Παύλος Σακκάς, αναπληρωτής καθηγητής και
πρόεδρος Συλλόγου ΔΕΠ Ιατρικής Αθηνών.
πρόεδρος Συλλόγου ΔΕΠ Ιατρικής Αθηνών.
Τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει ένας μεγάλος προβληματισμός σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο σχετικά με το μέλλον των πανεπιστημίων. Στη χώρα μας οι θεωρητικές συζητήσεις κατέληξαν σε πόλεμο, όταν η κυβερνώσα παράταξη, μαζί με άλλες φωνές που εκπηγάζουν από ιδεολογίες της ελεύθερης αγοράς, προσπάθησε να τροποποιήσει τη συνταγματική επιταγή, που δίδει την αποκλειστικότητα της Ανώτατης Εκπαίδευσης στο κράτος.
Εκτοτε οι αντιμαχόμενες παρατάξεις φωνάζουν συνθηματολογώντας, υπερασπιζόμενες «ιερά και όσια». Η μία το «δημόσιο» πανεπιστήμιο, το οποίο οφείλει να είναι δημόσιο αγαθό, διαθέσιμο σε όλους. Η άλλη υπερασπίζεται την ελευθερία της επιχειρηματικότητας, σε μια ανοικτή, πανευρωπαϊκή αγορά.
Οι υπερασπιστές του πανεπιστημίου μιλάνε για ένα ίδρυμα ανώτατης παιδείας. Ενα ίδρυμα που δεν παρέχει μόνο γνώσεις, αλλά επίσης, και κατά κύριο λόγο, διαμορφώνει προσωπικότητες. Οι απόφοιτοί του, με τις ανησυχίες τους και τον επιστημονικό τρόπο σκέψης που αποκτούν, είναι αυτοί που θα πάνε τον κόσμο μπροστά. Σε αυτούς στηρίζονται το μέλλον και η πρόοδος της κοινωνίας. Στο πανεπιστήμιο δεν καλλιεργείται μόνο η έρευνα, αλλά και η ελευθερία, η πολυφωνία των απόψεων και ο επαγωγικός τρόπος προσέγγισης της αλήθειας.
Γι΄ αυτόν άλλωστε τον λόγο το πανεπιστήμιο απολαμβάνει εξαιρετικά προνόμια από την κοινωνία μας. Περιβάλλεται από άσυλο, διαθέτει μεγάλου βαθμού αυτοτέλεια και τα μέλη του θεωρούνται δημόσιοι λειτουργοί, με ιδιαίτερη αυτονομία, λόγων και έργων.
Δυστυχώς όμως αυτές ακριβώς οι πολιτικές παρατάξεις που κόπτονται υπέρ του δημόσιου πανεπιστημίου στην πράξη θέλουν ένα εκπαιδευτικό, κρατικό ίδρυμα, με δημοσίους υπαλλήλους, το οποίο άκοπα να μοιράζει πτυχία. Πτυχία επομένως ονομαστικής και μόνο αξίας. Πτυχία που δυστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αδιάφορα για τη σύγχρονη αγορά εργασίας και οδηγούν τους πτυχιούχους σε μεγαλύτερα αδιέξοδα. Ολες αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, που ενισχύουν τις φοιτητικές απαιτήσεις για απόκτηση πτυχίου, χωρίς υποχρεωτικές παρουσίες, χωρίς προαπαιτούμενα μαθήματα, δηλαδή να μπορούν οι φοιτητές να δίνουν χειρουργική, χωρίς να έχουν προηγουμένως περάσει ανατομία, καθώς και άλλα «φοιτητικά» αιτήματα, οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι παίζουν ουσιαστικά το παιχνίδι των εχθρών του πραγματικού πανεπιστημίου.
Δεν αντιλαμβάνονται άραγε ότι με αυτόν τον τρόπο υποβαθμίζουν τη διδακτική διαδικασία και μετατρέπουν το πανεπιστήμιο σε κέντρο επαγγελματικής κατάρτισης. Δηλαδή απλά σε ένα εξεταστικό κέντρο πιστοποίησης γνώσεων. Εάν αυτό ζητούν από το δημόσιο πανεπιστήμιο, τότε ας μας πουν σε τι χρειάζονται το ακαδημαϊκό άσυλο και η αυτοτέλεια των πανεπιστημίων.
