27 March 2009

Perjalanan 8




Ο κόσμος των Orang Hutan







Τώρα πια το τοπίο αρχίζει να γίνεται αγριώτερο. Τα γνωστά δένδρα των φυτειών έχουν αντικατασταθή από γιγάντια άγνωστά μας δέντρα του τροπικού δάσους. Οι κορμοί των κληματίδων, με διάμετρο όσο ο καρπός ενός αντρικού χεριού, θυμίζουν τα σχοινιά του Ταρζάν. Άλλοι λείοι, άλλοι περιεστραμένοι και πλεγμένοι σαν κοτσίδες, κρέμονται σχηματίζοντας τόξα από κλαρί σε κλαρί και από δένδρο σε δένδρο. Όλα τα δένδρα μοιάζουν να έχουν γούνινη επένδυση, από τα χρυσοπράσινα βρύα που φυτρώνουν επάνω τους, ενώ ένα σωρό παρασιτικά φυτά σε μύριες αποχρώσεις, από ανοιχτό λαχανί έως βυσσινί, διάφορες φτέρες καθώς και άγριες ορχιδέες, με τα έντονα παστέλ ή εμπριμέ χρώματα τους, φροντίζουν για το στολισμό τους. Το κάθε δέντρο, ένα ολόκληρο οικοσύστημα!

Τα ήρεμα θολά ποτάμια που πότιζαν τις φυτείες, έχουν τώρα δώσει τη θέση τους σε γοργά, θορυβώδη με γάργαρα νερά, τα οποία φαίνονται λες και έχουν λαξέψει τον φιδίσιο δρόμο τους επάνω στο βραχώδες κατηφορικό έδαφος. Κάθε τόσο, διαφορές ύψους τα μετατρέπουν σε αφρίζοντες καταρράχτες, που σχηματίζουν μικρές λιμνούλες, όπου λαχταράς να πέσης μέσα να δροσιστής. Ο θόρυβος της μηχανής, που αγκομαχάει στον ανώμαλο δρόμο, δεν είναι σε θέση να σκεπάση, το πανδαιμόνιο θορύβου που υπάρχει έξω από τα τροπικά τζιτζίκια και άλλα άγνωστα πουλιά και έντομα. Ένας οργασμός ζωής!


Ο Γιάννης παίρνει ασταμάτητα σκηνές, μέσα από το παράθυρο του αυτοκινήτου, με την βιντεοκάμερα. Αυτό με καθησυχάζει, γιατί έτσι ξέρω πως αυτές τις θαυμάσιες σκηνές από την πρωτόγονη φύση, θα μπορούσαν να τις χαρούν και άλλοι στην επιστροφή. Όσο πλησιάζουμε τους λόφους, τόσο αγριώτερο το τοπίο, τόσο περισσότερο όμοιο με τις ζούγκλες των παιδικών μας ονείρων. Τώρα μπαίνουμε σε ένα φαράγγι, που το διασχίζει ένας κάπως μεγαλύτερος αλλά εξίσου ορμητικός ποταμός. Στο ανώμαλο έδαφος συνεχώς στριφογυρίζει και συχνά διχάζεται, αφήνοντας μικρά νησάκια να αγκαλιάζονται από τα πεντακάθαρα νερά του. Σε κάποια σημεία στροβιλίζεται δημιουργώντας κατάλευκους αφρούς, σε άλλα φτιάχνει ήρεμες λιμνούλες, οι οποίες κάτω από το πυκνό βαθύ πράσινο φύλλωμα αποκτούν σμαραγδένιο χρώμα.

• Αυτός είναι ο ποταμός Bohorok, σε λίγο φθάνουμε, μας λέει ο οδηγός.

