06 April 2009

Η άβολη σχέση θρησκείας και επιστήμης

(του Πασχου Μανδραβελη, Καθημερινή, 15/2/2009)

Στη Βρετανία ο θρησκευτικός πόλεμος πήρε μια νέα μορφή. Στη διαφημιστική καμπάνια των άθεων με το σλόγκαν «Ο Θεός πιθανότατα δεν υπάρχει, γι’ αυτό σταματήστε να στενοχωριέστε και χαρείτε τη ζωή σας», απαντούν μια σειρά θρησκευτικών οργανώσεων με τα αντίθετα συνθήματα. Η Trinitarian Bible Society βάζει αφίσες με σλόγκαν «Ο ανόητος βαθιά μέσα του έχει πειστεί ότι δεν υπάρχει Θεός». Το Χριστιανικό Κόμμα Αγγλίας απαντά με το «Υπάρχει σίγουρα Θεός. Γι’ αυτό, γίνε μέλος του Χριστιανικού Κόμματος και απόλαυσε τη ζωή σου», ενώ μια άλλη ομάδα πολιτών ετοιμάζεται με το σύνθημα «Υπάρχει Θεός. Μη στενοχωριέσαι. Απόλαυσε τη ζωή σου».

Αυτός ο πόλεμος της αφίσας, βέβαια, είναι προτιμότερος από τις σφαγές προτεσταντών και καθολικών που επί αιώνες σημάδεψαν τη Βρετανία, αλλά έχει ένα στοιχείο που πρέπει να προσέξουμε. Τη σιγουριά του δόγματος και την αμφιβολία των άθεων. Οι δεύτεροι λένε ότι «πιθανότατα» ο Θεός δεν υπάρχει. Οι πρώτοι -αν και δεν ξέρουμε τον βαθμό σιγουριάς τους- δεν μπορούν να εκφράσουν αντιρρήσεις. Σε ένα θρησκευτικό δόγμα η πίστη ή θα είναι απόλυτη ή δεν θα υπάρχει.

Το δόγμα είναι μια αυτοαποδεικνυόμενη θεωρία και η δύναμή του είναι αφενός η άρνηση της αμφιβολίας και αφετέρου η κατήχηση του απόλυτου. Δεν είναι τυχαίο ότι τέσσερις από τις δέκα εντολές του Μωυσή δεν αναφέρονται στη συμβίωση των ανθρώπων, αλλά στην ενίσχυση του δόγματος: «1. Εγώ ειμί ο Κύριος ο Θεός σου, όστις εξήγαγόν σε εξ οίκου δουλείας, ουκ έσονταί σοι Θεοί έτεροι πλην εμού. 2. Ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον, ουδέ παντός ομοίωμα όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γη κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υπό κάτω της γης, ου προσκυνήσεις αυτοίς ουδέ μη λατρεύσεις αυτοίς. 3. Ου λήψει το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω. 4. Μνήσθητι την ημέραν του Σαββάτου αγιάζειν αυτήν, εξ ημέρας εργά και ποιήσεις πάντα τα έργα σου, τη δε εβδόμη Σάββατα Κυρίω τω Θεώ σου».

Εκεί βρίσκεται η διαφορά των επιστημονικών με τις θρησκευτικές θεωρίες. Η επιστήμη είναι αμφιβολία και διαψευσιμότητα. Η θρησκεία είναι πίστη και απόλυτη αλήθεια. Στο θρησκευτικό οικοδόμημα δεν υπάρχει κανένα φαινόμενο που να διαψεύδει τον πυρήνα της θεωρίας. Αν όμως δούμε ένα αντικείμενο να ανεβαίνει αντί να πέφτει, ο Νεύτωνας και η θεωρία της βαρύτητας πάνε στα σκουπίδια της επιστήμης.

Αυτή η θεμελιακή διαφορά έκανε πάντα στη Δύση άβολη τη σχέση θρησκείας και επιστήμης. Ενα διάστημα ήταν και αιματηρή. Η πολιτική ισχύς της Καθολικής Εκκλησίας εμπόδισε επί μακρόν την ανάπτυξη της γνώσης. Ο Γαλιλαίος σύρθηκε στην Ιερά Εξέταση διότι το ηλιοκεντρι
κό σύστημα έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την Παλαιά Διαθήκη σύμφωνα με την οποία ο Ιησούς του Ναυή διέταξε τον ήλιο να σταματήσει και όχι τη γη. Ο Κάρολος Δαρβίνος έκρυψε χρόνια το θεμελιώδες σύγγραμμά του «Η Καταγωγή των Ειδών» ακριβώς επειδή φοβόταν την ισχύ της εκκλησίας. Εκκλησιαστικοί παράγοντες επιχείρησαν ακόμη και να σταματήσουν την αποκρυπτογράφηση των ιερογλυφικών διότι υπήρχε η πιθανότητα να αποκαλυφθεί ότι ο κόσμος είναι παλιότερος από 4.800 χρόνια, όπως προκύπτει από την Αγία Γραφή.

