12 November 2008

Με την αξία του...

του Σ.Φρ.

Όταν ο εισηγητής Γιάννης Καλαπόδης μπήκε τρέχοντας, ακριβώς στις 11.30, στο γραφείο του προϊσταμένου του Πέτρου Μώρου, για να του παραδώσει την αναλογιστική μελέτη που είχε ζητήσει ο προϊστάμενος υπερεπειγόντως, βρέθηκε μπροστά στο σύμπλεγμα του Μώρου με τη γραμματέα του κ. Ευγενία Χρυσομάλλη που φιλιόντουσαν περιπαθώς. Μόλις αντιλήφθηκαν οι δύο ότι ο Καλαπόδης είχε μπει στο γραφείο, απομακρύνθηκαν αμοιβαία, χωρίς να δείξουν κάποια ταραχή. Η Ευγενία έστρωσε τα μαλλιά της, έγλειψε τα χείλη της για να γυαλίσουν και βγήκε έξω αμίλητη, περνώντας δίπλα από τον εισηγητή.

Ο Μώρος έστρωσε το σακάκι του, πήρε τον φάκελο από τα χέρια του Καλαπόδη και είπε με ήρεμη φωνή: «Ευχαριστώ Γιάννη, εκτιμώ πολύ την εργατικότητα και την αφοσίωσή σου στη δουλειά μας». Ο Καλαπόδης έκανε μια ελαφρά υπόκλιση, έστριψε επί τόπου και βγήκε από το γραφείο, χωρίς να απαντήσει οτιδήποτε ή να κοιταχτεί με τον προϊστάμενο.

Όταν ξανακάθισε στο γραφείο του, τον ρώτησε ο διπλανός: «Τι έγινε με τον Μώρο;»

Για μια στιγμή σκέφτηκε ο Καλαπόδης να διηγηθεί τι ακριβώς είδε στο γραφείο, τα αγχωμένα φιλιά του προϊσταμένου με τη γραμματέα, την απότομη κίνηση αποκόλλησης του συμπλέγματος, κάποια αγωνία στο βλέμμα, ίσως κάποια αγκομαχητά (θα έβαζε και λίγη σάλτσα!), σίγουρα θα ήταν το κουτσομπολιό του μήνα στην επιχείρηση. Ο Μώρος ήταν παντρεμένος με 3 παιδιά και η Ευγενία νιόπαντρη για δεύτερη φορά. Ο πρώτος γάμος της κράτησε με το ζόρι ένα χρόνο, ο δεύτερος ήταν ακόμα στο δεύτερο μήνα. Τελικά απάντησε ο Καλαπόδης αδιάφορα: «Τι θες να γίνει, του έδωσα τη μελέτη. Ήταν πολύ απασχολημένος.»

Ο Καλαπόδης ήταν ο νεότερος από τους εισηγητές σε ένα μεγάλο τμήμα της ασφαλιστικής εταιρίας, στην οποία, καθένας που είχε αποκτήσει κάποιο κύρος, ξεθύμαινε τα άγχη και τις δυσάρεστες εργασίες του στους αμέσως κατώτερούς του. «Δεν έχετε αντίρρηση κ. Καλαπόδη, ε;», «Δεν θα είναι δύσκολο για σένα Γιαννάκη, τι λες;», «Δεν είναι ακριβώς η δουλειά ενός Οικονομολόγου με μεταπτυχιακό, αλλά το χρειαζόμαστε Γιάννη γρήγορα!», «Να μου το πείτε κ. Καλαπόδη, αν σας παραφορτώνω πολλά, αλλά είστε ο μόνος που εμπιστεύομαι!» - τα ίδια που άκουγαν διαρκώς και όλοι οι άλλοι στην κατώτερη βαθμίδα του εισηγητή.


Κανείς δεν τολμούσε να πει ότι έχει αντίρρηση, ότι τον φόρτωσαν ο προϊστάμενος ή οι 3-4 αναπληρωτές του ή κάποιος παλαιότερος συνάδελφος –παλιοσειρά που δεν πήρε ποτέ προαγωγή–
ότι δεν προσλήφθηκε για να κάνει δουλειά στο φωτοτυπικό μηχάνημα, ότι δεν δίνει δεκάρα για την εμπιστοσύνη τους κ.ο.κ. Ήξερε ο Γιάννης Καλαπόδης ότι μπορούσε να αρνηθεί τη μία ή την άλλη δουλειά, αλλά προτιμούσε να αποκτήσει τη φήμη του πρόθυμου και απαραίτητου. Έξω περίμεναν 5-10 άνεργοι για να πάρουν αμέσως τη θέση του, χωρίς καμιά ένσταση για τον όγκο ή το είδος της δουλειάς.