Γιατί αυτό ακριβώς υποστηρίζουν οι «νεωτεριστές», υποστηρικτές της ελεύθερης επιχειρηματικότητας. Διακηρύσσουν ότι το κλασικό πανεπιστήμιο έχει πεθάνει, έχει ξεπεραστεί από τις ανάγκες της σύγχρονης οικονομίας. Εκείνο που απαιτεί η σύγχρονη κοινωνία είναι επαγγελματική κατάρτιση. Δηλαδή απόκτηση δεξιοτήτων και γνώσεων που είναι απαραίτητες στην άσκηση συγκεκριμένου επαγγέλματος. Βέβαια είναι προφανές ότι μια τέτοια εκπαίδευση απαιτεί πολύ λιγότερο χρόνο από μια πανεπιστημιακή εμβάθυνση στο γενικότερο αντικείμενο μιας επιστήμης.
Και μπορεί πραγματικά οι υποστηρικτές της επαγγελματικής κατάρτισης να έχουν δίκαιο ότι η εμβάθυνση είναι περιττή για τους περισσότερους που πρόκειται να ασκήσουν ένα επάγγελμα. Ομως από εκείνους που θα εντρυφήσουν στη φιλοσοφία που κρύβει κάθε εργασία περιμένει ο κόσμος την εξέλιξη. Και τότε, στο νέο περιβάλλον, πολλοί από τους επαγγελματικά καταρτισμένους θα χρειαστούν επανεκπαίδευση, προκειμένου να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες εργασίας.
Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ πανεπιστημίου και Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ). Στη σύγχρονη κοινωνία πιστεύω ακράδαντα ότι υπάρχει χώρος και για τα δύο. Η ύπαρξη του ενός δεν είναι ανταγωνιστική με την ύπαρξη του άλλου, αλλά συμπληρωματική. Εκτός βέβαια αν το πανεπιστήμιο στην πράξη έχει καταντήσει ένα κακό δημόσιο ΚΕΚ και επομένως έχει κάθε λόγο να φοβάται τη συνύπαρξη με άλλα ιδιωτικά ΚΕΚ, τα οποία προφανώς μπορεί να είναι και αποτελεσματικότερα από αυτό.
Εκτοτε οι αντιμαχόμενες παρατάξεις φωνάζουν συνθηματολογώντας, υπερασπιζόμενες «ιερά και όσια». Η μία το «δημόσιο» πανεπιστήμιο, το οποίο οφείλει να είναι δημόσιο αγαθό, διαθέσιμο σε όλους. Η άλλη υπερασπίζεται την ελευθερία της επιχειρηματικότητας, σε μια ανοικτή, πανευρωπαϊκή αγορά.
Οι υπερασπιστές του πανεπιστημίου μιλάνε για ένα ίδρυμα ανώτατης παιδείας. Ενα ίδρυμα που δεν παρέχει μόνο γνώσεις, αλλά επίσης, και κατά κύριο λόγο, διαμορφώνει προσωπικότητες. Οι απόφοιτοί του, με τις ανησυχίες τους και τον επιστημονικό τρόπο σκέψης που αποκτούν, είναι αυτοί που θα πάνε τον κόσμο μπροστά. Σε αυτούς στηρίζονται το μέλλον και η πρόοδος της κοινωνίας. Στο πανεπιστήμιο δεν καλλιεργείται μόνο η έρευνα, αλλά και η ελευθερία, η πολυφωνία των απόψεων και ο επαγωγικός τρόπος προσέγγισης της αλήθειας.
Γι΄ αυτόν άλλωστε τον λόγο το πανεπιστήμιο απολαμβάνει εξαιρετικά προνόμια από την κοινωνία μας. Περιβάλλεται από άσυλο, διαθέτει μεγάλου βαθμού αυτοτέλεια και τα μέλη του θεωρούνται δημόσιοι λειτουργοί, με ιδιαίτερη αυτονομία, λόγων και έργων.
