(του Παντελη Μπουκαλα, Καθημερινή, 25/1/2009)
Δεκάδες νόθα κείμενα κληρονομήσαμε από την αρχαιότητα και πολύ περισσότερες κίβδηλες παραγράφους, έντεχνα ενσωματωμένες σε συγγράμματα αυθεντικά κατά τα λοιπά. Κάποια σκοπιμότητα υπήρχε πάντοτε πίσω από την παραχάραξη, σκοπιμότητα είτε ενός προσώπου είτε μιας πόλης ολόκληρης. Κάποιος μέτριος λογογράφος δανειζόταν ένα σπουδαίο όνομα για να καλύψει τις φιλοδοξίες του κάτω από τη φήμη του «κεκυρωμένου», κάποια πόλη που επιθυμούσε να αυξήσει το γόητρό της τρύπωνε στην «Ιλιάδα» και στον «Κατάλογο των πλοίων» και πολλαπλασίαζε τα καράβια της που, φορτωμένα αρματωμένους, εκστράτευσαν στην Τροία.
Ισως οι ηθικά και πολιτισμικά βιαιότερες παραχαράξεις κειμένων είναι όσες έγιναν για να υπηρετήσουν θρησκείες. Ακόμα και στις «Ιερές Γραφές», λοιπόν, έγιναν δόλιες προσθήκες ώστε το νόημά τους να προσαρμοστεί αναδρομικά στις «νέες διαθήκες» (τα περί επιφοιτήσεως δεν τα έπαιρναν σοβαρά οι ίδιοι εκείνοι που τα κήρυσσαν). Από την εμβριθή εισαγωγή του Αlfred Rahlfs στην επίσημη έκδοση της Παλαιάς Διαθήκης (Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1981, με πρόλογο του νυν Αλβανίας και τότε Ανδρούσης Αναστασίου), όχι από κάποιο περιθωριακό αντιχριστιανικό φυλλάδιο δηλαδή, πληροφορούμαστε για δύο προσθήκες που εισήγαγαν οι πρώτοι χριστιανοί στη μετάφραση των Εβδομήκοντα και οι οποίες επικρίθηκαν από τους Εβραίους:
Αν αυτή ήταν η μοίρα των «ιερών κειμένων» ή όσων αφορούσαν πρόσωπα λατρευόμενα ως ιερά, μπορούμε να υποθέσουμε πόσο πιο λυμένα ήταν τα χέρια των κιβδηλοποιών όταν είχαν να κάνουν με γεννήματα του ανθρώπινου νου. Γενιές και γενιές γραμματικών (τους φανταζόμαστε με τους οβελούς τους στο χέρι) έσπασαν το κεφάλι τους πάνω από παπύρους και περγαμηνές αναζητώντας τη φιλολογική, λογοτεχνική και ιστορική αλήθεια, όση ήταν εφικτό να βρεθεί πάνω σε παλίμψηστα όπου, εκτός από το χρόνο και το σαράκι, είχαν δράσει λαθραία και χέρια ιδιοτελή.
Διάφορα κείμενα, λοιπόν, λογοτεχνήματα, ιστοριογραφήματα, φιλολογικά μελετήματα κ.τ.λ., αποδόθηκαν σε συγγραφείς–φαντάσματα, σε κάποιον ψευδο-Ξενοφώντα λόγου χάρη, παραδείγματι, κάποιον ψευδο-Πλούταρχο, ψευδο-Καλλισθένη ή ψευδο-Λογγίνο. Όσο θυμάμαι, ωστόσο, ψευδο-Ισοκράτης δεν είχε υπάρξει κι έπρεπε να περιμένει τα δικά μας χρόνια για να γεννηθεί. Μιλώ εδώ για ένα κειμενίδιο που αφού πρώτα κυκλοφόρησε στο Διαδίκτυο σαν λόγος του Ισοκράτη, στις 10 Δεκεμβρίου 2008, στην κορύφωση των διαδηλώσεων, κάλυπτε ολόκληρη την πρώτη σελίδα του «Ελεύθερου Τύπου». Παλιά είναι βέβαια η συνήθεια να κόβουμε (και το «πετσοκόβουμε» ταιριαστό ακούγεται εδώ) τα αρχαιοελληνικά κείμενα σε «ρητά» και να τα καδράρουμε στους τοίχους με παιδαγωγική (ή παιδονομική) πρόθεση, φρόνιμο είναι πάντως να ελέγχουμε τη γνησιότητά τους, ώστε να μην εκτεθούμε αν προκύψουν τίποτε αποκαλυπτήρια.