Πέντε ώρες -πέντε θαυμάσιες και αξέχαστες ώρες ρουφήγματος εντυπώσεων μετά την αναχώρησή μας από το Medan- φθάνουμε σε ένα ξέφωτο, που φαίνεται σαν κατοικημένος τόπος. Είναι μια κοιλάδα κάπου 50 μέτρα πλάτος και 15Ο μέτρα μήκος. Διασχίζεται από το ποτάμι, το οποίο, σ' αυτό το σημείο, λόγω ενός φυσικού φράγματος, γίνεται πλατύτερο και σχηματίζει μια μικρή λίμνη, όπου κολυμπάνε μερικοί επισκέπτες. Προηγουμένως σχηματίζει μία διχάλα, ώστε να προκύπτη ένα νησάκι, επάνω στο οποίο υπάρχουν δύο ξόανα, που παριστάνουν τους Orang Hutan. Επίσης επάνω στο νησάκι υπάρχουν μερικές καλοφτιαγμένες καλύβες. Το μέρος όπου φθάσαμε, είναι σχετικώς επίπεδο.Στην άλλη πλευρά του ποταμού ξεφύτρωνει, αμέσως μετά την όχθη, μία απότομη πλαγιά γεμάτη δένδρα και θάμνους, που μαζί με τα αναρριχητικά φυτά, αποτελεί μια αδιαπέραστη κουρτίνα για τα αδιάκριτα μάτια μας. Εκεί άρχιζει η ζούγκλα, εκεί αρχίζει ο αθέατος κόσμος των Orang Hutan. O ποταμός έρχεται μέσα από μια σκοτεινή στοά από δένδρα και τεράστια φυτά. Αυτή η σκοτεινή τρύπα φαίνεται σαν πύλη προς την κόλαση, την "πράσινη κόλαση", όπως έχει πολλές φορές ονομασθή η ζούγκλα.

Σ'αυτή την κοιλάδα είναι ο σταθμός της PPΑ, δηλαδή της υπηρεσίας η οποία είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος στην Ινδονησία. Μπροστά σε μια παράγκα σταματάμε. Εδώ πρέπει ο Adi να φροντίση για την άδεια επισκέψεως του δρυμού. Η άδεια, όταν παρθή εδώ επί τόπου, ισχύει για 24 ώρες. Στο Medan μπορεί κανείς να προμηθευθή άδεια, στην τοπική PPA, για μερικές μέρες με το ίδιο κόστος (2000 Rp = 200 δρχ.). Εντύπωση μας κάνουν όλα αυτά τα περιοριστικά μέτρα (ανεξαρτήτως του αν τηρούνται ή όχι). Ιδίως, το ότι μόνο 5Ο άτομα μπορούν συγχρόνως να επισκεφθούν το δρυμό.

Αργότερα, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, θα διαπιστώσουμε, ότι τα μέτρα αυτά δεν τηρούνται αυστηρώς, αλλά είναι μια προσπάθεια να μήν διαταράσσεται η αρμονία του φυσικού περιβάλλοντος από την παρουσία του ανθρώπου. Είναι κι αυτό ένα δείγμα, του πόσο σέβονται τη φυσική τους κληρονομιά οι Ινδονήσιοι και πώς την προφυλάσσουν από την εμπορευματοποίηση των πάντων, η οποία επικρατεί στην Ευρώπη. Μπορείτε π.χ. να φαντασθήτε να απαγορεύεται η επίσκεψη σε ομάδες μεγαλύτερες απο 5Ο άτομα στην Ακρόπολη της Αθήνας; Θα μπορούσε ποτέ το κράτος μας να επιβάλλη, τον χωρίς φωνασκίες, μπουκάλια κόκα κόλα, σορτς, μια τσίχλα στο στόμα, και ένα "τρανζίστορ" στο χέρι περίπατο ανάμεσα στα ηλικίας σχεδόν 2500 ετών μνημεία ;

