aραγε, τι θα έλεγε η περίφημη «Γενιά των 700» (ευρώ, εννοείται), αν βεβαίως μιλούσε, για το θέμα της απεργίας στο λιμάνι; Γιατί βουβάθηκαν τα διάφορα blog(s) και άλλοι ιστότοποι ανδρών και γυναικών της πολιτικής και της «δημοσιογραφίας»; Προφανώς, επειδή πέρασαν οι εκλογές, άλλοι έγιναν υπουργοί, άλλοι ασχολούνται με τις εσωτερικές ομαδοποιήσεις. Μένει η Αριστερά, με τον «ελεύθερο χρόνο» που της προσφέρει η αμέριμνη αντιπολίτευση, να επισκέπτεται καταγγέλλει μονοπώλια, πολυεθνικές και, γενικώς, τα πάντα.

Οι πολιτικοί «απασχολούνται» και τα προβλήματα παραμένουν. Βεβαίως, κάποιοι άλλοι «απολαμβάνουν» τη μετεκλογική θύελλα που έχει εισπράξει η Λούκα Κατσέλη. Επειδή αυτή, εφήρμοσε προεκλογικώς, με περισσή ζέση, είναι αλήθεια, τις θολές περί αναθεωρήσεως «όλων των συμβάσεων» που αφορούν κρατική ιδιοκτησία, τις οποίες έλεγε το κόμμα «της» και, δυστυχώς, και ο σημερινός πρωθυπουργός.

Στην υπόθεση με την παραχώρηση της δεύτερης αποβάθρας του Λιμένος Πειραιώς, στην εταιρεία ΣΕΠ, θυγατρική της κινεζικής Cosco, η νέα κυβέρνηση χάνει πολύτιμο χρόνο και σπαταλά το κύρος που με απλοχεριά την προικοδότησε η λαϊκή ψήφος.

Το χειρότερο: βλάπτει τον τόπο και ναρκοθετεί μελλοντικές της κινήσεις στον κρισιμότερο τομέα επιβίωσης του έθνους: μια εθνική οικονομία, αρμονικά αλλά και στενά ενταγμένη στον διεθνή καμβά της παγκόσμιας οικονομίας. Η έλευση μιας μεγάλης εμπορικής εταιρείας, όπως είναι η Cosco ή οποιαδήποτε άλλη θα είχε ενδιαφερθεί για όσα έχουμε να προσφέρουμε, αποτελεί καλό οιωνό για την Ελλάδα.

Ο Κινέζος πρόεδρος Χου Ζιντάο, που μπήκε στον κόπο να έρθει μέχρι την Ελλάδα πριν από ένα χρόνο, είχε υπογραμμίσει τη θέληση της Κίνας να διευρύνει ενεργά την οικονομική συνεργασία με τη χώρα μας και είχε υποσχεθεί πως «θα συνεχίσει να υποστηρίζει τις ανταγωνιστικές κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα». Αν η τότε μείζων αντιπολίτευση δεν ήθελε τίποτε απ’ αυτά, θα ήταν καλύτερο για τον Γιώργο Παπανδρέου να είχε αποφύγει τη μακρά συνάντησή του με τον Κινέζο πρόεδρο, μετά την οποία είχε τονίσει την «ανάγκη ανάπτυξης των διμερών σχέσεων» και τη «σημασία που δίνει το ΠΑΣΟΚ στις κινεζικές επενδύσεις στη χώρα μας». Βεβαίως, ο κ. Παπανδρέου είχε εξηγήσει στον πρόεδρο Ζιντάο και το εξής: την «πάγια θέση του ΠΑΣΟΚ για τις στρατηγικές υποδομές και πώς εμείς τις βλέπουμε για την πατρίδα μας».

Κάποιοι, αυτό το τελευταίο, στο πολυτάραχο και πολύβουο -πλέον- Κίνημα, το κατάλαβαν (και συνεχίζουν να το αντιλαμβάνονται) κατά το δοκούν ή, κοινώς, κατά πως τους συμφέρει.

Πρόκειται για την κρατικοδίαιτη εργατοπατερική αριστοκρατία, που δεν γνωρίζει ιδιαίτερα κομματικά «σύνορα», αλλά που διαθέτει εξαιρετικά βαθιές ρίζες μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Ανεξαρτήτως των «αντιλήψεων» για τις υποδομές που σκοπεύει να διακονήσει η κυβέρνηση Παπανδρέου, έχει την αυτονόητη υποχρέωση να εφαρμόσει η ίδια και να επιτύχει την εφαρμογή των νόμων από όλους.

