ΓΕΜΑΤΑ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ, ΠΡΟΣΜΟΝΕΣ, ΕΝΟΧΕΣ, ΜΟΝΑΞΙΑ
της Ισμήνης
7. Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΩΝ ΕΟΡΤΩΝ
Όλοι περιμένουμε τις γιορτές Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά σαν θείο δώρο. Εκτός από την ξεκούραση που μας προσφέρουν –άδεια από το γραφείο, πιο αργοί ρυθμοί, ώρες κοντά στην οικογένεια, εορταστικά τραπέζια, γαργαλιστικές μυρωδιές από μελομακάρονα και κουραμπιέδες, βόλτες ανέμελες στα μαγαζιά με τα παιδιά , μπήκε και το καρουζέλ στη ζωή μας και μικροί μεγάλοι καβαλάνε τα αλογάκια και κάνουνε γύρους. Το καλύτερο όμως δώρο είναι ο 13ος μισθός και ας γκρινιάζουν οι περισσότεροι ότι δεν φτάνει να καλύψει τις έκτακτες εορταστικές ανάγκες.
Υπάρχει όμως μία κατηγορία ανθρώπων που βλέπουν με τρόμο να πλησιάζουν αυτές οι ημέρες. Είναι οι μοναχικοί άνθρωποι, οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που ελάχιστοι από εμάς τους σκεφθήκαμε, γιατί όλοι πιστεύουμε ότι κάποιοι άλλοι θα τους σκεφθούν. Μόλις μπει ο Δεκέμβριος καρφώνουν τα μάτια στο ημερολόγιο ευχόμενοι να κολλήσουν οι ημέρες και οι αριθμοί, να μην φτάσει η 25η Δεκεμβρίου.
Μία φορά θυμάμαι σε ένα έρανο του Ερυθρού Σταυρού, χτυπήσαμε την πόρτα διαμερίσματος σε μια πολυκατοικία, η κυρία που μας άνοιξε μας έβαλε μέσα, μας κέρασε και μας παρακάλεσε να καθίσουμε λιγάκι να μας μιλήσει γιατί είχε να μιλήσει με άνθρωπο και να ακούσει φωνή τουλάχιστον 3 ημέρες. Η εικόνα αυτή έχει χαραχθεί στο μυαλό μου και πάντα μου έρχεται πολύ έντονη αυτές τις άγιες τούτες ημέρες.
Οι περισσότεροι από αυτούς περιμένουνε μήπως και κανένας μακρινός ανιψιός τους θυμηθεί και τους καλέσει στο σπίτι για το Χριστουγεννιάτικο ή το Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Τυλιγμένοι με την μάλλινη καρό ρόμπα και τους «μπαμπάδες» στα πόδια, κατσούφηδες, γκρινιάζουν συνέχεια και τα βάζουν με όλους και με όλα. Την ακρίβεια, το πετρέλαιο, την πολιτική, την αντιπολίτευση και συνήθως αποκαλούνε παλιόγερους τους συνομήλικους τους.
Ένας θείος πρώην στρατηγός, καθόταν στην πολυθρόνα και αντί για ρόμπα φορούσε την στρατιωτική του χλαίνη, απομεινάρι από τον πόλεμο του 1940. Ένας άλλος θείος όποτε ερχόταν για τραπέζι, τα έβαζε με τους παλιοκουμμουνιστές που θέλουνε να καταστρέψανε τον κόσμο -χουντικός ο θείος- και συνέχεια τσακωνόταν με όποιον είχε αντίθετη γνώμη.
Το κάλεσμα λοιπόν γίνεται επιλεκτικά, διότι αν ο θείος ή η θεία, λόγω ηλικίας και λόγω χαρακτήρα, ανήκουν στην κατηγορία «κακότροπος» ή «στριμμένος», τότε ξέχασε το κάλεσμα, θα χαλάσουν τη διάθεση και φυσικά οι υπόλοιποι καλεσμένοι δεν είναι υποχρεωμένοι να τους ανεχθούν. Άσε θα τους καλέσουν μια άλλη φορά, να είναι μόνοι τους.
Θα μου πείτε που είναι τα παιδιά αυτών των ανθρώπων; Είναι δυνατόν τα παιδιά να μην τους έχουν κοντά τους; Κάποιοι ίσως δεν έχουν παιδιά, άλλων τα παιδιά ζουν και έχουν κάνει οικογένεια σε άλλη χώρα μακρινή, οπότε δεν είναι και εύκολο να είναι πάντα κοντά στους γονείς, άσε πού υπάρχουν και οι γονείς από το άλλο μέρος, οπότε έχουν και αυτοί το γιορτινό μερίδιό τους.