Δίνουμε τα διαβατήρια μας και τα χρήματα στον οδηγό και αφήνουμε την διεκπεραίωση των διατυπώσεων σ' αυτόν. Εμείς φοβερά εντυπωσιασμένοι από το επιβλητικό τοπίο, πηγαίνουμε κατ' ευθείαν και καθόμαστε σ' ένα κιόσκι, που είναι στηριγμένο σέ κορμούς δέντρων, πάνω από τα αφρίζοντα νερά του ποταμού. Στο κιόσκι αυτό προσφέρουν κρύα αναψυκτικά, φρουτοσαλάτες και φαγητά. Ο Adi μας είχε πει, ότι θα περιμέναμε μιάμιση ώρα, ώσπου να ξεκινήσουμε για το μέρος, όπου θα βλέπαμε τους Orang Hutan. Οι πληροφορίες μας ήταν ότι, έως εκεί έπρεπε να κάνουμε μία ώρα ανηφορική πορεία μέσα στη ζούγκλα. Η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική και χωρίς να έχουμε καθόλου περπατήσει, τα ρούχα μας είναι ήδη μούσκεμα. Για το λόγο αυτό και με την προοπτική της πορείας προτιμάμε να πάρουμε μόνο μία φρουτοσαλάτα. Μας έρχεται πράγματι, σε λίγο, ένα μεγάλο πιάτο με κάθε λογής φρούτα, μερικά από τα οποία βλέπω για πρώτη φορά. Εχει μέσα κομμάτια καρπούζι, μπανάνας, ανανά, παπάγια, μπαρακούγια και άλλα. Όλα είναι πασπαλισμένα με φρεσκοτριμμένη καρύδα και ακατέργαστο κακάο.

Ξετρελαμένοι και οι δύο από τις καινούργιες αυτές γευστικές εμπειρίες, από το πλατάγισμα των ορμητικών κρυστάλλινων νερών ακριβώς από κάτω μας, την υγρή θερμή ατμόσφαιρα, την ελαφριά μυρωδιά από βρεγμένα μισοσαπισμένα φύλλα και την επιβλητική παρουσία των πανύψηλων, αιωνόβιων δένδρων, που ορθώνονται γαντζωμένα, στην σχεδόν κατακόρυφη απέναντι όχθη του Bohorok, έχουμε χάσει τη λαλιά μας, μέχρι τη στιγμή που ο οδηγός μας φέρνει πίσω τα διαβατήρια με τις άδειες και μας ξυπνάει από το όνειρο. Στο διπλανό τραπέζι κάθονται δύο νεαρές κοπέλες με ευρωπαϊκή εμφάνιση. Σ' αυτά τα μέρη σπάνια βλέπεις νεαρούς τουρίστες, που δεν είναι Ασιάτες. Συνήθως βλέπεις μεγάλης ηλικίας Ευρωπαίους, που έχουν αρκετά λεπτά και κάποια απωθημένα όνειρα. Προηγουμένως τις είχα παρατηρήσει, που έβγαζε η μία φωτογραφίες στην άλλη. Είχα ακούσει να λέη:

• Satu lagi! (μία ακόμη!)

Είχα παραξενευθή τότε, για το ότι μιλούσαν ινδονησιακά μεταξύ τους. Απαλλαγμένοι από αναστολές, όπως συνηθίζεται σε ταξιδιωτική ατμόσφαιρα, πιάσαμε εύκολα κουβέντα. Όπως εμείς, έτσι και αυτές, είναι εδώ για περιπέτεια. Έχουν έρθει από την Αυστραλία, λάτρεις κι' αυτές της Ινδονησίας και των νησιών της νότιας θάλασσας. Έχουν μάθει τη γλώσσα, για να αποκτήσουν καλύτερη επαφή με τη χώρα και τους ανθρώπους της. Έχουν περάσει ήδη μεγάλο μέρος του ταξιδιού τους και θα συνεχίσουν την άλλη μέρα για τη Μαλαισία. Από αυτές, μαθαίνουμε ότι υπάρχει δυνατότητα να μείνη κανείς σε εκείνες τις καλύβες επάνω στο νησί του ποταμού, το οποίο συνδέεται με την όχθη όπου βρισκόμαστε μέσω μίας κρεμαστής γέφυρας.

