16 July 2009

Perjalanan 22

H ζούγκλα του Usung Kulon III







Το εστιατόριο είναι ανοικτό από τη μία πλευρά του προς τη θάλασσα και το μόνο πράγμα που κρύβει κάπως τη θέα της, είναι ένας ιδιότυπος μπερντές. Αποτελείται από κατακόρυφες σειρές από καλογυαλισμένες καρύδες, περασμένες σε σχοινιά, όπως οι χάντρες κομπολογιού, οι οποίες κρέμονται από την οροφή. Δεν έχει πολύ κόσμο. Βρήκαμε καθισμένες δυο-τρείς παρέες ηλικιωμένων Ολλανδών τουριστών. Σε λίγο ήρθε να μας εξυπηρετήση μία γκαρσόνα και δύο βοηθοί. Δεν έχω σημειώσει τι φάγαμε, παρά μόνο τη μπύρα. Φαίνεται ότι η δίψα ήταν τόσο έντονη, που κυριάρχησε σε εκείνο το σκηνικό των συναισθημάτων.Εχω όμως καταγράψει κάτι, που μας έκανε και άλλη φορά εντύπωση. Πάντοτε έρχονταν πολλοί μαζί να σε εξυπηρετήσουν στα εστιατόρια. Ενας έφερνε τον κατάλογο, άλλος τα μαχαιροπήρουνα, άλλος έπαιρνε την παραγγελία και πολλοί μαζί έφερναν τους, συνήθως περισσότερους, δίσκους με το φαγητό. Μήπως το κράτος υποχρεώνει τα εστιατόρια να παίρνουν περισσότερους υπαλλήλους, έστω με μειωμένο μισθό, για να λιγοστέψη η ανεργία ; μήπως είναι μερικοί από αυτούς μαθητευόμενοι τουριστικών επαγγελμάτων ; η απορία μας έμεινε αναπάντητη όπως και για πολλά άλλα σ' αυτό το ταξίδι...

Γυρίσαμε νωρίς στην καλύβα μας, για να σηκωθούμε πολύ πρωί την άλλη μέρα, ξεκινώντας ένα άγνωστο και ίσως πραγματικά επικίνδυνο ταξίδι. Στο δρόμο μας για την κατοικία με σκουντάει ξαφνικά ο Γιάννης.

  • Κοίτα! Τι ήταν αυτό;
  • Δεν πρόλαβα να δω.
  • Κάτι σαν ποντίκι αλλά χωρίς ουρά πέρασε σχεδόν αστραπιαία και χάθηκε κάτω από την βεράντα εκείνης της καλύβας, μου λέει, δείχνοντας με το χέρι του.
  • Μήπως είναι ιδέα σου;
Δεν περίμενα την απάντηση. Εβγαλα το φακό, από το μικρό σακκίδιο που είχα μαζί μου, προχώρησα προς τη βεράντα, έσκυψα και φώτισα το σημείο, που μου υπέδειξε ο Γιάννης και τί είδα νομίζετε έναν... κάβουρα!
  • Γι'αυτόν όλη η φασαρία ; είπα γελώντας
  • Δεν μπορεί, κάνεις λάθος Θύμιο, αυτό που είδα έτρεξε με μεγάλη ταχύτητα.
Δεν προλαβαίνω να διαμαρτυρηθώ, γιατί ο κάβουρας βγαίνει από την κρυψώνα του και άρχιζει να τρέχη με δαιμονισμένη ταχύτητα σαν τηλεχειριζόμενο μηχανικό παιχνιδάκι προς την θάλασσα. Ακολουθώντας τον, ανακαλύπτουμε κάποια στιγμή ότι ολόκληρο κομμάτι της παραλίας "σηκώνεται" και αρχίζει να τρέχη με την ίδια τρελή ταχύτητα. Δεν είναι άλλο, από ένα ολόκληρο λαό από αυτά τα καβούρια της παραλίας της Carita, τα οποία, κατά τα άλλα, πηγαίνουν σαν όλους τους κάβουρες πλαγίως...

Τέτοια καβούρια δεν ξανασυναντήσαμε σε κανένα άλλο μέρος της τρελής πορείας μας.

Μόλις έχουμε φθάσει στην καλύβα μας και ετοιμαζόμαστε να στρώσουμε για ύπνο. Θαυμάζοντας την περίτεχνη πολυνησιακή στέγη από μπαμπού, επάνω σε ένα δοκάρι που την στηρίζει, σαν να πήρε το μάτι μου, κάτι που κινήθηκε. Πηγαίνοντας σε μία ευνοϊκότερη θέση, βλέπω ένα κεφαλάκι σαν τον αντίχειρα μου, με δύο γυαλιστερά, σχετικώς μεγάλα μαύρα μάτια να με κοιτάη. Πάγωσα! Χωρίς αμφιβολία μία κόμπρα, σκέφθηκα. Ο Γιάννης με βλέπει, που έχω μείνει άφωνος και με ρωτάει:

  • Συμβαίνει τίποτα Θύμιο;
  • Τίποτα, κάτι παρατηρώ, του λέω όσο μπορώ πιό αδιάφορα...
Δεν ήθελα να του δημιουργήσω πανικό, προτού βεβαιωνόμουνα, ότι πράγματι ήταν το περίφημο "φίδι με τις διόπτρες", το οποίο εξαπόστειλε στην αιωνιότητα την Κλεοπάτρα και απαλλάσει των δεινών της ζωής τους χιλιάδες Ινδούς κάθε χρόνο. Πάντως φίδι ήτανε! Το αμυγδαλόσχημο κεφαλάκι με έκανε να το κατατάξω στην οικογένεια των κολουβριδών (όπως και η κόμπρα) και ήξερα ότι τα μισά από αυτά είναι δηλητηριώδη με νευροτοξικό δηλητήριο.