Πόσες φορές όμως το ζευγάρι δεν θα επιθύμησε να μείνει στο σπίτι του, στέλνοντας μια καλή δικαιολογία στους γονείς από τα 2 μέρη ότι έχουν υποχρεώσεις και δεν θα φύγουν από το σπίτι τους; Όσοι είναι δε εντελώς μόνοι, έχοντας χάσει τον/την σύντροφο τους, γι’ αυτούς είναι ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα. Είχα μία θεία που είχε χάσει τον άντρα της, χωρίς παιδιά. Κανείς από τα ανίψια δεν την καλούσε στο σπίτι, γιατί όσες φορές το είχαμε τολμήσει συνέχεια μας μίλαγε για την καλή καρδιά και τα προτερήματα του μακαρίτη, τον οποίον σημειωτέον εν ζωή ούτε τον υπολόγιζε, τον είχε του κλότσου και του μπάτσου. Τον αγάπησε, όμως, μόλις πέθανε και θεώρησε υποχρέωση της για να σβήσει τις τύψεις της να τον αναφέρει συνέχεια. Οπότε καταλαβαίνετε την διάθεση των συνδαιτυμόνων και ακόμα χειρότερα αν ήτανε Χριστουγεννιάτικο ή Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι.
Πήγατε καμιά φορά στα συσσίτια του Δήμου τέτοιες ημέρες; Μπροστά στα μάτια μας περνάει με ένα πιάτο στο χέρι, όλη η μοναξιά και η ένδεια κάποιων ανθρώπων. Μερικούς από αυτούς τους προσπερνάμε στο δρόμο -γιατί είναι ευπρεπώς ντυμένοι και καθαροί- αλλά δεν φαντασθήκαμε ποτέ ότι τρέφονται στα κοινά συσσίτια!
Ίσως σας στεναχώρησα σήμερα με αυτά που γράφω , αλλά είναι και η άλλη πλευρά των γιορτινών, λαμπερών και κεφάτων ημερών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς! Θυμάμαι μια γελοιογραφία του Αρχέλαου, αν δεν κάνω λάθος, από ένα παλιό περιοδικό τον «ΘΗΣΑΥΡΟ»: Ένας καλοντυμένος και ευτραφής κύριος γύρναγε στο σπίτι του φορτωμένος τσάντες και διχτάκια, γεμάτα τρόφιμα και δώρα (τότε δεν κυκλοφορούσαν νάιλον σακούλες). Σταματάει μπροστά σε έναν ζητιάνο ρακένδυτο, με απλωμένο χέρι για ελεημοσύνη, και του λέει: «Καλέ μου άνθρωπε δεν μπορώ να σου δώσω κάτι, βλέπεις έχω τα χέρια μου φορτωμένα και δεν μπορώ να τα βάλω στην τσέπη να βρω λεφτά»!
Καλή Πρωτοχρονιά σας εύχομαι και ευτυχισμένο το 2008.
.
Υπάρχει όμως μία κατηγορία ανθρώπων που βλέπουν με τρόμο να πλησιάζουν αυτές οι ημέρες. Είναι οι μοναχικοί άνθρωποι, οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που ελάχιστοι από εμάς τους σκεφθήκαμε, γιατί όλοι πιστεύουμε ότι κάποιοι άλλοι θα τους σκεφθούν. Μόλις μπει ο Δεκέμβριος καρφώνουν τα μάτια στο ημερολόγιο ευχόμενοι να κολλήσουν οι ημέρες και οι αριθμοί, να μην φτάσει η 25η Δεκεμβρίου.
Μία φορά θυμάμαι σε ένα έρανο του Ερυθρού Σταυρού, χτυπήσαμε την πόρτα διαμερίσματος σε μια πολυκατοικία, η κυρία που μας άνοιξε μας έβαλε μέσα, μας κέρασε και μας παρακάλεσε να καθίσουμε λιγάκι να μας μιλήσει γιατί είχε να μιλήσει με άνθρωπο και να ακούσει φωνή τουλάχιστον 3 ημέρες. Η εικόνα αυτή έχει χαραχθεί στο μυαλό μου και πάντα μου έρχεται πολύ έντονη αυτές τις άγιες τούτες ημέρες.
Οι περισσότεροι από αυτούς περιμένουνε μήπως και κανένας μακρινός ανιψιός τους θυμηθεί και τους καλέσει στο σπίτι για το Χριστουγεννιάτικο ή το Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Τυλιγμένοι με την μάλλινη καρό ρόμπα και τους «μπαμπάδες» στα πόδια, κατσούφηδες, γκρινιάζουν συνέχεια και τα βάζουν με όλους και με όλα. Την ακρίβεια, το πετρέλαιο, την πολιτική, την αντιπολίτευση και συνήθως αποκαλούνε παλιόγερους τους συνομήλικους τους.