Εμείς δυστυχώς δεν είχαμε την πολυτέλεια να μείνουμε τόσο πολύ, γιατί είχαμε ολόκληρο πρόγραμμα μπροστά μας. Πάντως, πραγματικά ζηλεύω, όσους έχουν τη δυνατότητα να μείνουν μερικές νύχτες σ' αυτό το μέρος, να αφουγκρασθούν τις φωνές της νυχτερινής ζούγκλας, να κάνουν περιπάτους μέσα στα μονοπάτια που έχει ανοίξει στο δάσος η PPA και να δροσιστούν μετά στα σμαραγδένια νερά του ποταμού...

Στη συμφωνημένη ώρα αναχωρούμε για την πορεία. Περνάμε ένα στενό μονοπάτι και φθάνουμε στην ακροποταμιά. Εκεί υπάρχει ένα σχοινί, που ενώνει δύο κορμούς δέντρων από τη μία όχθη στην απέναντι. Μια βάρκα, χρησιμοποιεί το σχοινί αυτό ως οδηγό καθώς επίσης και το ρεύμα του ποταμού, για να μεταφέρη τους επισκέπτες στην αντίπερα όχθη. Όλοι και όλοι είναι 25 επισκέπτες. Μπαίνουμε σε δύο δόσεις. Εμείς προτιμάμε τη δεύτερη, για να βιντεοσκοπήση ο Γιάννης την πρώτη ομάδα να φεύγη.

Φθάνοντας στην άλλη πλευρά, παίρνουμε ένα μονοπάτι, το οποίο ανηφορίζει και σε λίγο γίνεται δύσβατο και γλιστερό. Όλη η διαδρομή, είναι ουσιαστικά μια στοά μέσα στα φυλλώματα των δένδρων και σπάνια βλέπεις μια ηλιαχτίδα να διαφεύγη και να φθάνη ως εμάς, περνώντας μέσα από σύννεφα μικροσκοπικών εντόμων, που φτερουγίζουν διαγράφοντας συνεχείς κύκλους στο φώς της και σηματοδοτούν το διάβα της. Ο δρόμος αυτός είναι χαραγμένος σε μια πλαγιά λόφου. Αριστερά μας, όπως πηγαίνουμε, κατεβαίνει η πλαγιά αυτή βαθειά κάτω και συναντάει τη ρεματιά. Στο τέλος της διαδρομής, υπάρχει μία ξύλινη εξέδρα, κατασκευασμένη επάνω σε ένα μεγάλο δένδρο. Εκεί μας είπαν να περιμένουμε.

Πράγματι σε λίγο άρχιζουν να προβάλλουν αθόρυβα, σα να έρχονται από το πουθενά, καμμιά δεκαριά τριχωτοί, καστανόχρωμοι, εκπρόσωποι του είδους. Από κλαρί σε κλαρί, με ήρεμες ανάλαφρες κινήσεις, πότε αιωρούμενοι και πότε γλιστρώντας στις εναέριες ρίζες και στις λιάνες (είδη κλιματίδων), πλησίαζουν προς το μέρος μας. Είναι πραγματικά συγκλονιστικό να βλέπεις αυτούς τους μακρυνούς μας βιολογικούς προγόνους να έρχονται κοντά σου, να σε περιεργάζονται, να σε κοιτάζουν μέσα στα μάτια με μια απίστευτη μακαριότητα.