Οι πολίτες, καταναλωτές, φορολογούμενοι και ψηφοφόροι, δεν έχουν πλέον κανένα λόγο να ανέχονται βλαπτικές για τους ίδιους, όσο και για τον τόπο, συμπεριφορές. Το σύνθημα «πρώτα ο πολίτης» αναζητεί άμεση εφαρμογή στο λιμάνι. Πρώτοι οι συνδικαλιστές οφείλουν να σεβαστούν τη λαϊκή βούληση, να αναμείνουν τη δεδηλωμένη του Κοινοβουλίου και να προσέλθουν στον διάλογο με τη νέα κυβέρνηση. Αν κάποιοι φοβούνται μήπως χάσουν τα «δώρα» του κρατικού μονοπωλίου, κάποιοι άλλοι ψάχνουν για δουλειά. Ο νόμος ισχύει για όλους και δεν είναι του... λιμανιού!



Η... δική μας αντιπολίτευση
(από τον ΣΗΦΗ ΠΟΛΥΜΙΛΗ, Ελευθεροτυπία, 16/10/2009)

Η αντιπολίτευση, που όπως δείχνουν οι πρώτες μέρες διακυβέρνησης θα δημιουργήσει προβλήματα στο ΠΑΣΟΚ θα είναι ο προηγούμενος αντιπολιτευτικός... εαυτός του.

Τα όσα είχε υποσχεθεί δηλαδή προεκλογικά και κυρίως οι θέσεις που είχε πάρει σε μια σειρά προβλήματα που είχαν ανακύψει στη διάρκεια της κυβέρνησης της Ν.Δ. φαίνεται ότι θα βρίσκονται μπροστά του, καθώς καλείται τώρα να διαχειριστεί μια σειρά θέματα κάτω από πολύ διαφορετικές συνθήκες. Η ιστορία της Cosco και του λιμανιού είναι το πρώτο χαρακτηριστικό παράδειγμα κρίσης που έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση, συγκρουόμενη όχι μόνο με τους εργαζόμενους αλλά και με τα όσα είχαν υποστηρίξει τα στελέχη της στο παρελθόν.

ΠΩΣ μπορείς να πείσεις τους εργαζόμενους -προνομιούχους μεν, εργαζομένους δε...- να αλλάξουν επί τα χείρω το εργασιακό καθεστώς τους, όταν πριν από λίγους μήνες ήσουν μαζί τους, κατακεραυνώνοντας τη σύμβαση παραχώρησης στους Κινέζους, θεωρώντας ότι είναι λογικό και συμφέρον να παραμείνουν τα λιμάνια στον έλεγχο του κράτους; Γιατί το ΠΑΣΟΚ και πολύ περισσότερο βέβαια η Αριστερά θεωρούν υποχρέωσή τους να υπερασπίζονται ως αυτονόητα οποιαδήποτε αιτήματα, οποιωνδήποτε εργαζομένων. Φωνάζουν όλοι για την τεράστια ανεργία.

Μόνο που κανένα κόμμα που υπερασπίζεται τα συμφέροντα των εργαζομένων δεν τόλμησε, για παράδειγμα, να πει στους εργαζόμενους του ΟΛΠ ότι, ναι, είμαστε μαζί σας, αλλά αντί να παίρνετε άλλον ένα μισθό από υπερωρίες απαιτήστε να προσληφθούν άλλοι 200 άνεργοι... Γιατί και το ΠΑΣΟΚ και η Αριστερά προτιμούν την εύκολη λύση να ταυτίζονται με τα συνδικάτα -και ιδιαίτερα αυτά του δημόσιου τομέα- αγνοώντας όσους δεν έχουν φωνή γιατί δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, αφού η αλληλεγγύη τείνει πλέον να εκλείψει στις μέρες μας.

ΚΙ ΑΥΤΑ τα προβλήματα βέβαια είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Γιατί κανένα κόμμα, κανένας πολιτικός δεν τολμά να περιγράψει στους πολίτες την πραγματικότητα όπως είναι, αλλά όπως πιστεύουν ότι τους αρέσει να την ακούν... Γιατί είναι ανεκτό να λες για παράδειγμα ότι τα δημόσια οικονομικά έχουν εκτροχιαστεί, αλλά το τι συνεπάγεται αυτό, αναγκαστικά σχεδόν, για όλους μας, δεν θα το ακούσουμε. Ετσι πληρώσαμε την... ήπια προσαρμογή του Καραμανλή και σήμερα δεν ξέρουμε πόσες και ποιες τρύπες πρέπει να βουλώσουμε ακόμα. Ο Γ. Παπανδρέου με τις πρώτες κινήσεις του έδειξε ότι θέλει να ανοίξει κάποια μέτωπα. Ομως στην κατάσταση που βρισκόμαστε δεν αρκούν ούτε οι μισές αλήθειες ούτε οι μισές λύσεις... Αν πραγματικά θέλουν και μπορούν να βγούμε από τη μαύρη τρύπα όπου βρισκόμαστε, οφείλουν καθαρά και ξάστερα να πουν πού βρισκόμαστε, πού σκοπεύουν να μας πάνε και με ποιο κόστος. Γιατί τα μπαλώματα τα δοκιμάσαμε και τα απορρίψαμε...