Τα λόγια, λοιπόν, που με πρωτοσέλιδο στόμφο αποδόθηκαν στον Ισοκράτη, ώστε να αποκτήσουν κύρος και υψηλή διδακτική αξία, δεν τα είπε ποτέ του ο Αθηναίος ρήτορας, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, στον σχεδόν έναν αιώνα του βίου του, πριν πεθάνει από θεληματική ασιτία, πρόλαβε ν’ αλλάξει πολλά πολιτικά στρατόπεδα. Με το ζόρι, λοιπόν, τον έβαλαν να κηρύξει τα εξής: «Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται, διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία». Μάλιστα!
Κάποιοι, θέλοντας να επιτεθούν στους εξεγερμένους εκείνες τις μέρες νέους και να τους καταγγείλουν σαν «καταχραστές», «αυθάδεις», «παράνομους» και «αναιδείς», σκέφτηκαν να φορτώσουν σε κάποιον αρχαίο τις δικές τους θέσεις. Αλλά τα αποκαλυπτήρια δεν άργησαν. Στο Διαδίκτυο πρώτα κι ύστερα σε εφημερίδες, δημοσιεύτηκαν κείμενα που αποδείκνυαν ότι ο Ισοκράτης, στον «Αρεοπαγιτικό» του, όχι απλώς δεν έλεγε όσα του έβαλαν στο στόμα οι αρχαιόφιλοι «παραχαράκτες», αλλά υποστήριζε τα εντελώς αντίθετα. Για τον Σόλωνα και τον Κλεισθένη μιλάει εκεί ο ρήτορας και τονίζει ότι οι δύο πατέρες της δημοκρατίας εγκατέστησαν πολίτευμα που όχι μόνο «ΔΕΝ προετοίμαζε τους πολίτες ώστε να θεωρούν την ακολασία δημοκρατία, την αθυροστομία ισότητα δικαιωμάτων ούτε, τέλος, την εξουσία να τα κάνουν όλα αυτά ευδαιμονία» αλλά, επιπλέον, «παρέδιδε στο μίσος και στην τιμωρία τους ανθρώπους αυτού του είδους», κι έτσι κατόρθωσε «να κάμει όλους τους πολίτες καλύτερους και φρονιμότερους» (μτφρ. Α.Μ. Γεωργαντοπούλου, «Βιβλιοθήκη Αρχαίων Συγγραφέων», εκδ. Ζαχαρόπουλος).
Όσο κι αν ψάξει κανείς στο αρχαίο κείμενο, ρήση περί «αυτοκαταστροφής της δημοκρατίας» δεν θα βρει πουθενά, απλώς κάποιοι εξαναγκάζουν τους αρχαίους, που αδυνατούν να υπερασπίσουν τον εαυτό τους, να πουν αυτό που οι ίδιοι οι «αρχαιολάτρες» θέλουν ν’ ακούσουν, αυτό που βολεύει τα αντιδραστικά ιδεολογήματά τους.
Είχα πιστέψει ότι από τη στιγμή που έγινε διαδικτυακώς και δημοσιογραφικώς γνωστή η ύπουλη διαστρέβλωση του Ισοκράτη, το μέγα «εύρημα» θα ενταφιαζόταν άρον άρον. Λάθεψα. Στις 4 Ιανουαρίου 2009, στη στήλη του στο «Βήμα της Κυριακής», ο δημοσιογράφος και πρώην ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Γιάννης Μαρίνος «έσπευσε να επαναλάβει τις επικαιροποιηθείσες διαπιστώσεις που αποδίδονται στον μεγάλο αυτόν υμνητή της αρχαίας Αθηναϊκής Δημοκρατίας, τον Ισοκράτη», όπως γράφει, και να παραθέσει αμέσως έπειτα τον κατά «Ελεύθερο Τύπο» ισοκράτειο «λόγο», παρότι είχε ήδη αποκαλυφθεί κίβδηλος.
Κατόπιν αυτού, ας θεωρήσουμε βέβαιο ότι το κατασκευασμένο «ρητό» θα «επικαιροποιηθεί» αμέτρητες φορές ακόμα, όπως γίνεται άλλωστε και με τις ανθελληνικές δηλώσεις του Χένρι Κίνινγκερ που ουδέποτε έγιναν ή με το μύθο ότι «η ελληνική δεν έγινε για μία μόλις ψήφο δεύτερη επίσημη γλώσσα των νεοσύστατων Ηνωμένων Πολιτειών». Η παιδική ανάγκη για παραμύθια δύσκολα ξεπερνιέται.