Δεν είναι μόνο τα χέρια, που σου δίνουν την εντύπωση ότι είναι έτοιμα να σε χαιρετίσουν, τα αυτιά που είναι πανομοιότυπα με τα δικά μας, ο τρόπος που πιάνουν και ξεφλουδίζουν τα φρούτα, ο τρόπος που ξύνονται, αλλά κυρίως ό τρόπος που σε κοιτάζουν κατ' ευθείαν στα μάτια. Σου δίνουν την εντύπωση ότι είσαι μάλλον φιλοξενούμενος μιας πρωτόγονης φυλής, παρά ότι έχεις επισκεφθή άγρια ζώα στη ζούγκλα. Θα πρέπει να πούμε ότι, αν εξαιρέση κανείς τον χωλόποδα των δασών του Αμαζονίου, αμφιβάλλω αν υπάρχει άλλο παράδειγμα στο ζωικό βασίλειο, που να είναι τόσο ήρεμο, τόσο φιλοσοφικά μακάριο, τόσο φιλικό.

Επάνω στην ξύλινη εξέδρα, οι υπάλληλοι της PPA έχουν φέρει φρούτα rambostan και μπανάνες και τους ταΐζουν. Παρατηρώ αχόρταγα, πώς παίρνουν την μπανάνα από το χέρι του φύλακα, σαν μικρά παιδιά, την ξεφλουδίζουν νωχελικά και στη συνέχεια την τρώνε. Εκεί είναι και μια μάνα με το μικρό στην αγκαλιά της. Αυτή τρώει τα φρούτα και αυτό πιασμένο στην αγκαλιά της, πίνει ευχαριστημένο το γάλα του γρυλίζοντας ελαφρά. Τι απίθανη σκηνή!! Ένα ζωντανό εργαστήριο για σπουδαστές ζωολογίας, ζωικής ψυχολογίας και συμπεριφοράς.

Μέσα στην ομάδα των Orang Hutan, κυκλοφορεί και ένα άλλο ανθρωποειδές. Σε αντίθεση με τα άλλα, είναι μικρόσωμο και κατάμαυρο. Περπατεί συνεχώς όρθιο, με τα δυσανάλογα μακρυά χέρια του σε ανάταση. Σου δίνει την εντύπωση ότι θέλει να πιαστή από κάπου ή να εξισορροπήση μ' αυτό τον τρόπο το αδέξιο βάδισμα του. Είναι ένας πανέξυπνος γίββωνας, ο οποίος κυριολεκτικά μας έχει κατακτήσει, με την οικειότητα που μας δείχνει. Κυκλοφορεί με τέτοια άνεση, τόσο μεταξύ των επισκεπτών, όσο και μεταξύ των Orang Hutan, που σου δημιουργεί απορία. Κάποια στιγμή και ενώ αφηρημένος παρατηρώ μία άλλη σκηνή, νοιώθω κάποιο τριχωτό χέρι να με πιάνη και έκπληκτος βλέπω το γιββωνάκι να ανεβαίνη επάνω μου, να πατάη στο κεφάλι μου και να πιάνεται από κάποιο υπερκείμενο κλαδί συνεχίζοντας την αναρρίχηση. Δυστυχώς ο Γιάννης δεν προλαβαίνει να απαθανατήση την απίθανη αυτή σκηνή, παρ' ότι είναι συνεχώς με την βιντεοκάμερα στο χέρι. Ευτυχώς, λίγο αργότερα, η σκηνή αυτή σχεδόν επαναλαμβάνεται και τότε ήμαστε περισσότερο τυχεροί. Κάποια στιγμή αργότερα ανεβαίνει και στην εξέδρα και κάθεται δίπλα-δίπλα με τη μητέρα και το παιδί της, παίρνοντας μέρος στο φαγητό. Εντύπωση κάνει ότι η μαμά δεν ενοχλείται καθόλου από την παρουσία του. Φαίνεται οι φυλετικές διακρίσεις, είναι χαρακτηριστικό μόνο των... ανωτέρων ανθρωποειδών!