Ένας θείος πρώην στρατηγός, καθόταν στην πολυθρόνα και αντί για ρόμπα φορούσε την στρατιωτική του χλαίνη, απομεινάρι από τον πόλεμο του 1940. Ένας άλλος θείος όποτε ερχόταν για τραπέζι, τα έβαζε με τους παλιοκουμμουνιστές που θέλουνε να καταστρέψανε τον κόσμο -χουντικός ο θείος- και συνέχεια τσακωνόταν με όποιον είχε αντίθετη γνώμη.
Το κάλεσμα λοιπόν γίνεται επιλεκτικά, διότι αν ο θείος ή η θεία, λόγω ηλικίας και λόγω χαρακτήρα, ανήκουν στην κατηγορία «κακότροπος» ή «στριμμένος», τότε ξέχασε το κάλεσμα, θα χαλάσουν τη διάθεση και φυσικά οι υπόλοιποι καλεσμένοι δεν είναι υποχρεωμένοι να τους ανεχθούν. Άσε θα τους καλέσουν μια άλλη φορά, να είναι μόνοι τους.
Θα μου πείτε που είναι τα παιδιά αυτών των ανθρώπων; Είναι δυνατόν τα παιδιά να μην τους έχουν κοντά τους; Κάποιοι ίσως δεν έχουν παιδιά, άλλων τα παιδιά ζουν και έχουν κάνει οικογένεια σε άλλη χώρα μακρινή, οπότε δεν είναι και εύκολο να είναι πάντα κοντά στους γονείς, άσε πού υπάρχουν και οι γονείς από το άλλο μέρος, οπότε έχουν και αυτοί το γιορτινό μερίδιό τους.
Πόσες φορές όμως το ζευγάρι δεν θα επιθύμησε να μείνει στο σπίτι του, στέλνοντας μια καλή δικαιολογία στους γονείς από τα 2 μέρη ότι έχουν υποχρεώσεις και δεν θα φύγουν από το σπίτι τους; Όσοι είναι δε εντελώς μόνοι, έχοντας χάσει τον/την σύντροφο τους, γι’ αυτούς είναι ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα. Είχα μία θεία που είχε χάσει τον άντρα της, χωρίς παιδιά. Κανείς από τα ανίψια δεν την καλούσε στο σπίτι, γιατί όσες φορές το είχαμε τολμήσει συνέχεια μας μίλαγε για την καλή καρδιά και τα προτερήματα του μακαρίτη, τον οποίον σημειωτέον εν ζωή ούτε τον υπολόγιζε, τον είχε του κλότσου και του μπάτσου. Τον αγάπησε, όμως, μόλις πέθανε και θεώρησε υποχρέωση της για να σβήσει τις τύψεις της να τον αναφέρει συνέχεια. Οπότε καταλαβαίνετε την διάθεση των συνδαιτυμόνων και ακόμα χειρότερα αν ήτανε Χριστουγεννιάτικο ή Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι.
Πήγατε καμιά φορά στα συσσίτια του Δήμου τέτοιες ημέρες; Μπροστά στα μάτια μας περνάει με ένα πιάτο στο χέρι, όλη η μοναξιά και η ένδεια κάποιων ανθρώπων. Μερικούς από αυτούς τους προσπερνάμε στο δρόμο -γιατί είναι ευπρεπώς ντυμένοι και καθαροί- αλλά δεν φαντασθήκαμε ποτέ ότι τρέφονται στα κοινά συσσίτια!
Ίσως σας στεναχώρησα σήμερα με αυτά που γράφω , αλλά είναι και η άλλη πλευρά των γιορτινών, λαμπερών και κεφάτων ημερών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς! Θυμάμαι μια γελοιογραφία του Αρχέλαου, αν δεν κάνω λάθος, από ένα παλιό περιοδικό τον «ΘΗΣΑΥΡΟ»: Ένας καλοντυμένος και ευτραφής κύριος γύρναγε στο σπίτι του φορτωμένος τσάντες και διχτάκια, γεμάτα τρόφιμα και δώρα (τότε δεν κυκλοφορούσαν νάιλον σακούλες). Σταματάει μπροστά σε έναν ζητιάνο ρακένδυτο, με απλωμένο χέρι για ελεημοσύνη, και του λέει: «Καλέ μου άνθρωπε δεν μπορώ να σου δώσω κάτι, βλέπεις έχω τα χέρια μου φορτωμένα και δεν μπορώ να τα βάλω στην τσέπη να βρω λεφτά»!
Καλή Πρωτοχρονιά σας εύχομαι και ευτυχισμένο το 2008.
.