Ισως οι ηθικά και πολιτισμικά βιαιότερες παραχαράξεις κειμένων είναι όσες έγιναν για να υπηρετήσουν θρησκείες. Ακόμα και στις «Ιερές Γραφές», λοιπόν, έγιναν δόλιες προσθήκες ώστε το νόημά τους να προσαρμοστεί αναδρομικά στις «νέες διαθήκες» (τα περί επιφοιτήσεως δεν τα έπαιρναν σοβαρά οι ίδιοι εκείνοι που τα κήρυσσαν). Από την εμβριθή εισαγωγή του Αlfred Rahlfs στην επίσημη έκδοση της Παλαιάς Διαθήκης (Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1981, με πρόλογο του νυν Αλβανίας και τότε Ανδρούσης Αναστασίου), όχι από κάποιο περιθωριακό αντιχριστιανικό φυλλάδιο δηλαδή, πληροφορούμαστε για δύο προσθήκες που εισήγαγαν οι πρώτοι χριστιανοί στη μετάφραση των Εβδομήκοντα και οι οποίες επικρίθηκαν από τους Εβραίους:
- Στον «Ησαΐα» (7, 14) πρόσθεσαν την κρίσιμη λέξη «παρθένος» στη φράση «ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ», ώστε κάποια αλήθεια να εξοικονομηθεί για κείνο το γνωστό «ίνα πληρωθή το ρηθέν».
- Στους «Ψαλμούς» πάλι (96, 10), στη φράση «ο Κύριος εβασίλευσεν, αγαλλιάσθω η γη, ευφρανθήτωσαν νήσοι πολλαί» προστέθηκε το «από ξύλου» μετά το «εβασίλευσεν», ώστε ο αναδρομικώς εμπλουτισμένος λόγος να ακουστεί σαν προφητεία της Σταύρωσης.
Αν αυτή ήταν η μοίρα των «ιερών κειμένων» ή όσων αφορούσαν πρόσωπα λατρευόμενα ως ιερά, μπορούμε να υποθέσουμε πόσο πιο λυμένα ήταν τα χέρια των κιβδηλοποιών όταν είχαν να κάνουν με γεννήματα του ανθρώπινου νου. Γενιές και γενιές γραμματικών (τους φανταζόμαστε με τους οβελούς τους στο χέρι) έσπασαν το κεφάλι τους πάνω από παπύρους και περγαμηνές αναζητώντας τη φιλολογική, λογοτεχνική και ιστορική αλήθεια, όση ήταν εφικτό να βρεθεί πάνω σε παλίμψηστα όπου, εκτός από το χρόνο και το σαράκι, είχαν δράσει λαθραία και χέρια ιδιοτελή.
Διάφορα κείμενα, λοιπόν, λογοτεχνήματα, ιστοριογραφήματα, φιλολογικά μελετήματα κ.τ.λ., αποδόθηκαν σε συγγραφείς–φαντάσματα, σε κάποιον ψευδο-Ξενοφώντα λόγου χάρη, παραδείγματι, κάποιον ψευδο-Πλούταρχο, ψευδο-Καλλισθένη ή ψευδο-Λογγίνο. Όσο θυμάμαι, ωστόσο, ψευδο-Ισοκράτης δεν είχε υπάρξει κι έπρεπε να περιμένει τα δικά μας χρόνια για να γεννηθεί. Μιλώ εδώ για ένα κειμενίδιο που αφού πρώτα κυκλοφόρησε στο Διαδίκτυο σαν λόγος του Ισοκράτη, στις 10 Δεκεμβρίου 2008, στην κορύφωση των διαδηλώσεων, κάλυπτε ολόκληρη την πρώτη σελίδα του «Ελεύθερου Τύπου». Παλιά είναι βέβαια η συνήθεια να κόβουμε (και το «πετσοκόβουμε» ταιριαστό ακούγεται εδώ) τα αρχαιοελληνικά κείμενα σε «ρητά» και να τα καδράρουμε στους τοίχους με παιδαγωγική (ή παιδονομική) πρόθεση, φρόνιμο είναι πάντως να ελέγχουμε τη γνησιότητά τους, ώστε να μην εκτεθούμε αν προκύψουν τίποτε αποκαλυπτήρια.
Τα λόγια, λοιπόν, που με πρωτοσέλιδο στόμφο αποδόθηκαν στον Ισοκράτη, ώστε να αποκτήσουν κύρος και υψηλή διδακτική αξία, δεν τα είπε ποτέ του ο Αθηναίος ρήτορας, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, στον σχεδόν έναν αιώνα του βίου του, πριν πεθάνει από θεληματική ασιτία, πρόλαβε ν’ αλλάξει πολλά πολιτικά στρατόπεδα. Με το ζόρι, λοιπόν, τον έβαλαν να κηρύξει τα εξής: «Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται, διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία». Μάλιστα!