Οση ώρα καθίσαμε εκεί, το γιββωνάκι είχε κλέψει την παράσταση από όλα τα παρατηρούμενα. Ηταν ένα σωστό διαβολάκι. Χαρακτηριστικό είναι, ότι όταν πήραμε το δρόμο της επιστροφής, αυτό αισθανόταν τόσο κοντά μας, ώστε με το όρθιο αδέξιο περπάτημα του μας ακολούθησε. Αναγκάστηκαν οι φύλακες να το διώξουν, για να μας αφήση και τότε στάθηκε απορημένο και μας κοίταζε, ενώ απομακρυνόμασταν. Έχω διατηρήσει στη μνήμη μου ακόμη την όλο απογοήτευση ματιά του. Μας χώριζαν άραγε τόσα πολλά;

Σκέφθηκα, τι ενδιαφέρον και χρήσιμο θα ήταν να έχης ένα τέτοιο ζωντανό εργαστήριο στη διαθεσή σου ως φοιτητής συναφών κλάδων. Στην Ελλάδα τα μαθαίνουμε όλα από τα χαρτιά και ούτε ένα ζωολογικό κήπο δεν έχουμε για να πάρουμε μία, στοιχειώδη έστω, επαφή με αυτά τα πλάσματα. Σε προηγμένα κράτη, εκτός από ζωολογικούς κήπους με προσομοιωμένο περιβάλλον, υπάρχει και η δυνατότητα να δοθούν υποτροφίες, για να πάη κανείς στον τόπο καταγωγής να σπουδάση ένα είδος. Μέσα στην ομάδα επισκεπτών, ήταν πολλοί Αμερικανοί και Αυστραλοί με την ιδιότητα αυτή. Ίσως οι καλύβες στο νησάκι του ποταμού, να είχαν προβλεφθή για το σκοπό αυτό. Δεν ξέρω πόσοι Έλληνες θα ήταν πρόθυμοι να στερηθούν λίγες από τις ανέσεις τους, τα καθημερινά γλέντια στα νυχτερινά κέντρα, τον άκρατο καταναλωτισμό που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας τις τελευταίες δεκαετίες, και να επιβαρυνθούν ένα πρόσθετο φόρο για τη δημιουργία ενός τέτοιου ζωολογικού κήπου, για την καλύτερη εκπαίδευση των παιδιών τους.

Στο γυρισμό μάζεψα σπόρους από ότι δένδρα και φυτά εύρισκα μπροστά μου. Όταν επιστρέψω, έχω σκοπό να τους φυτέψω και να παρακολουθώ την εξέλιξη τους. Βρίσκω πως κάθε σπόρος, κρύβει μια ιστορία μέσα του που τη διηγείται με τον τρόπο του, όταν φυτρώνει. Είναι συγκινητικό να φέρνης τέτοια ζωντανά μηνύματα από έναν τόσο μακρυνό κόσμο μαζί σου και μετά να σου διηγούνται την ιστορία τους.

• Ετσι είναι τα πρώτα μου φύλλα.
• Ετσι απλώνω τα κλαδιά μου.
• Σου αρέσουν τα λουλούδια μου ;
• Τέτοιοι είναι οι καρποί μου

Φθάνοντας στο ποτάμι, βρίσκουμε μια ομάδα από μικρά γυμνά παιδάκια να τσαλαβουτάνε στο νερό και να χαλούν τον κόσμο από τα ξεφωνητά. Οταν μας βλέπουν, σταματάνε το παιχνίδι και τα ξεφωνητά και αρχίζουν να φωνάζουν εν χορώ:

• Ηello mister!

Εμείς καταϊδρωμένοι, όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή μας, λαχταράμε το γάργαρο αυτό νερό και παρά τις αυστηρότατες προδιαγραφές να αποφεύγουμε κάθε ελεύθερο νερό, όσο καθαρό και αν φαίνεται, ετοιμαζόμαστε να κάνουμε την πρώτη μας παράβαση.