Στη συνέχεια, προσπαθώντας να μην κάνω καμία απότομη κίνηση, όχι από φόβο μήπως μου επιτεθή, αλλά για να μην κρυφθή, πριν προλάβω να διαπιστώσω, τι είναι, ανεβαίνω στο κρεββάτι, για να δω καλύτερα. Φαίνεται, στο δευτερόλεπτο που χρειάσθηκε να κοιτάξω, πού θα πατήσω, ξέφυγαν τα μάτια μου απ' αυτό και το κεφαλάκι έγινε άφαντο. Αναγκάζομαι τώρα πλέον να πω στο Γιάννη, τι συνέβη, αν και δεν του μιλώ για κόμπρα. Του λέω απλώς, πως έχω υποψίες, ότι είδα κάποιο φίδι...

Ξέρω, ότι δεν θα υπήρχε περίπτωση να κοιμηθή κανείς μας ε
κείνη τη νύχτα, αν λίγο αργότερα δεν βλέπαμε σε πολλές μεριές της καλύβας, πλήθος από μεγαλούτσικες σαλαμάνδρες να γυρνούν επάνω στους τοίχους και να καταβροχθίζουν κάθε έντομο που συναντούν. Έχουν ακριβώς αυτά τα κεφαλάκια, που είχα δει, τα οποία μοιάζουν πράγματι περισσότερο με φιδίσια παρά με κεφάλια σαύρας. Έχουν και μία περίεργη φωνή, που μοιάζει κάτι σαν κελάηδημα πουλιού ή περισσότερο σαν ήχος ηλεκτρονικού παιχνιδιού. Έτσι ησυχάσαμε κάπως από την ιδέα του φιδιού, αλλά αμέσως μετά βλέπουμε, σχεδόν συγχρόνως , έναν αρκετά μεγάλο πόντικα να περπατάη με άνεση, κοιτάζοντας πότε-πότε προς το μέρος μας, επάνω σε ένα οριζόντιο δοκάρι της σκεπής, να πηδάη στο τελείωμα του τοίχου, να περνάη από το χάσμα μεταξύ στέγης και τοίχου και να χάνεται στο πίσω μέρος του κτίσματος.

  • Ωραία κατάσταση, λέω και σε λίγο προσθέτω: Γιάννη δεν ξέρω τι θα κάνης εσύ, αλλά εγώ δεν κοιμάμαι στο κρεββάτι.
  • Και πού θα κοιμηθής ;
  • Θα κοιμηθώ στην αιώρα μου. Δεν διαβλέπω κανένα κίνδυνο, αλλά ξέρω ότι αλλιώς δεν πρόκειται να κλείσω μάτι.
Έτσι βγάζω την αιώρα από το σακίδιο και την δένω στις δύο άκρες της, με δύο σχοινιά που είχα μαζί μου για γενική χρήση, από δύο δοκάρια που στηρίζουν την οροφή. Μόλις ανεβαίνω όμως επάνω, για να τη δοκιμάσω, ακούγεται ένα κράααχ και... παραλίγο να πέση η στέγη στα κεφάλια μας. Ευτυχώς δεν είχα πέσει με όλο το βάρος επάνω της. Δεν φανταζόμουνα, ότι ολόκληρα δοκάρια θα ήταν τόσο πρόχειρα δεμένα, ώστε να μην δέχονται καθόλου οριζόντιες δυνάμεις.

Κατόπιν τούτου, ο Γιάννης παραιτήθηκε, από του να κάνη το ίδιο, ενώ εγώ βρήκα έναν ασφαλέστερο τρόπο και στήριξα την αιώρα. Παρ' όλα αυτά, έλαβα και πρόσθετα μέτρα ασφαλείας, τα οποία ίσως χαρακτηρισθούν υπερβολικά ή ακόμη και γελοία. Πρέπει να λάβη κανείς υπ' όψη του ότι το ταξίδι αυτό, το είχαμε αναλάβει να το εκτελέσουμε σαν επιστημονική αποστολή και επομένως χρησιμοποιούσαμε όλες τις διαθέσιμες γνώσεις και μέσα. Για να αποκλείσω να περάσουν ανεπιθύμητα έντομα όπως κατσαρίδες, σκορπιοί κλπ. από τα σημεία προσδέσεως προς την αιώρα, τρύπησα δύο κομμάτια χαρτόνι, τα οποία ψέκασα προηγουμένως με εντομοκτόνο (baygon) και πέρασα το καθένα από αυτά στα σκοινιά, πριν τα δέσω, ώστε να φράζεται ο δρόμος προς τον κοιμώμενο και από τις δύο πλευρές. Κάτω στο πάτωμα βάλαμε δύο "φιδάκια" (spiramat) να καίνε, για τα κουνούπια και πέρα από αυτά τυλίχτηκα και με την κουνουπιέρα μου σαν μεταξοσκώληκας. Αντιθέτως ο Γιάννης, αρκέστηκε να χρησιμοποιήση μόνο το κρεββάτι του και την κουνουπιέρα του. Έτσι μας πήρε ο ύπνος.