Κάποιοι, θέλοντας να επιτεθούν στους εξεγερμένους εκείνες τις μέρες νέους και να τους καταγγείλουν σαν «καταχραστές», «αυθάδεις», «παράνομους» και «αναιδείς», σκέφτηκαν να φορτώσουν σε κάποιον αρχαίο τις δικές τους θέσεις. Αλλά τα αποκαλυπτήρια δεν άργησαν. Στο Διαδίκτυο πρώτα κι ύστερα σε εφημερίδες, δημοσιεύτηκαν κείμενα που αποδείκνυαν ότι ο Ισοκράτης, στον «Αρεοπαγιτικό» του, όχι απλώς δεν έλεγε όσα του έβαλαν στο στόμα οι αρχαιόφιλοι «παραχαράκτες», αλλά υποστήριζε τα εντελώς αντίθετα. Για τον Σόλωνα και τον Κλεισθένη μιλάει εκεί ο ρήτορας και τονίζει ότι οι δύο πατέρες της δημοκρατίας εγκατέστησαν πολίτευμα που όχι μόνο «ΔΕΝ προετοίμαζε τους πολίτες ώστε να θεωρούν την ακολασία δημοκρατία, την αθυροστομία ισότητα δικαιωμάτων ούτε, τέλος, την εξουσία να τα κάνουν όλα αυτά ευδαιμονία» αλλά, επιπλέον, «παρέδιδε στο μίσος και στην τιμωρία τους ανθρώπους αυτού του είδους», κι έτσι κατόρθωσε «να κάμει όλους τους πολίτες καλύτερους και φρονιμότερους» (μτφρ. Α.Μ. Γεωργαντοπούλου, «Βιβλιοθήκη Αρχαίων Συγγραφέων», εκδ. Ζαχαρόπουλος).
Όσο κι αν ψάξει κανείς στο αρχαίο κείμενο, ρήση περί «αυτοκαταστροφής της δημοκρατίας» δεν θα βρει πουθενά, απλώς κάποιοι εξαναγκάζουν τους αρχαίους, που αδυνατούν να υπερασπίσουν τον εαυτό τους, να πουν αυτό που οι ίδιοι οι «αρχαιολάτρες» θέλουν ν’ ακούσουν, αυτό που βολεύει τα αντιδραστικά ιδεολογήματά τους.
Είχα πιστέψει ότι από τη στιγμή που έγινε διαδικτυακώς και δημοσιογραφικώς γνωστή η ύπουλη διαστρέβλωση του Ισοκράτη, το μέγα «εύρημα» θα ενταφιαζόταν άρον άρον. Λάθεψα. Στις 4 Ιανουαρίου 2009, στη στήλη του στο «Βήμα της Κυριακής», ο δημοσιογράφος και πρώην ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Γιάννης Μαρίνος «έσπευσε να επαναλάβει τις επικαιροποιηθείσες διαπιστώσεις που αποδίδονται στον μεγάλο αυτόν υμνητή της αρχαίας Αθηναϊκής Δημοκρατίας, τον Ισοκράτη», όπως γράφει, και να παραθέσει αμέσως έπειτα τον κατά «Ελεύθερο Τύπο» ισοκράτειο «λόγο», παρότι είχε ήδη αποκαλυφθεί κίβδηλος.
Κατόπιν αυτού, ας θεωρήσουμε βέβαιο ότι το κατασκευασμένο «ρητό» θα «επικαιροποιηθεί» αμέτρητες φορές ακόμα, όπως γίνεται άλλωστε και με τις ανθελληνικές δηλώσεις του Χένρι Κίνινγκερ που ουδέποτε έγιναν ή με το μύθο ότι «η ελληνική δεν έγινε για μία μόλις ψήφο δεύτερη επίσημη γλώσσα των νεοσύστατων Ηνωμένων Πολιτειών». Η παιδική ανάγκη για παραμύθια δύσκολα ξεπερνιέται.
Σε παλαιότερη ανάρτηση είχαμε αναφερθεί στην εκπληκτική ομοιότητα του πολύ μεταγενέστερου Ιησού με τον Ώρο της αιγυπτιακής θρησκείας. Τώρα βλέπουμε άλλη μια φορά ότι και οι "προφητείες" για τον αναμενόμενο Μεσσία είναι πλαστές... Ένας ιδρυτής θρησκείας, υιός θεού κατά δήλωσή του, ο οποίος πιθανότατα δεν υπήρξε ποτέ, με ένα βιογραφικό αντιγραμμένο από άλλους "θεούς" εκείνης της εποχής και με πρακτικές που γνωρίζουμε διαχρονικά, ακόμα κι από μάγους και προφήτες της σημερινής εποχής... Και όλα αυτά, για να επιβληθεί στο εκτεταμένο ρωμαϊκό κράτος η μοναρχία και μονοθεΐα των μισθοφόρων του στρατού...