Μια μητέρα, αλλά και γιαγιά, κάνει απολογισμό...
Πελούσα Τσαντάκη: Μεγάλωνα τις κούκλες μου στο κουκλόσπιτό τους
«Ήμουνα 24 χρονών όταν έγινα για πρώτη φορά μαμά. Και μάλιστα μόνη, με την καινούργια μου οικογένεια, στην Αθήνα, αφήνοντας πίσω, στη γενέτειρα μου Θεσσαλονίκη, τα αδέρφια μου, τους γονείς μου, τις φίλες μου. Μόνη, εργαζόμενη, με ένα μωρό και φυσικά τον άνδρα μου, γιατρό, αναισθησιολόγο, με δεύτερο σπίτι του, το χειρουργείο. Σε περίπου τρία χρόνια, μεγαλώσαμε σαν οικογένεια και αποκτήσαμε και τη δεύτερή μας κόρη.
Αυτά τα λίγα σαν βιογραφικό. Εγώ μεγάλωσα με τρία αδέρφια σε αυστηρό περιβάλλον, χαρακτηριστικό της εποχής. Αυτό σημάδεψε την ύπαρξη μου. Σήμερα, τα παιδιά μου με κατηγορούν (το καθένα για διαφορετικούς λόγους και με άλλα λόγια) γιατί δεν τους έμαθα τι σημαίνει πειθαρχία από την υπερβολική αγάπη που τους έδειχνα όλο το εικοσιτετράωρο, για τα «όχι» που δεν είπα ποτέ, για τις ώρες που ήμουνα συνεχώς μαζί τους, αλλά και τις μέρες που επέστρεφα στις 10.45 το βράδυ, εξουθενωμένη από τη δουλειά μου, για την υπερπροστασία που τους παρείχα, για τα μαθήματα ζωής κυρίως, να μάθουν σαν κορίτσια να είναι αυτάρκη, να μην εξαρτώνται από κανέναν, να μην περιμένουν τον πρίγκιπα με το λευκό άλογο…
Λέγαμε και παραμύθια. Πολλά παραμύθια. Ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά. Και ταξιδεύαμε. Με τη φαντασία μας, με το αυτοκίνητο τα καλοκαίρια στην Ευρώπη, με το αεροπλάνο για να συναντήσουμε τον «μπαμπά» στην Αγγλία ή στην Γερμανία, όταν η ιατρική τον απασχολούσε για μεγάλα χρονικά διαστήματα εκεί, περνούσαμε καλά. Βλέπω τώρα τις φωτογραφίες των κοριτσιών από εκείνες τις εποχές και εύχομαι να μην είχαν τελειώσει ποτέ εκείνα τα χρόνια.
Χρόνια με λάθη και ενοχές. Χρόνια δύσκολα. Αλλά εγώ νόμιζα ότι μεγάλωνα τις κούκλες μου στο κουκλόσπιτό τους. Οτι όλη μου η ζωή ήταν ένα παραμύθι. Αν μετανιώνω σήμερα για κάτι, είναι για την αυστηρότητα που δεν έδειξα όταν έπρεπε, γιατί ξέχασα τα δικά μου θέλω, ίσως να έχασα και κάποιους ανθρώπους στην πορεία, γιατί αφοσιώθηκα 100% στην οικογένειά μου. Και στα διαλείμματα στην καριέρα μου. Κι αυτό ακόμη μπορεί να χρεωθεί στα μείον. Δεν μετανιώνω σίγουρα για την υπερβολική μου αγάπη, κι ας έλεγαν τότε, στην εποχή μου, «παιδιά είναι, θα βρουν τον δρόμο τους».
Και τώρα, ως σύγχρονη γιαγιά πλέον, δύο ακόμη κοριτσιών, ξαναζώ την ίδια ιστορία, με άλλα μάτια, πιο υγρά, πιο ανήσυχα και πιο ανέμελα μαζί. Γιατί ξέρω το πριν και το μετά. Και όταν η εγγονή μου, η μεγάλη, η συνονόματή μου, μου λέει στα 5 της χρόνια, «5O φορές θα μου το λες γιαγιά κι εγώ δεν θα σε ακούω», χαίρομαι γιατί ξέρω ότι κάνει την επανάστασή της. Από νωρίς. Και ανυπομονεί ήδη να ανοίξει φτερά. «Να δω ποτέ θα πάω στο δικό μου σπίτι, να κάνω ό, τι θέλω και όχι ό, τι μου λένε». Αλλά και στα παραμύθια μας ακόμη, οι μικρές μου τώρα, θέλουν να ακούν τις ιστορίες με διαφορετικό τέλος. Και τώρα «παίζουν» και πρίγκιπες στις ιστορίες μας. Σε μαύρο άλογο.