Δυστυχώς όμως αυτές ακριβώς οι πολιτικές παρατάξεις που κόπτονται υπέρ του δημόσιου πανεπιστημίου στην πράξη θέλουν ένα εκπαιδευτικό, κρατικό ίδρυμα, με δημοσίους υπαλλήλους, το οποίο άκοπα να μοιράζει πτυχία. Πτυχία επομένως ονομαστικής και μόνο αξίας. Πτυχία που δυστυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αδιάφορα για τη σύγχρονη αγορά εργασίας και οδηγούν τους πτυχιούχους σε μεγαλύτερα αδιέξοδα. Ολες αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, που ενισχύουν τις φοιτητικές απαιτήσεις για απόκτηση πτυχίου, χωρίς υποχρεωτικές παρουσίες, χωρίς προαπαιτούμενα μαθήματα, δηλαδή να μπορούν οι φοιτητές να δίνουν χειρουργική, χωρίς να έχουν προηγουμένως περάσει ανατομία, καθώς και άλλα «φοιτητικά» αιτήματα, οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι παίζουν ουσιαστικά το παιχνίδι των εχθρών του πραγματικού πανεπιστημίου.
Δεν αντιλαμβάνονται άραγε ότι με αυτόν τον τρόπο υποβαθμίζουν τη διδακτική διαδικασία και μετατρέπουν το πανεπιστήμιο σε κέντρο επαγγελματικής κατάρτισης. Δηλαδή απλά σε ένα εξεταστικό κέντρο πιστοποίησης γνώσεων. Εάν αυτό ζητούν από το δημόσιο πανεπιστήμιο, τότε ας μας πουν σε τι χρειάζονται το ακαδημαϊκό άσυλο και η αυτοτέλεια των πανεπιστημίων.
Γιατί αυτό ακριβώς υποστηρίζουν οι «νεωτεριστές», υποστηρικτές της ελεύθερης επιχειρηματικότητας. Διακηρύσσουν ότι το κλασικό πανεπιστήμιο έχει πεθάνει, έχει ξεπεραστεί από τις ανάγκες της σύγχρονης οικονομίας. Εκείνο που απαιτεί η σύγχρονη κοινωνία είναι επαγγελματική κατάρτιση. Δηλαδή απόκτηση δεξιοτήτων και γνώσεων που είναι απαραίτητες στην άσκηση συγκεκριμένου επαγγέλματος. Βέβαια είναι προφανές ότι μια τέτοια εκπαίδευση απαιτεί πολύ λιγότερο χρόνο από μια πανεπιστημιακή εμβάθυνση στο γενικότερο αντικείμενο μιας επιστήμης.
Και μπορεί πραγματικά οι υποστηρικτές της επαγγελματικής κατάρτισης να έχουν δίκαιο ότι η εμβάθυνση είναι περιττή για τους περισσότερους που πρόκειται να ασκήσουν ένα επάγγελμα. Ομως από εκείνους που θα εντρυφήσουν στη φιλοσοφία που κρύβει κάθε εργασία περιμένει ο κόσμος την εξέλιξη. Και τότε, στο νέο περιβάλλον, πολλοί από τους επαγγελματικά καταρτισμένους θα χρειαστούν επανεκπαίδευση, προκειμένου να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες εργασίας.
Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ πανεπιστημίου και Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΚΕΚ). Στη σύγχρονη κοινωνία πιστεύω ακράδαντα ότι υπάρχει χώρος και για τα δύο. Η ύπαρξη του ενός δεν είναι ανταγωνιστική με την ύπαρξη του άλλου, αλλά συμπληρωματική. Εκτός βέβαια αν το πανεπιστήμιο στην πράξη έχει καταντήσει ένα κακό δημόσιο ΚΕΚ και επομένως έχει κάθε λόγο να φοβάται τη συνύπαρξη με άλλα ιδιωτικά ΚΕΚ, τα οποία προφανώς μπορεί να είναι και αποτελεσματικότερα από αυτό.