Αυτή η άβολη σχέση διευθετήθηκε με ένα άρρητο ιστορικό συμβιβασμό. Τον διαχωρισμό των ρόλων. Οι μεν δεν θα καίνε τους δε στην πυρά και οι δεύτεροι δεν θα παρενοχλούν πολύ τους πρώτους σε ό,τι αφορά τα βασικά δόγματα. Ο Θεός, έτσι κι αλλιώς, είναι εκτός και των ορίων της επιστήμης, οπότε η ενασχόληση των επιστημόνων με το θεϊκό, εκτός από επικίνδυνη, είναι και άγονη. Από την άλλη όλοι ευεργετούνταν από την πρόοδο της επιστήμης και το τίμημα της ελευθερίας των επιστημόνων ήταν πολύ μικρό σε σχέση με τα οφέλη.

Αυτός ο ιστορικός συμβιβασμός διερράγη στις αρχές του 21ου αιώνα εξαιτίας της 11ης Σεπτεμβρίου (όπου πολλοί είδαν ότι η πίστη σε απόλυτα δόγματα μπορεί να οδηγήσει κάποιους στην απόλυτη φρίκη), αλλά και στην άνοδο της θρησκευτικής δεξιάς στις ΗΠΑ. Ο φράχτης που χώριζε την εκκλησία με το εργαστήριο άρχισε να καταρρέει μόλις η θρησκευτική δεξιά διά του Τζορτζ Μπους και των νεοσυντηρητικών πήρε την εξουσία. Πρώτον απαγορεύτηκε η χρηματοδότηση της έρευνας σε βλαστικά κύτταρα (παρ’ όλο που η πρόοδος εκεί μπορεί να σώσει πολλές ζωές) και δεύτερον επιχειρείται ακόμη με πολιτικά μέσα να βαπτισθεί ο «ευφυής σχεδιασμός» ως αντίπαλη θεωρία της «εξέλιξης» του Δαρβίνου. Ο «ευφυής σχεδιασμός» είναι μια πιο επεξεργασμένη εκδοχή του «δημιουργισμού», αλλά κουβαλά το αμάρτημα όλων των δογμάτων: δεν μπορεί να διαψευσθεί.

Το «κριτήριο της διαψευσιμότητας», που εισήγαγε ο Καρλ Πόπερ, είναι μια ασφαλής μέθοδος για να ξεχωρίσουμε την επιστήμη από την μεταφυσική. Επιστημονικός είναι κάθε ισχυρισμός, για τον οποίο υπάρχει μέθοδος που να τον διαψεύδει. Οταν, για παράδειγμα, ρωτήθηκε ο βιολόγος J.B.S. Haldane τι είδους αποδείξεις χρειάζεται για να πάψει να ισχύει η θεωρία της εξέλιξης αυτός απάντησε αμέσως: «να βρεθούν απολιθώματα κουνελιών στην προκάμβριο περίοδο». Για τον πιστό του «δημιουργισμού» δεν υπάρχει κάτι που να διαψεύσει την θεωρία του. Ολα είναι «θέλημα του δημιουργού» και επομένως ακόμη κι αν «βρεθούν απολιθώματα κουνελιών στην προκάμβριο» δεν διαψεύδεται η θεωρία. Και τα κουνέλια εκείνης της περιόδου «θέλημα του δημιουργού» είναι. Επομένως ο ισχυρισμός κατατάσσεται στη μεταφυσική. Δεν είναι κακός και δεν είναι ψευδής· απλώς δεν είναι επιστημονικός.

Η επιχείρηση των νεοσυντηρητικών να εντάξουν με πολιτικά μέσα ένα μεταφυσικό δόγμα στην καρδιά της επιστημονικής έρευνας ήταν μια ακόμη αφορμή για τη διάρρηξη του ιστορικού συμβιβασμού. Πολλοί πείσθηκαν ότι ένα δόγμα -οποιοδήποτε δόγμα- αν αποκτήσει τα μέσα ή πολιτική ισχύ στην καλύτερη περίπτωση δεν θα σεβαστεί τον χώρο του άλλου, και στη χειρότερη θα στέλνει αεροπλάνα να σκάνε στους πύργους των «άπιστων». Και όχι επειδή οι δογματικοί είναι κακοί άνθρωποι. Οι περισσότεροι πιστοί είναι καλοί καγαθοί. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι η ανθρώπινη συμβίωση προϋποθέτει αυτό το «πιθανότατα», την αμφιβολία. Αν κάποιος πεισθεί για το ιερό και συνεπώς αναλλοίωτο των ισχυρισμών του, τότε στο μυαλό κάποιων -έστω ελάχιστων- το δόγμα απέχει από τον εξτρεμισμό μόνο μερικές αράδες σαν το «Σκοτώστε εκείνους που συνδέουν άλλους θεούς με τον Θεό, όπου τους βρείτε» (Κοράνι» IX. 5-6) ή το «θέλεις λιθοβολήσει αυτόν με λίθους, ώστε να αποθάνη» (Δευτερονόμιον 13:11).