Αυτά τα λίγα σαν βιογραφικό. Εγώ μεγάλωσα με τρία αδέρφια σε αυστηρό περιβάλλον, χαρακτηριστικό της εποχής. Αυτό σημάδεψε την ύπαρξη μου. Σήμερα, τα παιδιά μου με κατηγορούν (το καθένα για διαφορετικούς λόγους και με άλλα λόγια) γιατί δεν τους έμαθα τι σημαίνει πειθαρχία από την υπερβολική αγάπη που τους έδειχνα όλο το εικοσιτετράωρο, για τα «όχι» που δεν είπα ποτέ, για τις ώρες που ήμουνα συνεχώς μαζί τους, αλλά και τις μέρες που επέστρεφα στις 10.45 το βράδυ, εξουθενωμένη από τη δουλειά μου, για την υπερπροστασία που τους παρείχα, για τα μαθήματα ζωής κυρίως, να μάθουν σαν κορίτσια να είναι αυτάρκη, να μην εξαρτώνται από κανέναν, να μην περιμένουν τον πρίγκιπα με το λευκό άλογο…
Λέγαμε και παραμύθια. Πολλά παραμύθια. Ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά. Και ταξιδεύαμε. Με τη φαντασία μας, με το αυτοκίνητο τα καλοκαίρια στην Ευρώπη, με το αεροπλάνο για να συναντήσουμε τον «μπαμπά» στην Αγγλία ή στην Γερμανία, όταν η ιατρική τον απασχολούσε για μεγάλα χρονικά διαστήματα εκεί, περνούσαμε καλά. Βλέπω τώρα τις φωτογραφίες των κοριτσιών από εκείνες τις εποχές και εύχομαι να μην είχαν τελειώσει ποτέ εκείνα τα χρόνια.
Χρόνια με λάθη και ενοχές. Χρόνια δύσκολα. Αλλά εγώ νόμιζα ότι μεγάλωνα τις κούκλες μου στο κουκλόσπιτό τους. Οτι όλη μου η ζωή ήταν ένα παραμύθι. Αν μετανιώνω σήμερα για κάτι, είναι για την αυστηρότητα που δεν έδειξα όταν έπρεπε, γιατί ξέχασα τα δικά μου θέλω, ίσως να έχασα και κάποιους ανθρώπους στην πορεία, γιατί αφοσιώθηκα 100% στην οικογένειά μου. Και στα διαλείμματα στην καριέρα μου. Κι αυτό ακόμη μπορεί να χρεωθεί στα μείον. Δεν μετανιώνω σίγουρα για την υπερβολική μου αγάπη, κι ας έλεγαν τότε, στην εποχή μου, «παιδιά είναι, θα βρουν τον δρόμο τους».
Και τώρα, ως σύγχρονη γιαγιά πλέον, δύο ακόμη κοριτσιών, ξαναζώ την ίδια ιστορία, με άλλα μάτια, πιο υγρά, πιο ανήσυχα και πιο ανέμελα μαζί. Γιατί ξέρω το πριν και το μετά. Και όταν η εγγονή μου, η μεγάλη, η συνονόματή μου, μου λέει στα 5 της χρόνια, «5O φορές θα μου το λες γιαγιά κι εγώ δεν θα σε ακούω», χαίρομαι γιατί ξέρω ότι κάνει την επανάστασή της. Από νωρίς. Και ανυπομονεί ήδη να ανοίξει φτερά. «Να δω ποτέ θα πάω στο δικό μου σπίτι, να κάνω ό, τι θέλω και όχι ό, τι μου λένε». Αλλά και στα παραμύθια μας ακόμη, οι μικρές μου τώρα, θέλουν να ακούν τις ιστορίες με διαφορετικό τέλος. Και τώρα «παίζουν» και πρίγκιπες στις ιστορίες μας. Σε μαύρο άλογο.
(Καθημερινή, 17/1/2009)