Πίσω από το γραφείο βούλιαζε ο Γιάννης καθημερινά όλο και βαθύτερα σε ένα βουνό από φακέλους, χαρτιά, βιβλία, φωτοτυπίες, φαξ και έντυπα. Σήμερα όμως έπρεπε να παραδώσει την αναλογιστική μελέτη που του ζήτησε ο Μώρος ακριβώς στις 11.30, γιατί στις 11.45 θα ξεκίναγε η συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας και ο προϊστάμενός του ήταν ο κύριος εισηγητής. Εν γνώσει αυτού, άφησε ο Καλαπόδης όλες τις άλλες δουλειές και ασχολήθηκε μόνο με τη συγκεκριμένη αναλογιστική μελέτη.

Παίρνοντας ο Γιάννης τον επόμενο φάκελο από την κορυφή μιας στοίβας στο γραφείο του, κοίταξε αφηρημένα στο βάθος και απέναντί του φάνηκε στην ανοικτή πόρτα του γραφείου της η γραμματέας Ευγενία. Μετρίου αναστήματος, 35-άρα, όμορφη στο πρόσωπο, μάλλον λεπτή με «πιασήματα», με ένα εφαρμοστό φόρεμα που τόνιζε τα προσόντα της και ένα κυματιστό μαλλί, καστανό προς ξανθό, μέχρι τους ώμους. Λέγανε ότι είχε στενές γνωριμίες με αρκετούς μεγαλόσχημους στην εταιρία, από τον προϊστάμενο και πάνω, αλλά πιθανόν να ήταν αυτά μόνο φθονερά κουτσομπολιά από τις ασχημούλες του γραφείου. Πάντως ο Γιάννης είχε προσωπική γνώση για μια συγκεκριμένη σχέση της κυρίας, από κει και πέρα τι τον ένοιαζε; Του φάνηκε κάποια στιγμή ότι τον κοίταξε η Ευγενία και, πριν του γυρίσει την πλάτη, του χαμογέλασε ανεπαίσθητα.

Οι συνάδελφοί του, μόνο μερικούς μήνες ή και λίγα χρόνια παλαιότεροι στη δουλειά, τον έβλεπαν κάπως αφ’ υψηλού, τον θεωρούσαν σπασίκλα, ο οποίος σε όλη του τη ζωή θα τρέχει να προλάβει την επόμενη διορία, την επόμενη συνεδρίαση, κολλημένος στις φτέρνες του αφεντικού που περπατάει και δίνει εντολές, με χαρτιά να του ξεφεύγουν από τους φακέλους και να δημιουργούν απ’ όπου πέρναγε ένα χάρτινο χαλί. Κάποια στιγμή του είπε ο παραδιπλανός ότι κανείς δεν ανέβηκε στην ιεραρχία μουτζουρώνοντας χαρτιά με ό,τι του δώσουν οι άλλοι, αλλά υποβάλλοντας μελετημένα σχέδια για την ανάπτυξη της εταιρίας, για διεύρυνση του πελατολογίου της, για αύξηση του τζίρου και των κερδών της, ώστε να φιλοτιμηθεί κάποιος «μεγάλος» να τον πάρει συνεργάτη του, σύμβουλό του και αργότερα να τον κάνει προϊστάμενο, να φύγει επιτέλους από την πολυκοσμία του απέραντου γραφείου εισηγητών.

Ο Γιάννης τα άκουγε αυτά μάλλον αδιάφορα, τα ήξερε όμως κιόλας, γιατί τα συζήταγαν στο πανεπιστήμιο κάθε μέρα, πώς θα ξεφύγουν από την προοπτική των 7ΟΟ € στον επαγγελματικό τους βίο. Ο ίδιος προτιμούσε το δρόμο της διεκπεραίωσης και της ικανοποιητικής απόδοσης και, πού ξέρεις, η τύχη παραμονεύει εκεί που δεν το περιμένεις.

Την άλλη μέρα το πρωί έφτασε σε όλο το προσωπικό μια εγκύκλιος του προϊσταμένου, στην οποία εκθειαζόταν πόσο τεκμηριωμένη ήταν η αναλογιστική μελέτη του κ. Γιάννη Καλαπόδη που θα αποτελέσει οδηγό για τα επόμενα βήματα στην ανάπτυξη της εταιρίας...

Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας έφερε η Ευγενία και άφησε στο γραφείο του Γιάννη την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, σύμφωνα με την οποία ο κ. Γιάννης Καλαπόδης αναλαμβάνει προσωπικός σύμβουλος του προϊσταμένου και στο εξής θα πάρει θέση στο γραφείο του προθάλαμου του κ. Μώρου.

Με την αξία του!
(Stelios Frangopoulos, Στέλιος Φραγκόπουλος)