Με τι φροντίδα είχαμε προετοιμασθή όσον αφορά στην υγεία και στην ασφάλεια Πόσα είχα διαβάσει για απειράριθμες βδέλλες μέσα στα ποτάμια της Ινδονησίας και το πως, χωρίς να το καταλάβης, βρίσκεσαι γεμάτος από αυτά τα γλοιώδη ζωύφια; Δεν είναι μόνο, που απαλλάσεσαι δύσκολα από αυτά (λένε: "κολλάει σαν βδέλλα"), αλλά αφήνουν ένα ματωμένο άνοιγμα στο δέρμα. Για κάθε μικροτραυματισμό υπάρχει μεγάλος φόβος επιμολύνσεως στους τροπικούς και μια αθώα, για τα ευρωπαϊκά μέτρα, γραντζουνιά μπορεί να καταλήξη πολύ γρήγορα σε γάγγραινα και να σου στοιχίση το πόδι ή το χέρι, αν όχι και τη ζωή σου. Δεν είναι όμως μόνο οι βδέλλες. Υπάρχει τέτοια ποικιλία από παράσιτα στα ελεύθερα νερά των τροπικών, ώστε δεν ξέρεις, από που να φυλαχθής. Ενα τέτοιο είναι πχ. ένα είδος φιλαριώσεως, που μεταδίδεται από τον υδρόβιο ψύλο cyclops και δημιουργεί κύστες με νηματοειδή σκουλίκια μήκους έως 50 εκατοστά του μέτρου κάτω από το δέρμα. Ακόμα χειρότερο, αν και σπανιώτερο, παράσιτο είναι η bilharzia, η οποία μεταδίδεται μέσω ενός μικροσκοπικού υδρόβιου σαλιγκαριού και προκαλεί βαριές φλεγμονές στο παχύ έντερο και την κύστη, όταν το δέρμα σου έρθη σε επαφή με μολυσμένο νερό.

Όμως, και στο έδαφος αν περπατήσης ξυπόλητος, μπορεί να πέσης θύμα ενός άλλου παρασίτου, του angylostomon. Αυτό είναι ένα τριχοειδές σκουλίκι μήκους έως ένα εκατοστό, το οποίο έχει την ικανότητα να σκαλώση στο δέρμα της πατούσας, μέσα σε λίγα λεπτά να εισχωρήση μέσα σ' αυτό και μετά μία πολύπλοκη διαδρομή μέσα στο ανθρώπινο σώμα να φθάση στο λεπτό έντερο. Εκεί, αφού πολλαπλασιασθή, αναπτύσσει τέτοια δραστηριότητα, ώστε το άτομο κυριολεκτικά καταρρέει από την αδυναμία, παρ' ότι η βουλημία του καταντάει διαστροφή. Μη μπορώντας να ικανοποιήση την ακατάσχετη όρεξη του, αναγκάζεται και τρώει χώμα μέχρι να σκάση.

Ο Γιάννης, παίρνοντας θάρρος και από τους άλλους ξένους που βλέπουμε να κολυμπούν εκεί, γδύνεται πρώτος και πέφτει μέσα. Εγώ, ενώ κατ' αρχάς είχα την πρόθεση να βουτήξω, δεν το αποφάσισα, όχι για τους λόγους ασφαλείας που ανέφερα προηγουμένως, αλλά γιατί είχα την εξής δυσκολία. Ολο το συνάλλαγμα μου το είχα σε δολλάρια και το φύλαγα σε μια πάνινη σακκούλα δεμένη στη μέση μου κάτω από το πουκάμισο. Δεν ήθελα να φανερώσω το μυστικό αυτό σε άλλους παρευρισκόμενους, ούτε να αφήσω τόσα λεφτά στα πρόχειρα ριγμένα ρούχα μου στην ακροποταμιά. Διαδοχικώς δεν μπορούσαμε να κάνουμε μπάνιο, γιατί δεν έφθανε η ώρα. Ο Γιάννης είχε ταξιδιωτικά cheks, όπως είχαμε συμφωνήσει, για λόγους ασφαλείας, προτού φύγουμε και δεν υπήρχε γι' αυτόν αυτός ο φόβος. Πάντως τον ζήλεψα, που χάρηκε αυτά τα ολόδροσα νερά σ' αυτό το παραδείσιο περιβάλλον.